Του Ηλία Παπαδόπουλου, δάσκαλου της Βυζαντινής μουσικής
Όλες οι τέχνες, γνωρίζουμε ότι κάπου συναντώνται, πολλές φορές μάλιστα ταυτίζονται. Για να υπάρξει «άγγιγμα», πρέπει να υπάρχει μία σχέση τόσο οικεία που να επιτρέπει το «άγγιγμα». Μια σχέση η οποία να είναι αληθινή, να είναι ουσιαστική, να είναι ανόθευτη, μια σχέση αγάπης. Αυτή η αγάπη εμείς γνωρίζουμε, οι ελληνορθόδοξοι χριστιανοί, θεολογικά, ότι είναι η αγάπη η οποία υπάρχει ανάμεσα στα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος και αντικατοπτρίζεται στην εκκλησία του Χριστού και στην κοινωνία των προσώπων έτσι όπως πρεσβεύεται αυτή στην ορθόδοξη θεολογία μας. Η φύση της δηλαδή, η σχέση με τον άνθρωπο, διαταράχθηκε μετά την πτώση…Το ένα πρόσωπο λοιπόν εδώ αυτής της σχέσης είναι η φύση. Το άλλο πρόσωπο που αναγνωρίζω εγώ προσωπικά μέσα σ’ αυτήν την συλλογή είναι ο άνθρωπος. Ο άνθρωπος, ο ποιητής και μαζί του ο αναγνώστης. Ο αναγνώστης ταξιδεύει μέσα απ’ τα ποιήματά σε μέρη πραγματικά, ή σε μέρη φανταστικά, παρακολουθεί την αρμονία της φύσης η οποία σαν μηχανή λειτουργεί ασταμάτητα και με αρμονία…
Μια άλλη παρατήρηση που έκανα επειδή μου έκανε μεγάλη εντύπωση, εκτός από την πάρα πολλή καλή γνώση και τον πολύ καλό χειρισμό της γλώσσας και των καταλλήλων λέξεων είναι ότι, σχεδόν στο σύνολο των ποιημάτων, υπάρχουνε τρεις στροφές. Μού ’κανε εντύπωση αυτό το πράγμα. Τρεις στροφές όμως οι οποίες φάνηκαν αρκετές για να καταστήσουν αυτοτελές το αποκύημα της έμπνευσης του Φίλιππου-ποιητή και να ολοκληρώσουν με μία εντυπωσιακή ευλάβεια το σύνολο των εικόνων και των συναισθημάτων που θα σε οδηγήσουν άθελά σου στον εύστοχο τίτλο του κάθε ποιήματος.
Όλα τα ποιήματα διακατέχονται από μία αέναη κίνηση. Η κίνηση του ανέμου, η κίνηση των πλοίων, η κίνηση των ανθρώπων, παντού υπάρχει μέσα μία κίνηση. Η κίνηση αυτή ως αντίβαρο στον ακίνητο παρατηρητή που είναι ο ποιητής, ο οποίος γράφει και μαζί του ο αναγνώστης ο οποίος παρακολουθεί, σε γεμίζει ενέργεια χωρίς να σε κουράζει. Ανεβάζει τις δικές του αναμνήσεις στο μυαλό και νιώθεις σαν να είσαι κι εσύ κάπου εκεί και να παρατηρείς στη μέση του πελάγους, ή στο λίβα του κάμπου, ή στους λειμώνες, ή σε ψηλά βουνά, ή στις παρυφές ενός βουνού. Η σχέση του αναγνώστη με τη φύση έτσι γίνεται βιωματική και οργανική κι έτσι δικαιολογούνται οι πολλές οπτικές οι οποίες εναλλάσσονται στα ποιήματα. Η πρόσληψη και η απόδοση των τοπίων αλλά και των εκτυλισσόμενων γεγονότων γίνεται αβίαστα. Όλο το είναι του αναγνώστη συμμετέχει στα δρώμενα. Ο νους, η καρδιά, η ψυχή του ανθρώπου, γονιδιακές αναμνήσεις οι οποίες ξυπνούν την ώρα της ανάγνωσης και υποτάσσονται όλα στον τελικό σκοπό. Συναισθήματα που βγαίνουν αυθόρμητα, συγκινήσεις και ευαισθησίες. Κι όλα αυτά γίνονται σύμβολα τα οποία υπηρετούνε μία ανώτερη σημειολογία και καταλήγουν εκεί όπου ο ποιητής θέλει να καταλήξει.
«Το άγγιγμα της φύσης» είναι ένα ταξίδι. Συνοδοιπόροι σ’ αυτό το ταξίδι είναι ο άνθρωπος, ο αέρας, ο ήλιος, ο ουρανός, η νύχτα, τα φυτά, η θάλασσα, όλη η πλάση. Η πλάση όμως η οποία δεν είναι αποκομμένη από τον δημιουργό της και δεν είναι εναντιωμένη στον διορισμένο διαχειριστή της, στον άνθρωπο. Έτσι ευκαίρως-ακαίρως γίνεται αναφορά στον Πλάστη, στον ουράνιο Πατέρα. Γίνεται όμως με τόσο σεβασμό, με τόση ευαισθησία και με τόση ανεπαίσθητη λεπτότητα που εν τέλει δεν σε αφήνει ασυγκίνητο. Κάπως έτσι εισπράττουμε την αυθόρμητη αναφορά του Φίλιππου στον Θεό. Και ακριβώς εκεί ενυπάρχει η αρμονία που επιζητάει ο ποιητής. Στην τριμερή σχέση ανθρώπου, Θεού και φύσης. Η σχέση αυτή είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη για να επισφραγιστεί ο τίτλος της συλλογής «Το άγγιγμα της φύσης». Το «άγγιγμα» αυτό οπωσδήποτε είναι αμφίδρομο ή αν μου επιτρέπουν οι φιλόλογοι τον αδόκιμο όρο, τρίδρομο. Είναι «άγγιγμα» του αναγνώστη προς τη φύση, της φύσης προς τον αναγνώστη, προς τον άνθρωπο και των δύο προς και από τον Θεό. Και αυτό εν τέλει μαρτυρεί το ήδη διαπιστωμένο από τη σχέση μου με τον Φίλιππο, τον οποίο προσφάτως γνώρισα, όμως οι ανθρώπινες σχέσεις πολλές φορές γρήγορα εκτυλίσσονται και είναι ουσιαστικές και αληθινές, μαρτυρεί το ήθος του ποιητή, το ήθος του Φίλιππου. Η έμπνευσή του είναι θείο δώρο. Όπως μου απαντάει και στη σχολή όταν τον ρωτώ για την αστείρευτη δημιουργία του. Δίνει ο Θεός λέει, χαμηλώνοντας τα μάτια και εξυψώνοντας έτσι το πνεύμα του. Δεν θέλω να πω περισσότερα για τον Φίλιππο. Είναι όμως πολύ σπουδαίο το γεγονός και το αναγνωρίζουμε όλοι και οι ευχαριστίες είναι πολλές ότι τον κόπο και την έμπνευσή του, αυτά τα δύο βιβλία που κρατάτε έχουν πολύ κόπο και πολύ έμπνευση, τα δωρίζει σήμερα στον Θεό. Η απόληξη των ποιημάτων σε ξαφνιάζει ευχάριστα με την απώθηση των πάντων στο Θεό.