Του Ηλία Κανέλλη
Το 2010, η Ελλάδα έφτασε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και μόνο χάρη στους εταίρους και δανειστές τη σκαπούλαρε, ουσιαστικά οδηγούμενη σε καθεστώς ελεγχόμενης χρεοκοπίας. Οι συνέπειες είναι γνωστές. Τεράστια πτώση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της, έκρηξη της ανεργίας και της μαύρης εργασίας και υποχρέωση εκ μέρους της Πολιτείας να κάνει σύντομα οδυνηρές μεταρρυθμίσεις, ο αντίκτυπος των οποίων πρωτίστως θα φαινόταν στην προσφορά και στις συνθήκες εργασίας, καθώς και στις αμοιβές.
Ο δρόμος δεν έμοιαζε ρόδινος. Από την αρχή έγινε φανερό ότι η νέα συνθήκη εμπεριείχε κοινωνικές αδικίες και οπισθοδρομήσεις, αλλαγές προσωπικών σχεδίων, δημιουργία νέων ομάδων φτωχών και απόρων και, πάντως, η χώρα εισείρχετο σε μια έκτακτη συγκυρία, υπαγορευμένη από τις συνθήκες. Αντί να χρεοκοπήσει ατάκτως η χώρα και να βρεθούμε σε μια συνθήκη τύπου «ο καθένας για τον εαυτό του κι ο θεός εναντίον όλων», συμφωνήσαμε να αναδιαρθρώσουμε το κράτος ώστε να βγούμε ισχυρότεροι από αυτή τη συγκυρία. Στην αναδιάρθρωση προβλεπόταν, μεταξύ άλλων, δικαιότερο και αποτελεσματικότερο φορολογικό σύστημα (που θα διόρθωνε μόνιμες δυσπραγίες έως τη χρεοκοπία, όπως π.χ. ο πολύ χαμηλός φόρος ακίνητης περιουσίας), μικρότερο και αποτελεσματικότερο (χάρη και στην εισαγωγή των νέων τεχνολογιών) Δημόσιο, καταπολέμηση των στρεβλώσεων της αγοράς που εμποδίζουν τον ανταγωνισμό (αυτός ήταν ο στόχος της προσπάθειας για άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων), διόρθωση του ασφαλιστικού συστήματος, η σπατάλη γύρω από το οποίο το καθιστούσε άρρωστο και θνησιγενές. Μαζί με την καταπολέμηση ορισμένων μόνιμων εστιών διαφθοράς (όπως, π.χ., το κύκλωμα του φαρμάκου στις νοσοκομειακές προμήθειες), οι προϋποθέσεις για δυναμικότερη επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη, εκκινώντας από μια υγιέστερη βάση, ήταν δυνατές.
Αλλά όσοι έλπισαν ότι τα πράγματα θα πάρουν τον δρόμο τους δεν υπολόγισαν το πολιτικό σύστημα. Την τροχοπέδη κάθε αλλαγής.
***
Την κρισιμότητα της κατάστασης αρνήθηκε να καταλάβει ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας στο όνομα της διαμαρτυρίας, της αγανάκτησης ή και της απείθειας, της «αντισυστημικότητας». Δεν ήταν όμως η πρωτοπορία. Διότι, ήδη, την κρισιμότητα της κατάστασης είχε αρνηθεί να κατανοήσει το πελατειακό πολιτικό σύστημα.
Συλλήβδην τα πολιτικά κόμματα συντονίστηκαν γύρω από το αντιμνημονιακό αίτημα, και άρχισαν να το προβάρουν σε διάφορες εκδοχές. Ο Γιώργος Παπανδρέου, π.χ., ο οποίος και κατέφυγε στη διεθνή οικονομική επιτήρηση, προφανώς πιστεύοντας ότι όλα είναι θέμα κλίματος και κακής συγκυρίας και ότι μπορούν να γυρίσουν εύκολα, ήταν ο πρώτος στην τακτική της κωλυσιεργίας. Επί διακυβέρνησής του, μάλιστα, επινοήθηκαν τα περίφημα «ισοδύναμα μέτρα» (που επιβάρυναν, ακόμα μια φορά, τα συνήθη υποζύγια της φορολογίας) προκειμένου να μην θιγούν σοβαρά τμήματα της παραδοσιακής κομματικής πελατείας μηχανισμών όπως αυτός του ΠΑΣΟΚ, κυρίως στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ. Τελικά, κατέρρευσε όταν, σε ένα ιδιαίτερα ταραγμένο κοινωνικά περιβάλλον, επιχείρησε να εμφανιστεί ως κυβέρνηση περιορισμένης ευθύνης, αναγγέλλοντας δημοψήφισμα για τις κρίσιμες αποφάσεις, τις οποίες όμως, ως εκ της φύσεως του πολιτικού συστήματος, που είναι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, δεν μπορούσε να παίρνει ο «λαός» υπό το βάρος της συγκυρίας αλλά η εκλεγμένη υπεύθυνη υποτίθεται κυβέρνηση.
