Του Κων/νου Ι. Παπακωνσταντίνου
«Αυτόν το λόγο θα σας πω
δεν έχω άλλον κανένα
μεθύστε με το αθάνατο
κρασί του είκοσι ένα».
Ήταν Φεβρουάριος του 1943. Το βαθύ σκοτάδι της Ναζιστικής κατοχής, βραχνάς ασήκωτος σκορπούσε παντού στη χώρα, το φόβο και την απόγνωση. Στην ύπαιθρο χώρα είχαν δραστηριοποιηθεί οι αντιστασιακές οργανώσεις. Δίκτυα κατασκοπίας με συμμαχικές μυστικές υπηρεσίες. Δολιοφθορές. Παράνομος τύπος. Ωστόσο στις πόλεις η ιδέα της αντίστασης, κάτω από τη γερμανική σβάστικα δεν είχε πάρει ακόμα διαστάσεις. Ο λαός δοκιμαζόταν από την πείνα και τις κακουχίες. Η μεγάλη ευκαιρία να ξεσπάσει μια παλλαϊκή αντίδραση δίνεται με το θάνατο του μεγάλου μας Ποιητή. Στις 28 Φεβρουαρίου 1943 πέθανε ο Εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς σε ηλικία 84 χρόνων. (1859-1943). Ο θάνατος και η κηδεία του έδωσαν το έναυσμα, για μια πάνδημη αντιστασιακή εκδήλωση. Ήταν το πιο ταιριαστό τέλος για τον Μεγάλο πατριδολάτρη. Τον γνήσιο Έλληνα. Τον Εθνικό μας Ποιητή.
Στην ποίηση του Παλαμά συνδιαλέγεται η Αρχαία και η Βυζαντινή Γραμματεία. Χωρίς αυτό να εμποδίσει τον ποιητή μας, να ξανοιχτεί σε άλλους ορίζοντες και να αναδειχθεί σε έναν συγκινησιακό ποιητή, που λατρεύτηκε παγκόσμια. Έδεσε τα Εκκλησιαστικά κείμενα με τα πρωτοπόρα ρεύματα της εποχής του. Και σήμερα ημέρα της θανής του, ένωσε με το θάνατό του τους Έλληνες σε ένα ξέφρενο ξέσπασμα κατά του φασισμού.
Με το άκουσμα του θανάτου του όλες οι εφημερίδες αφιέρωσαν εκτενή άρθρα, για τον πνευματικό μπροστάρη της πατρίδας μας. Έγιναν αναφορές στα καταξιωμένα έργα του. Στην πνευματική του οντότητα. Στο Εθνικό του φρόνημα.
Εκείνο όμως, που ήταν απρόσμενο και εντυπωσιακό, ήταν η καθολική συμμετοχή του κόσμου στην κηδεία του. Άνθρωποι κάθε ηλικίας και από κάθε γωνιά της Αθήνας. Νέοι, φοιτητές, γέροι και μωρά με καροτσάκια. Μοναδική σε πλήθος και παλμό συμπόρευση στην τελευταία κατοικία του. Ανάμεσα στην πρωτοφανή παλλαϊκή σύναξη, ήταν παρόντες και οι πνευματικοί του φίλοι. Το αγλάισμα της Επιστήμης, της Ποίησης και του Πνεύματος. Εκεί ήταν ο Σικελιανός, ο Τσάτσος, ο Σεφέρης, ο Θεοτοκάς, η Κοτοπούλη, ο Βενέζης, ο Μελάς... Λάτρεις του και πνευματικά του παιδιά. Οι φίλοι και συνεργάτες του στις φιλολογικές του συναντήσεις, στις θεϊκές ατέλειωτες ώρες, όπου με μεράκι, με ευθύνη και με όραμα για την πατρίδα και το Έθνος, δούλευαν ακάματα στεριώνοντας Ιδέες και αξίες της φυλής μας. Όλη η Ελλάδα ήταν εκεί. Παρέκει στέκονταν οι Ιταλοί, με τα όπλα. Σιωπηλοί. Την ώρα που θα εναπέθεταν τον νεκρό στον τάφο του, κάποιος εκπρόσωπος του κατακτητή προχώρησε για να καταθέσει ένα στεφάνι. Και πήρε την απάντηση από χιλιάδες στόματα. Μέσα στη σιγή και το βουβό κλάμα, κάποιος θάρρεψε κι άρχισε να ψάλει τον Εθνικό μας ύμνο. «Σε γνωρίζω από την κόψη...». Δειλά αλλά σιγά - σιγά τον ακολούθησε το πλήθος. Μυριόστομη η συμμετοχή του κόσμου. Κάποιος άλλος φώναξε: «Ζήτω η Ελευθερία του Πνεύματος. Αλλά ο λαός ποθούσε τη λευτεριά του. Κι άρχισε όλο το πλήθος να φωνάζει: «Ζήτω η Λευτεριά».
Έτσι ο Παλαμάς με τον θάνατό του συνήγειρε τον γνήσιο πατριωτισμό, το ευγενέστερο των συναισθημάτων, όπως έλεγε ο ίδιος.
Στο τέλος ο Άγγελος Σικελιανός, με δυνατή και συγκινημένη φωνή απάγγειλε ένα ποίημα, που το έγραψε εκείνο το πρωινό, μόλις έμαθε το θάνατο του Μεγάλου Ποιητή.
«Ηχήστε οι σάλπιγγες. Καμπάνες βροντερές
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα
βογγήστε τύμπανα πολέμου.
Οι φοβερές σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα!!
Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα...»
Αυτό ήταν το τέλος του Παλαμά. Του δημιουργού με το μοναδικό και έντονο γλωσσικό αισθητήριο. Μάστορας μιας ασυνήθιστης γλωσσοπλασίας. Το έργο του Παλαμά παραμένει στην κορυφή των πνευματικών επιτευγμάτων του Ελληνισμού. Και η αγάπη του για την πατρίδα και το Έθνος, έγιναν ακόμα και με το θάνατό του, έναυσμα για Εθνική έξαρση. Σήμερα δε μιλάμε για τα θαυμαστά του έργα: «Την Ασάλευτη ζωή», «Τον Τάφο», «Την Τρισεύγενη», «Τον Δωδεκάλογο του γύφτου», και άλλα αριστουργήματά του. Σταθήκαμε στην Εθνική του συνείδηση, που μέσα από τον τάφο του, πυροδότησε σ’ εκείνες τις μαύρες μέρες, τη λάμψη της αντίστασης κατά του φασισμού.