Του Δημήτρη Χατζηευθυμίου
ΤΟ άρθρο του πρωθυπουργού στο Κυριακάτικο «Έθνος», είναι αποκαλυπτικό των διαθέσεών του. Το εξ αντιδιαστολής συμπέρασμα ότι δεν θα τινάξουμε τη χώρα στον αέρα, σημαίνει πρακτικά ένα μόνο πράγμα: θα συμφωνήσουμε και αυτή τη φορά στις απαιτήσεις της τρόικας, με το αναγκαίο βεβαίως επικοινωνιακό περιτύλιγμα: επισείοντας τον κίνδυνο της καταστροφής, υπερτονίζοντας τα σημεία εκείνα των προτάσεών μας στα οποία οι τροϊκανοί υποχώρησαν υποβαθμίζοντας τις δικές μας υποχωρήσεις.
Όταν όμως μέχρι προχθές διακήρυσσες σε όλους τους τόνους ότι «δεν θα υπάρξουν νέα μέτρα», «δεν θα χρειαστεί άλλο μνημόνιο», «βγήκαμε στο ξέφωτο» και άλλα τέτοια …γραφικά, πώς να δικαιολογήσεις τώρα ότι είσαι ακόμη σε βαθύ σκοτάδι (έστω κι αν νομίζεις ότι είναι λίγο πριν την ανατολή).
Ως εκ τούτου, οτιδήποτε και να συμφωνηθεί, όταν εσύ ξεκινάς μια διαπραγμάτευση χωρίς καμία διεκδίκηση και από την άλλη η τρόϊκα τα θέλει όλα, είναι προφανές ότι ένας μόνο μπορεί να είναι κερδισμένος: και αυτός δεν είσαι εσύ.
* * *
Η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης και αυτή τη φορά δεν ξέφυγε από την πεπατημένη: φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ και η εμμονή του να πάει σε πρόωρες εκλογές. Δηλαδή σε πολιτική αστάθεια, κάτι που δεν θέλουν οι αγορές και οι δανειστές μας.
Προφανώς θα πρέπει να μας εξηγήσει κάποιος γιατί οι εκλογές παραπέμπουν σε πολιτική αστάθεια. Κυρίως να μας το εξηγήσουν οι πρώτοι διδάξαντες: και το ΠΑΣΟΚ προκάλεσε εκλογές το 2009 και η ΝΔ τις ζήτησε το 2012, εν μέσω κρίσης.
Ας δεχτούμε όμως την επιχειρηματολογία τους. Χρεώνουν λοιπόν τα υψηλά επιτόκια και τη διάθεση των αγορών, στο ότι το 2015 δεν ξέρουν τι τους ξημερώνει στην Ελλάδα. Ποιος δηλαδή θα κυβερνά και προς τα πού θα οδηγήσει τα πράγματα.
Αλλά έτσι δεν είναι σαν:
- αφενός να δικαιολογούν -αν δεν στέκονται αρωγοί- τη θέση των αγορών που φουσκώνουν τις απαιτήσεις τους για να αυξήσουν τις διασφαλίσεις τους. Είναι δηλαδή προφανές ότι οι δανειστές επιθυμούν να συνεργάζονται με τη σημερινή κυβέρνηση την οποία θεωρούν σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμη (αν όχι δεδομένη) και όχι με τους αγνώστους και απρόβλεπτους ΣΥΡΙΖΑίους (…και ό,τι άλλο τους προκύψει). Κάτι όμως που δε περιποιεί ιδιαίτερη τιμή στους κυβερνώντες μας. Οι οποίοι μάλιστα είχαν επενδύσει ακριβώς σε αυτό: περίμεναν ότι θα μας κάνουν εύκολη τη ζωή ακριβώς γιατί μας χρειάζονται. Ζήτησαν δηλαδή συναίσθημα και αλληλεγγύη από τις αγορές! Οποία αφέλεια!
- αφετέρου, υποβοηθούν αυτό που οι αγορές υποστηρίζουν έστω και συγκαλυμμένα: ότι δηλαδή σε εποχές, όπως αυτή που βιώνει η Ελλάδα, η δημοκρατία πρέπει να υποχωρεί. Οι διαδικασίες οφείλουν να υποτάσσονται στα κελεύσματα εκείνων που δανείζουν, αφού πάνω από τα κεφάλια μας και τη χώρα επικρέμαται πάντα η οικονομική τιμωρία διότι «δεν συνεμορφώθημεν προς τας υποδείξεις».
Όπως πολύ παραστατικά έλεγε προχθές ο Άδωνις, οι εκλογές έχουν και το τίμημά τους.
* * *
ΑΝ λοιπόν συμφωνήσουμε μαζί του και το τελικό του συμπέρασμα: αυτός είναι δυστυχώς ο κόσμος των αγορών από τον οποίο εξαρτιόμαστε, επομένως …σκάστε και κολυμπάτε, το μόνο ερώτημα που έχω είναι: σε ένα τέτοιο κόσμο, γιατί χρειαζόμαστε τον κ. Άδωνι και τους συναδέλφους του;
Αλλά ξέχασα: γιατί πάντα υπάρχει περιθώριο να κατευθύνεις τους όποιους πόρους του κουμπαρά σου και να (ψιλο)ρυθμίζεις τις ζωές των ανθρώπων, ανάλογα με το ποιοι πελάτες-ψηφοφόροι σε εκλέγουν τους οποίους και πρέπει να εξυπηρετήσεις.
Ύστερα υπάρχει και η εγχώρια οικονομική ελίτ, που θέλει τα στηρίγματά της (λέει πολλά ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας στην κυριακάτικη συνέντευξή του στην «Ε»).
Υ.Γ.: Σύμφωνα πάντως με το «Σπίγκελ», η άνοδος των επιτοκίων και η εμμονή των δανειστών για νέα μέτρα, δεν οφείλεται στη σπουδή της αντιπολίτευσης να οδηγήσει σώνει και καλά τον τόπο σε πρόωρες εκλογές, αλλά στην κυβερνητική ρητορική περί τέλους των Μνημονίων και εξόδου στις αγορές. Μια κίνηση που οι ίδιες αγορές προεξόφλησαν ως εντελώς άκαιρη και αντέδρασαν σα να λένε: εμάς μας ρωτήσατε;