Το εν λόγω άρθρο, ψέγει εμφανώς την πολιτική παρέμβαση του Αντώνη Σαμαρά, αντιπαραβάλλοντας με έντεχνο τρόπο την (καλώς εννοούμενη) πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη, ωστόσο τα όσα αρνητικά αναφέρει ο αρθρογράφος κάλλιστα θα μπορούσαν να αφορούν και τον πρωθυπουργό, μια και διαβάζουμε ότι «αυτοί που μεγάλωσαν μέσα σε πολιτικά τζάκια θεωρούν τη μετοχή τους στο σύστημα περίπου ως αυτονόητο και ισόβιο δικαίωμα... Άδικα λένε μερικοί πως το πολίτευμα της Ελλάδας είναι η κληρονομική Δημοκρατία;».
H περίπτωση του Αντώνη Σαμαρά εξιτάρει τον αρθρογράφο μας, όπως ομολογεί, καθότι «στο βάθος είναι δύο κόσμοι που συγκρούονται σε μια αποφασιστική καμπή για τη χώρα.
Από τη μια ο κόσμος της παλιάς Ελλάδας ...που παραμυθιάζεται με συνθήματα... Κι από την άλλη η Ελλάδα του ρεαλισμού και της ενσυναίσθησης. Μια κοινωνία που λέει ότι είναι καιρός να ασχοληθούμε επιτέλους με τα πραγματικά μας προβλήματα. Και που δεν δέχεται με τίποτε συμπεριφορές τύπου Αυγενάκη που ευδοκιμούσαν στα χρόνια του παλιού κομματικού κόσμου». Αλήθεια, βλέπουμε να ασχολείται με αυτά η κοινωνία; Διότι εάν ανοίξεις εφημερίδες, site, και τηλεοπτικά κανάλια, διαπιστώνουμε ότι αυτό που ως πρώτο θέμα παίζει για καιρό θα αφορά τη δολοφονία κάποιου βαρώνου της νύχτας ή τη φοροδιαφυγή ενός καλλιτέχνη ή τον χωρισμό δημοφιλούς ζευγαριού κλπ. – για παράδειγμα, εν μέσω φρικαλεοτήτων στη Γάζα, κρατικό κανάλι της ΕΡΤ ασχολούνταν με την ελληνική μόδα!
Τη στιγμή που ο κόσμος ταλαιπωρείται θανάσιμα σε νοσοκομεία εξαιτίας έλλειψης προσωπικού, αναδεικνύοντας επομένως ένα όντως υπαρκτό πρόβλημα.
Τώρα όσον αφορά την περίπτωση πρώην υπουργού ο οποίος διαγράφεται μετά από απρεπή συμπεριφορά, οφείλουμε να πούμε ότι σε αυτό καθοριστικό ρόλο παίζει η μαρτυρία οπτικού υλικού, με άλλα λόγια, άνευ κάμερας θα μιλούσαμε για παραπομπή;
Η επιλογή φυσικά του προσώπου βαραίνει τον πρωθυπουργό, χάριν του επιτελικού κράτους της αριστείας, για να είμαστε ειλικρινείς, δηλαδή, η στραβοτιμονιά καθοδόν είναι κάτι ανθρώπινο, αφορά τους πάντες, αλλά το ζήτημα είναι ποιους επιλέγεις εξαρχής στο τιμόνι της διακυβέρνησης της χώρας. Εξυπακούεται ότι θα συμφωνήσουμε -με τον αρθρογράφο- ότι πατριώτης είναι ο πολιτικός που δουλεύει για να φτιάξει τη χώρα του, να την εκσυγχρονίσει, εξασφαλίζοντας την ευημερία των πολιτών.
Ερώτηση άμεση: Τα πολυποίκιλα επιδόματα (pass) της κυβέρνησης Μητσοτάκη, μήπως συνιστούν εύκολη συνταγή μιας ψευδεπίγραφης ευημερίας; Σε κάποιο σημείο πάλι του εν λόγω άρθρου, εντύπωση προκαλεί η αναφορά στην περίπτωση του Κιγκινάτου, του Ρωμαίου στρατηγού που αποσύρθηκε από την πολιτική μόλις έληξε η θητεία του, κάτι που δεν αναμένει από τον Σαμαρά, όπως δηλώνει ο αρθρογράφος. Αντί του Ρωμαίου, εξάπαντος θα ήταν προτιμότερο να έχουν ως παράδειγμα οι πολιτικοί μας τον Αριστείδη τον Δίκαιο, ο οποίος όχι μόνο βοήθησε έναν τυφλό να ψηφίσει υπέρ του εξοστρακισμού του [!], αλλά παρά το γεγονός ότι ανήκε στην αντίθετη παράταξη από εκείνη του Θεμιστοκλή και ιδιαίτερα μετά τις έντονες διαφορές τους, κατόρθωσε να συντονιστεί μαζί του και έτσι να συμβάλει αποφασιστικά προς το συμφέρον της πατρίδας του μάλιστα, όταν ο ίδιος αποχώρησε από την πολιτική σκηνή και ο Θεμιστοκλής δέχονταν τα πλήγματα του πολιτικού αντιπάλου του, ο Αριστείδης αρνήθηκε να χαρεί τη δυστυχία του πρώην αντιπάλου του.
Θλίψη επίσης προκαλεί - ίσως ό,τι πιο άστοχο έχει γραφτεί τελευταία - η διαπίστωση ότι όσο κι αν ο κόσμος βρίζει τον Μητσοτάκη που «ακρίβυναν οι πάνες, τα σαμπουάν και οι σερβιέτες στα σούπερ μάρκετ, οι Έλληνες κατάλαβαν πως το πρόβλημα της χώρας είναι σύνθετο και απαιτεί χρόνο...»: Το κρέας, το γάλα, το ελαιόλαδο; Αυτά παραμένουν σταθερά στις τιμές τους ή μήπως γονατίζουν σήμερα τα νοικοκυριά; Άραγε, οι οικογένειες με δυσκολία τα βγάζουν πέρα εξαιτίας σερβιετών; Ή μήπως, έχουν την πολυτέλεια να σκεφθούν περί σύνθετων προβλημάτων όταν απλώς αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς του σπιτιού; Το εν λόγω άρθρο πάντως κλείνει με τον φόβο μην τυχόν και ρίξει την κυβέρνηση ο Σαμαράς -όπως άλλοτε- και έτσι «σπρώξει τη χώρα στην αβεβαιότητα.
Και τότε θα πάμε ξανά πολύ πίσω. Και δεν θα το αντέξουμε» [!] Ο δικός μου φόβος αφορά κάτι άλλο: μήπως βιώνουμε πια εκείνο που είχε πει ο Αβραάμ Λίνκολν, ότι δηλαδή, “η ψήφος είναι πιο δυνατή από τη σφαίρα. Με τη σφαίρα μπορεί να σκοτώσεις τον εχθρό σου. Με την ψήφο μπορεί να σκοτώσεις το μέλλον των παιδιών σου”. Σε κάθε περίπτωση, είναι υγιές και απαραίτητο να αλληλεπιδρούμε, να συνδιαλεγόμαστε, είτε δημόσια, είτε ιδιωτικά, εάν θέλουμε να παραμείνει ζωντανή η δημοκρατία μας.
Ζιώγας Απόστολος,
βιολόγος