Οι βασιλικές εφημερίδες, το στρατιωτικό ημερολόγιο που διατηρούσε το επιτελείο, μας παρέχουν μία λεπτομερή καταγραφή των τελευταίων δεκατριών ημερών του Αλεξάνδρου: ότι ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του Μηδίου του Λαρισαίου, του πλέον έμπιστου από τους εταίρους, και έπινε και διασκέδαζε στο σπίτι του. Παρών ήταν και ο Ιόλας, αδερφός του Κασσάνδρου και αρχιοινοχόος. Κι εκεί, αφού ήπιε όλη νύχτα και την επόμενη μέρα, λούστηκε, έφαγε πολύ λίγο και κοιμήθηκε εκεί διότι πλέον είχε λίγο πυρετό. Στις 18 του μηνός Δαισίου κοιμήθηκε στον χώρο του λουτρού λόγω του πυρετού. Την επόμενη μέρα, αφού λούστηκε, επέστρεψε στο θάλαμο και πέρασε όλες τις ώρες παίζοντας κύβους με τον Μήδιο. Έπειτα, λούστηκε το βράδυ, πρόσφερε θυσία στους Θεούς, έφαγε, αλλά όλη τη νύχτα είχε πυρετό. Στις 20 του μηνός λούστηκε πάλι, πρόσφερε στους Θεούς την καθιερωμένη θυσία και ξαπλωμένος στο χώρο του λουτρού ξεκουραζόταν με τον Νέαρχο και τους φίλους του, ακούγοντας τα σχετικά με τον περίπλου και τη μεγάλη θάλασσα. Στις 21 του μηνός, αφού έκανε τα ίδια, ανέβασε πολύ πυρετό και τη νύχτα υπέφερε πολύ, και την επόμενη μέρα ψήθηκε στον πυρετό. Μεταφέρθηκε από εκεί και ξάπλωσε κοντά στη μεγάλη κολυμβήθρα, όπου συζήτησε με τους στρατηγούς για τη διοίκηση των ταγμάτων που δε διέθεταν αρχηγούς, για να τοποθετήσουν δοκιμασμένους. Στις 24 του μηνός, με πολύ υψηλό πυρετό, ξανασηκώθηκε και θυσίασε. Στους ανώτατους αξιωματικούς έδωσε διαταγή να μείνουν στην αυλή του και στους ταξίαρχους και πεντακοσίαρχους να διανυκτερεύσουν έξω. Στις 25 του μηνός μεταφέρθηκε στο παλάτι απέναντι, κοιμήθηκε λίγο, αλλά ο πυρετός δεν έπεσε. Κι όταν ήλθαν εκεί οι στρατηγοί, παρέμενε αμίλητος, όμοια και στις 27 του μηνός. Γι’ αυτό, ανησύχησαν οι Μακεδόνες ότι είχε πεθάνει και κραύγαζαν από λύπη συγκεντρωμένοι έξω από τις πύλες και απειλούσαν τους εταίρους, μέχρι που τους εξανάγκασαν να τις ανοίξουν και αφού ανοίχθηκαν, όλοι παρέλασαν μπροστά από το κρεβάτι του, σιωπηλοί, ένας - ένας ξεχωριστά, μόνο με τους χιτώνες τους, χωρίς όπλα. Κι εκείνος, άφωνος, τους χαιρετούσε όλους με δυσκολία, σηκώνοντας το κεφάλι του ή κάνοντας κάποιο νεύμα με τα μάτια. Αυτή την ημέρα στάλθηκαν ο Πύθωνας και ο Σέλευκος στο Σεραπείο και ρώτησαν αν πρέπει να μεταφέρουν εκεί τον Αλέξανδρο, και ο Θεός απάντησε να τον αφήσουν στη θέση του…» (Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι, Αλέξανδρος).
Κατά το δειλινό της 13ης Ιουνίου του 323 π.Χ., μαζί με την αναπνοή του, σταματά και η αναπνοή της ίδιας της ιστορίας. Ο μεγάλος άνθρωπος, για τον οποίο ο Πλούταρχος έγραψε τον πρωτάκουστο έπαινο ότι θεωρούσε «του νικάν τους πολεμίους το κρατείν εαυτού βασιλικώτερον», δεν υπάρχει πια.