Ο Αντώνης Σαμαράς ήταν εξαρχής εναντίον του μνημονίου. Υποτίθεται ότι είχε τις μαγικές λύσεις, τις οποίες είχε εκφωνήσει στο Ζάππειο. Χωρίς να το λέει αμέσως, είχε κι αυτός συνταχθεί με την αμεσοδημοκρατική διαμαρτυρία που, από το καλοκαίρι του 2011 και στη συνέχεια, γέννησε πολιτικά τέρατα. Τελικά, φύσει εξουσιαστικός, πήρε την εξουσία και, για ένα διάστημα, στην τρικομματική κυβέρνηση, έπαιξε τον ρόλο του μεταρρυθμιστή - έχοντας στο οικονομικό υπουργείο τον Γιάννη Στουρνάρα, αφήνοντας δηλαδή επίτηδες να αιωρείται μια αβεβαιότητα για το ποιος λαμβάνει τις κρίσιμες αποφάσεις. Ωστόσο, όταν ένιωσε ότι εδραιώθηκε, συνέχισε να κάνει παιχνίδι ως δεξιός κρατιστής (και εθνικιστής) - ώσπου η πολιτική του να οδηγήσει στα πρόθυρα νέας αβεβαιότητας, όταν βιάστηκε να ανακοινώσει ότι η χώρα απαλλάσσεται από το ΔΝΤ κι οσονούπω από τα μνημόνια. Το στραπάτσο που του επιφύλαξαν οι αγορές ακόμα αδυνατεί να το διαχειριστεί - κι αν η χώρα επιστρέψει στο κενό, θα συγκαταλέγεται στους κορυφαίους υπεύθυνους.
Ο Αλέξης Τσίπρας πολιτεύτηκε ως αριστερός της απόλυτης άρνησης. Εισέπραξε κάθε είδους διαμαρτυρία, έφτιαξε μια αλλοπρόσαλλη κοινοβουλευτική ομάδα, αλλά, το χειρότερο, η κατάργηση των συνιστωσών δεν τον βοήθησε να ελέγξει το κομματικό παιχνίδι. Αυτή τη στιγμή συνεχίζει να υπόσχεται πράγματα τα οποία αντιβαίνουν σε κάθε πραγματισμό. Αλλά, όπως έδειξε και το φιάσκο της επίσκεψης των οικονομικών επιτελών του, των καθηγητών Σταθάκη και Μηλιού στο Λονδίνο, όπου επιχείρησαν να κατευνάσουν τους εκπροσώπους των επενδυτών και των αγορών, ο ΣΥΡΙΖΑ εκ των πραγμάτων θα συνεχίσει να είναι παράγων αβεβαιότητας στη χώρα. Ο κ. Τσίπρας, όλο και πιο πολύ, μοιάζει όμηρος της ρητορικής και των επιλογών του. Αν ήμουν στη θέση του, θα έκανα ό,τι μπορώ για να αποφύγω το πικρό ποτήρι μιας πιθανής εσπευσμένης διακυβέρνησης. Αλλά ευτυχώς δεν είμαι στη θέση του και δεν ξέρω τα σχέδιά του, τα οποία θα πρέπει να του αποφέρουν μεγάλο στρες.
***
Συμπέρασμα; Το 2014, η Ελλάδα βρίσκεται στην ίδια κατάσταση με το 1910. Σε συνθήκη οικονομικής αβεβαιότητας, με τους εταίρους και δανειστές να τη θεωρούν σε μεγάλο βαθμό χαμένη υπόθεση και τους πολιτικούς αδύναμους να κατανοήσουν και να διαχειριστούν προβλήματα που πρωτίστως είναι πολιτικά.
Ή να παραμερίσουν για να τα διαχειριστούν κάποιοι άλλοι, πιο διατεθειμένοι και πιο πραγματιστές.
Και στο μεταξύ, η χώρα ξαναβρίσκεται ακόμα μια φορά μπροστά στο κενό...