Οι τοπικές εκλογές της 30ής Μαρτίου 2014 στην Τουρκία έγιναν σε κλίμα έντασης και διχασμού σε αρκετές περιοχές. Λίγες μέρες νωρίτερα η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να μπλοκάρει το YouTube μετά τη διαρροή μιας υποκλαπείσας συνομιλίας ανώτατων αξιωματούχων για στρατιωτική εισβολή στη Συρία, η οποία στήθηκε και εκτελέστηκε μυστικά. Είχε προηγηθεί απαγόρευση της πρόσβασης στο Twitter για να περιοριστούν διαρροές για την υπόθεση διαφθοράς όπου εμπλέκονταν κυβερνητικοί αξιωματούχοι, ακόμα και ο γιος του πρωθυπουργού. Την ημέρα των εκλογών, σε βίαια επεισόδια σημειώθηκαν οκτώ θάνατοι. Στο Χατάυ συγκρούστηκαν αντίπαλες οικογένειες που υποστήριζαν αντίστοιχους υποψηφίους με δύο νεκρούς και εννέα τραυματίες. Στο Χατάυ (σαντζάκι της Αλεξανδρέττας) κατοικούν σημαντικοί αριθμητικά αραβικοί πληθυσμοί και παραμεθόρια με τη Συρία. Η μπααθική κυβέρνηση της Συρίας δεν λησμονούσε τα εδάφη αυτά τα οποία κατοικούνται σε μεγάλο βαθμό από αραβόφωνους πληθυσμούς, και τα οποία η Τουρκία είχε προσαρτήσει το 1937, μετά από συμφωνία με τη Γαλλία, και θεωρεί την προσάρτηση αντίθετη προς την εθνολογική σύνθεση της περιοχής. Περίπου 52,5 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν δικαίωμα ψήφου. Η συμμετοχή πλησίασε το 90%. Αναφέρθηκαν πολλές εκατοντάδες καταγγελίες για εκλογική νοθεία. Διακοπές ρεύματος κατά την καταμέτρηση σε πολλές επαρχίες (41 πόλεις), και η ανακοίνωση διαφορετικών αποτελεσμάτων από πρακτορεία ειδήσεων, προκάλεσαν νέα διαμάχη. Κατατέθηκαν πολλές ενστάσεις και νέα καταμέτρηση ξαναέγινε σε αρκετές πόλεις. Αλλά, τo κυβερνών ισλαμιστικό κόμμα πέτυχε ακόμα μια σημαντική νίκη. Κέρδισε τον έλεγχο 50 Δήμων σε έδρες Νομών (ίλ μερκέζ) και περίπου 550 Δήμους σε έδρες επαρχιών (ίλτσε). Τα δύο βασικά κόμματα της αντιπολίτευσης υπολείπονταν σημαντικά και σε ποσοστό ψήφων και σε Δήμους που κέρδιζαν. To Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Kόμμα (Cumhuriyet Halk Partisi, CHP) του Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου κέρδιζε 13 Δήμους σε έδρες Νομών και 160 Δήμους σε έδρες επαρχιών. Το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (Μiliyetçi Ηareket Partisi) του Μπαχτσελί κέρδιζε 8 Δήμους σε έδρες Νομών και 107 Δήμους σε έδρες επαρχιών (ilçe). Το Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας (Βariş ve Demokrasi Partisi, BDP) - που απηχεί τις θέσεις του εθνικού κουρδικού κινήματος - κέρδιζε 9 Δήμους σε έδρες Νομών και 67 Δήμους σε έδρες επαρχιών. Το κουρδικό κόμμα κέρδιζε σχετική πλειοψηφία στους Νομούς Ντιγιαρμπακίρ, Τούντζελι, Μπατμάν, Μπιτλίς, Σιίρτ, Βάν, Σιρνάκ. Το νεοσύστατο αριστερής κατεύθυνσης κόμμα, το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών, είχε συμμαχήσει με το Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας.
Το ΑΚΡ πέτυχε πρωτιά ξεπερνώντας το 45% στο σύνολο της επικράτειας, μεγαλύτερο από το 39% που είχε λάβει στις τοπικές εκλογές του 2009. Αμφίρροπη ήταν η μάχη στην Κωνσταντινούπολη και στην Αγκυρα, όπου τελικά επικράτησαν στο νήμα οι υποψήφιοι του κυβερνώντος κόμματος. Το ΡΛΚ κατέθεσε ενστάσεις για τα αποτελέσματα στους Δήμους της Άγκυρας (δεύτερη πολυπληθέστερη πόλη της χώρας), της Αντιόχειας, της Γιάλοβα και της Αττάλειας. Στη Σμύρνη εκλέχθηκε ο υποψήφιος της αντιπολίτευσης (CHP). Τα επίσημα αποτελέσματα έδειχναν ότι ο Ερντογάν και το κόμμα του άντεχαν στην αντιπαράθεση. Η διελκυστίνδα στην Τουρκία είναι μια σύνθετη, πολυπαραγοντική εξίσωση. Και ήταν άδηλο ποιες εξελίξεις εγκυμονούσαν οι επόμενοι μήνες στην Τουρκία και στον διεθνή χώρο. Αλλά, οι εκλογές αυτές ήταν σημαντικός σταθμός στις εξελίξεις στην Τουρκία, που ετοιμαζόταν για τις εκλογές Προέδρου της Δημοκρατίας του Αυγούστου 2014, τις πρώτες, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση, με απευθείας εκλογή από τους πολίτες και με ενισχυμένες τις προεδρικές εξουσίες. Αυτή η νίκη είχε μεγαλύτερη σημασία αν λαμβανόταν υπόψη τα αποτελέσματα των κύριων κομμάτων της αντιπολίτευσης. Το κεμαλικό και κοσμικό CHP πήρε μόνο το 28% και, στην τρίτη θέση, το εθνικιστικό ΜΗΡ πήρε το 18%. Το φιλοκουρδικό BDP πήρε ένα μικρό ποσοστό των ψήφων σε εθνικό επίπεδο, αλλά αύξησε τις ψήφους του στις κουρδικές επαρχίες όπου ελέγχει πλέον περισσότερους δήμους από ό,τι πριν.