Ένας απέραντος θρήνος ξεχύνεται από τα τείχη της Βαβυλώνας και απλώνεται σε όλη την Οικουμένη. Έλληνες και Πέρσες θρηνούν. Η μητέρα του Δαρείου Σισύγαμβη αποφάσισε να μη βάλει τροφή στο στόμα της. Πέντε ημέρες αργότερα πεθαίνει.
Κανείς δεν ταυτίστηκε τόσο πολύ με την παγκόσμια ιστορία όσο ο Αλέξανδρος. Το παιδικό όνειρό του να ξεπεράσει σε δόξα τον πρόγονό του Αχιλλέα είχε γίνει πραγματικότητα: Αλέξανδρος, Ηφαιστίων, Κρατερός, Πτολεμαίος, Κλείτος, οι νεαροί που έπαιζαν με ξύλινα σπαθιά στην Μίεζα υπό την επίβλεψη του αυστηρού Λεωνίδα, του Λυσιμάχου και του Αριστοτέλη και ονειρεύονταν να κατακτήσουν τον κόσμο. Από την μικρή μας Μακεδονία έως την Ινδία και από την Ήπειρο έως τα νότια σύνορα της Αιγύπτου είχαν δημιουργήσει μία απέραντη Μακεδονική κοσμοκρατορία. «Ο Όμηρος διαβαζόταν από όλους, και τα παιδιά των Περσών, των Σουσιανών και των Γεδρωσών τραγουδούσαν τις τραγωδίες του Ευριπίδη και του Σοφοκλή» γράφει ο Πλούταρχος. Η δε Ελληνική γλώσσα μιλιόταν ή γινόταν κατανοητή από τα ¾ της οικουμένης.
Στα μελλοντικά σχέδιά του ήταν ο περίπλους και η κατάκτηση της ηπειρωτικής Αραβίας, και η εξερεύνηση των ακτών της Βόρειας Αφρικής όπου δέσποζε το ισχυρό κράτος της Καρχηδόνας. Είναι επίσης βέβαιο πως γνώριζε την ύπαρξη της ανερχόμενης δύναμης των Ρωμαίων. Ο θείος του Αλέξανδρος Α´ της Ηπείρου είχε εκστρατεύσει στην Ιταλία την ίδια περίοδο με τις εκστρατείες του Αλεξάνδρου στην Ασία. «Είμαστε τυχεροί που ο Αλέξανδρος πέθανε τόσο νέος» έχει ειπωθεί από πολλούς Ρωμαίους στρατηγούς. Επιπλέον, είχε σχεδιάσει την ανέγερση εξαιρετικά μεγαλεπήβολων κτισμάτων και ναών, καθώς και την κατασκευή ενός τεράστιου στόλου στην Αλεξάνδρεια κατά τα πρότυπα του Τρωικού πολέμου. Πόσο διαφορετικός θα ήταν ο κόσμος σήμερα εάν ο Αλέξανδρος... Στο σύντομο πέρασμά του, σε μόλις 33 χρόνια, ανίκητος και πολεμώντας ακατάπαυστα ο ίδιος στην πρώτη γραμμή, διέλυσε κυριολεκτικά το κραταιό Περσικό κράτος για να δημιουργήσει έναν απέραντο «Ελληνικό καινούργιο κόσμο Μέγα» όπως αναφέρει ο Καβάφης.
Οποιοσδήποτε μπορεί να γράψει την άποψή του για ένα ιστορικό πρόσωπο. Αξία όμως, έχουν μόνον οι πηγές. Και το άρθρο αυτό βασίζεται στις εγκυρότερες πηγές της αρχαιότητας: Διόδωρος Σικελιώτης, Κούρτιος, Πλούταρχος και κυρίως ο Αρριανός που μας μεταφέρει τα γραπτά του ίδιου του Πτολεμαίου. «Ούτε και εις εμέ φαίνεται ότι άνευ θείας δυνάμεως έγινεν ο Αλέξανδρος, ο οποίος δεν μοιάζει με κανέναν άλλο θνητό». Με την χαρακτηριστική αυτή φράση ο Αρριανός, ολοκληρώνει το βιβλίο του «Αλεξάνδρου Ανάβασις». Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης γράφει (Ιστορική βιβλιοθήκη, 32,4,3): «Κατά τους πολέμους εναντίον των Περσών μεταχειριζόμενος με μεγάλη επιείκεια τους αιχμαλώτους, όχι μόνον με την ανδρεία αλλά και με την περιβόητη ημερότητά του έκανε τους κατοίκους της Ασίας να επιθυμούν την εξουσία του».
