Μια είδηση που κρύβει μέσα της μια βαθιά κοινωνική παθογένεια. Γιατί περιλαμβάνει τον ευτελισμό των εθίμων, την ανυπαρξία κάθε ορίου και την αποτυχία των επάλληλων υποστηρικτικών θεσμών της ανηλικότητας. Και αναμφίβολα, οι μηδενισμοί δεν είναι ούτε παραγωγικοί ούτε δημιουργικοί, καθώς υποβαθμίζουν εκείνους τους ανηλίκους που με την καθημερινή στάση τους, γεμίζουν υπερηφάνεια τους ενήλικες, όμως, απέναντι σε τέτοια περιστατικά, πρέπει συνολικά η κοινωνία να εγκύπτει, με πρωταρχικό στόχο την ενδυνάμωση των προληπτικών μηχανισμών της.
Δυστυχώς, το περιστατικό αυτό δεν είναι μεμονωμένο. Η βία ανάμεσα στους ανηλίκους βαίνει συνεχώς αύξουσα. Τα στοιχεία είναι εκκωφαντικά. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., μόνο το έτος 2023, 10.776 ανήλικοι διέπραξαν παράνομες πράξεις, με τους 1.100 από αυτούς να είναι μέχρι 11 ετών και 1.400 από 12 έως 14 ετών. Η αύξηση, μάλιστα, στις ληστείες με δράστες ανηλίκους, κατά το πρώτο 8μηνο του 2023, σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022, ανήλθε σε ποσοστό 56%.
Το κυριότερο, όμως, και το πλέον ανησυχητικό είναι τα χαρακτηριστικά της εγκληματικής συμπεριφοράς των ανηλίκων, που τόσο εύστοχα περιγράφονται στη με αριθμό 2/2024 εγκύκλιο της κ. αντιεισαγγελέως του Αρείου Πάγου: «Συμμορίες ανηλίκων στα πρότυπα της μαφίας, ...έφηβοι που διευθύνουν με μαεστρία εγκληματικές οργανώσεις και επιδίδονται σε επιθέσεις με ανελέητους ξυλοδαρμούς, αιματηρά ξεκαθαρίσματα λογαριασμών, ληστείες, διακίνηση ναρκωτικών ακόμη και όπλα».
Στα παραπάνω -ήδη κοινωνικά τρομακτικά- προστίθενται και περιστατικά βασανισμών ζώων από ανηλίκους. Αυτή η έλλειψη στοργής και αγάπης προς πλάσματα κατά κανόνα πιο αδύναμα από τον άνθρωπο, υποδηλώνει συχνά την έλλειψη στοργής και αγάπης που έχει βιώσει ο ίδιος ο δράστης.
Αναμφίβολα, ο πρώτος ανασχετικός θύλακας -πρέπει να- είναι αρχικά η στενή και κατ’ επέκταση η ευρύτερη οικογένεια. Τι συμβαίνει, όμως, όταν η παθογένεια εκκινεί από την οικογένεια; Πώς προσδιορίζονται τα όρια ανάληψης δράσης και πρωτοβουλιών, καθώς και οι συνέργειες των λοιπών υποστηρικτικών θεσμών, ώστε να αποφευχθούν φαινόμενα αποτροπής παροχής βοήθειας στον ανήλικο και απώλειας πολύτιμου χρόνου, με συνέπεια τη βύθιση του ανηλίκου στον κόσμο της παραβατικότητας;
Είναι σαφές ότι η επίλυση του ζητήματος βρίσκεται ακριβώς σε αυτόν τον συγκερασμό των δυνάμεων και μάλιστα στον κατάλληλο χρονισμό.
Η δικαιοσύνη επιλαμβάνεται μονάχα κατασταλτικά, όταν ήδη έχει εκδηλωθεί η παραβατική συμπεριφορά, έστω σε επίπεδο απόπειρας. Το στοίχημα, όμως, μπορεί και πρέπει να κερδηθεί πρωτίστως στο προληπτικό επίπεδο.
Η βία στους ανηλίκους πρέπει να μας προβληματίσει όλους. Γιατί νομοτελειακά οδηγεί σε έναν κόσμο χειρότερο, τα δεινά του οποίου αναπόφευκτα υφιστάμεθα και θα υποστούμε όλοι.
Και είναι βασική ευθύνη των ενηλίκων να διαμορφώσουν τις συνθήκες για ένα καλύτερο αύριο.
Όταν η διαπαιδαγώγηση των παιδιών δε θα επαφίεται μόνο στο tablet και το κινητό, αλλά θα βασίζεται σε ζωντανές εμπειρίες που ενισχύουν τις ανθρώπινες σχέσεις.
Όταν θα καταπολεμάμε τον εθισμό των ανηλίκων στα κακώς κείμενα του διαδικτύου, έχοντας πρώτα διασώσει τους εαυτούς μας από αυτά.
Όταν θα επιτρέπουμε στην εκπαίδευση να εκπληρώνει την πραγματική αποστολή της, εγκαθιδρύοντας ένα πλαίσιο συλλειτουργίας, συνεργασίας και συνδρομής, και όχι αποδυνάμωσης της θεσμικής της αξίας.
Όταν θα μάθουμε να ακούμε τους ειδικούς και να μην τους απορρίπτουμε εκ προοιμίου, και φυσικά, όταν θα αποδεχτούμε, ότι, κάποιες φορές, πρέπει να ζητάμε και να δεχόμαστε βοήθεια.
Και τέλος, όταν απλά θα καταλάβουμε ότι δεν τα ξέρουμε όλα και έτσι αποτινάξουμε τον στείρο εγωισμό, θέτοντας ως ιερό στόχο τη συμβολή του καθένα μας στη σφυρηλάτηση σωστών και άξιων ανθρώπων.
* Η Αικατερίνη Κ. Γανίδη είναι δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, διδάκτωρ Δημοσίου
Δικαίου Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, Π.Μ.Σ. «Ιατροδικαστική - Ψυχιατροδικαστική» Ιατρικής Σχολής Α.Π.Θ.