Εκτός από τη σαφή νίκη του ΑΚΡ και του Ερντογάν, οι εκλογές αυτές οδηγούσαν σε τρία βασικά συμπεράσματα. Πρώτα απ’ όλα, αυτή η νίκη είναι ένα είδος εκδίκησης ενάντια στους αντιπάλους του, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τις αυταρχικές πολιτικές του και τα σκάνδαλα διαφθοράς για να του επιτεθούν. Ελάχιστες αμφιβολίες υπάρχουν πλέον ότι αυτή η νίκη ανοίγει τον δρόμο στον Ερντογάν για να εκλεγεί πρόεδρος τον επόμενο Αύγουστο. Αν το πετύχει, θα μπορούσε να γίνει ο πολιτικός ηγέτης που αφήνει τη σφραγίδα του στη σύγχρονη Τουρκία, ενδεχομένως περισσότερο από τον ιδρυτή της Μουσταφά Κεμάλ.
Δεύτερον, φαίνεται ότι η αυταρχική πολιτική του Ερντογάν και η σκληρή απάντησή του στη λαϊκή αναταραχή δεν τον εμπόδισε να κερδίσει αυτές τις εκλογές. Οι απαγορεύσεις των διαδικτυακών μέσων καθώς και ο εκφοβισμός των μέσων ενημέρωσης είναι μερικά από τα αυταρχικά μέτρα που προφανώς οι ψηφοφόροι δεν τιμώρησαν. Επιπλέον, τα σκάνδαλα διαφθοράς, που αμαύρωσαν τον ίδιο τον πρωθυπουργό και δεκάδες ανθρώπους του περιβάλλοντός του, δεν φαίνεται να αποτέλεσαν εμπόδιο για τη νίκη. Προφανώς, οι Τούρκοι ψηφοφόροι προτίμησαν έναν ισχυρό και ικανό ηγέτη, μολονότι αυταρχικό και διεφθαρμένο, από άλλους ηγέτες που θεωρούν ότι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Τουρκία. Η κατάσταση αυτή συγκρίθηκε με το ιταλικό παράδειγμα, όπου τα σκάνδαλα διαφθοράς δεν είχαν εμποδίσει την εκλογική νίκη του Μπερλουσκόνι και την παραμονή του στην εξουσία. Το τρίτο δίδαγμα και ίσως το σημαντικότερο και πολυτιμότερο για τον Πρωθυπουργό είναι η ήττα που υπέστη το «κίνημα Φετουλλάχ Γκιουλέν», του κύριου αρχιτέκτονα της εκστρατείας κατά του Ερντογάν. Οι οπαδοί του Γκιουλέν, που έχουν διεισδύσει στη δικαιοσύνη και στην αστυνομία κατηγορούσαν τον Ερντογάν για διαφθορά και ανάμιξη στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Παρότι το κίνημα Γκιουλέν ουδέποτε αναγνώρισε αυτές τις διεισδύσεις, μέσα ενημέρωσης προσκείμενα σ’αυτό υπήρξαν οι κύριοι που διέδιδαν τέτοιους ισχυρισμούς. Επιπλέον, οι Γκιουλενιστές που βρίσκονται στη δομή του κράτους εμφανίζονταν να έχουν κινητοποιηθεί για την ήττα του ΑΚΡ στην Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, τις πιο σημαντικές πόλεις της Τουρκίας. Τα εκλογικά αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν το πέτυχαν. Σε μεγάλο βαθμό, η στρατηγική τους αποδείχθηκε αντιπαραγωγική.
Μια σοβαρή συνέπεια της ενίσχυσης του Ερντογάν είναι ότι η Τουρκία θα γίνει περισσότερο επίμονη στις γεωπολιτικές επιδιώξεις της. Όπως προκύπτει από τη διαρροή για την προβοκάτσια στη Συρία, δεν θα έχει ενδοιασμούς στην επιδίωξη ωμής υλοποίησης των νεοοθωμανικών σχεδιασμών της. Μια ανάλογη επιχείρηση οι Τούρκοι δεν αποκλείεται να τολμήσουν στη Θράκη, στον Εβρο, στο Αιγαίο. Τέτοιες προβοκάτσιες άλλωστε προέβλεπε το σχέδιο ‘‘Βαριοπούλα’’, το οποίο είχε ετοιμάσει ομάδα στρατηγών και δημοσιοποιήθηκε γιατί αποσκοπούσε στην ανατροπή της κυβέρνησης Ερντογάν. Ποιος θα αποτρέψει μια τέτοια προβοκάτσια σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί; Οι Αμερικανοί; Ας υπενθυμίσουμε ότι αμέσως μετά τις εκλογές ο Ερντογάν δεν δίστασε να προχωρήσει σε «μετωπική σύγκρουση» με την Ουάσιγκτον. «Δεν θα παραδώσουμε τη χώρα στην Πενσυλβάνια και στις προεκτάσεις της στο εσωτερικό μας», δήλωσε απευθυνόμενος στην άλλη όχθη του Ατλαντικού.
Θεόδωρος Σ. Μπατρακούλης
δρ Γεωπολιτικής, νομικός