Έχω βρεθεί πολλές φορές σε παρέες όπου ανιστόρητοι που έχουν άποψη χωρίς να έχουν γνώση, συνήθως έχοντες συγκεκριμένη πολιτική τοποθέτηση και εμφορούμενοι από ένα αντεθνικό μίσος, σχολιάζουν απαξιωτικά τον μέγιστο των Ελλήνων. Η καλύτερη απάντηση προς αυτούς είναι να διαβάσουν τι γράφουν για τον Αλέξανδρο οι ποιητές των κατακτημένων λαών. Για πρώτη φορά στην ιστορία συναντούμε το φαινόμενο, κατακτημένοι λαοί να αγαπούν τον κατακτητή τους. Τα δύο μεγάλα Περσικά Έπη: «Σαχ-ναμέ» -βιβλίο των Βασιλέων- του Εθνικού ποιητή της Περσίας Φερντοσί και το «Εσκαντέρ-Ναμέ» -Έπος του Αλεξάνδρου- του Νιζαμί αποτελούν για την Περσική παράδοση, ό,τι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια για εμάς.
Οι Πέρσες τον θεωρούν δικό τους βασιλιά, γιο του Νταρά (Δαρείου) και της Ολυμπιάδος. Εκθειάζουν τον μεγαλειώδη χαρακτήρα του, τη σοφία, την ευφυΐα και προπάντων τη δικαιοσύνη του. Και επειδή είναι απίθανο οι βαριεστημένοι ξερόλες να διαβάσουν το «Σαχ-ναμέ» των 126.000 στίχων, θα μπορούσαν να ενημερωθούν από το εξαιρετικό βιβλίο του συντοπίτη μας Δόκτορος Δ. Γοβδελά (1780-1831), καθηγητού στην Ακαδημία του Ιασίου της Μολδαβίας, «Ιστορία του Μ. Αλεξάνδρου κατά τους Ανατολίτες συγγραφείς, Εκδόσεις Έλλα» ή από το βιβλίο «Ο Μ. Αλέξανδρος στην Περσική Επική ποίηση, Εκδόσεις ΙΩΝ, 2006» της Δόκτορος Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Μαριάννας Ιατροπούλου-Θεοχαρίδου.
Ο Μέγας Αλέξανδρος δεν ήταν ημίθεος όπως ο πρόγονός του Αχιλλέας. Ήταν ένας θνητός που τα επιτεύγματα της σύντομης ζωής του αγγίζουν τα όρια του μύθου. Θα κλείσω με μία ιστορική ανακρίβεια, που δεν είναι και τόσο ανακρίβεια. Τα λόγια του Πτολεμαίου από την ταινία «Alexander»: «Ήταν Θεός Κάδμε. Ή, ό,τι πιο κοντινό στον Θεό υπάρχει. Ο Αλέξανδρος ήταν ο Προμηθέας. Άλλαξε τον κόσμο. Πριν από αυτόν υπήρχαν φυλές. Μετά από αυτόν φάνηκε ότι ο κόσμος μπορεί να κυβερνηθεί από έναν Βασιλιά και να είναι καλύτερος για όλους. Έχτισε 18 Αλεξάνδρειες. Μία αυτοκρατορία της γνώσης του Ελληνικού πολιτισμού. Κανείς από εμάς τους στρατηγούς του, δεν πίστεψε στο όνειρό του. Οι ονειροπόλοι μας εξαντλούν. Δεν μπορούμε να τους ακολουθήσουμε. Μπορούσε να μείνει στην Μακεδονία, να παντρευτεί, να κάνει παιδιά και να πεθάνει ήσυχα και τιμημένος. Αλλά δεν ήταν αυτός ο Αλέξανδρος. Κι αν η επιθυμία του να συμφιλιώσει Έλληνες και βαρβάρους απέτυχε… Η δόξα και η μνήμη των ανθρώπων θα ανήκουν μόνον σε αυτούς που ακολουθούν τα μεγάλα τους οράματα. Και μέγιστος όλων, είναι αυτός που στις χιλιετηρίδες που θα έρθουν, θα ονομάζουν: Megas Alexandros».