* Από τον Γιώργο Καραβάνα
Στην Αθήνα λειτουργεί τα τελευταία χρόνια μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα τελευταίας γενιάς, που επιτρέπει να βλέπεις πόσα ταξί βρίσκονται κοντά σου και να επιλέγεις αυτό που θέλεις να καλέσεις. Η εφαρμογή παρέχει πληροφορίες για τα στοιχεία του οδηγού, τον τύπο του αυτοκινήτου και κυρίως τη βαθμολογία του οδηγού από προηγούμενους πελάτες. Αν δοκιμάσετε να καλέσετε τέτοιο ταξί, θα μείνετε έκπληκτοι από την ποιότητα και την ευγένεια των οδηγών του δικτύου. Για να ενταχθεί κανείς στο δίκτυο δεν περνά κάποιου είδους εξετάσεις. Δεν περνά κανενός είδους επιλογή. Είναι η δυνατότητα να βαθμολογήσεις τον οδηγό αφού κατέβεις, που του δίνει κίνητρο να είναι ευγενής, να μην καπνίζει, να κρατά το αυτοκίνητό του καθαρό, να μην επιλέγει άσκοπες διαδρομές κι ίσως να μάθει λίγα αγγλικά της προκοπής, μην τύχει και μεταφέρει τουρίστες εφοδιασμένους με τέτοιο τηλέφωνο. Πριν την κυκλοφορία αυτής της ηλεκτρονικής εφαρμογής, η αγορά των ταξί δεν ήταν πραγματική αγορά. Μια πραγματική αγορά εμπεριέχει τη δυνατότητα επιλογής και επιβράβευσης. Μέχρι τώρα, έπαιρνες όποιο ταξί τύχαινε να περνάει μπροστά σου, χωρίς δυνατότητα να επιλέξεις ή να ξανακαλέσεις τον ίδιο οδηγό κάποια άλλη φορά. Με άλλα λόγια, η αγορά των ταξί ήταν στην ουσία μη-αγορά. Με τη μετατροπή της σε αγορά, ο πληθυσμός των αθηναίων ταξιτζήδων μοιράστηκε σε δύο τελείως διαφορετικούς κόσμους. Στους «τι με νοιάζει η γνώμη σου και που θα σε ξαναδώ» και στους «με ενδιαφέρει η γνώμη σου γιατί απ’ αυτήν εξαρτάται το μεροκάματό μου». Ένα απλό οικονομικό κίνητρο αποδείχθηκε αρκετό, για να μετατρέψει τα μέλη της «λιγότερο συμπαθούς ομάδας της πρωτεύουσας» σε τζέντλ-μεν υποδειγματικής συμπεριφοράς. Η εφαρμογή έχει κι άλλα στοιχεία - που θα άξιζε ίσως να αναφερθούν μια και οι κατασκευαστές της είναι έλληνες που την έχουν ήδη εξάγει σε πόλεις όπως το Παρίσι, το Όσλο, το Ρίο και την πόλη του Μεξικού ανάμεσα σε άλλες - αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος του άρθρου. Στόχος είναι να περιγραφεί με απλό τρόπο, το πώς η δυνατότητα επιλογής και βαθμολόγησης μπορεί να ανεβάσει κατακόρυφα την ποιότητα των υπηρεσιών των ίδιων ανθρώπων, που προηγουμένως θεωρούσαμε απογοητευτική. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι εργαζόμενοι σε ιδιωτικές αγορές, τί θα λέγατε όμως αν τη μάθαιναν και οι εργαζόμενοι μονοπωλιακών κλάδων του δημοσίου;
Φανταστείτε μια παρόμοια ηλεκτρονική εφαρμογή, που σας επιτρέπει άμεσα και ανώνυμα να βαθμολογείτε ατομικά τον κάθε υπάλληλο δημόσιας υπηρεσίας, που σας εξυπηρετεί. Να βαθμολογείτε για παράδειγμα την ευγένεια και την αποτελεσματικότητα ενός υπάλληλου του δήμου ή της πολεοδομίας. Την απόδοση των καθηγητών στο σχολείο του παιδιού σας. Βεβαίως, δεν είστε ειδικοί και μπορεί η κρίση σας να είναι λανθασμένη! Ωστόσο, εφόσον η ίδια κρίση επαναλαμβάνεται χιλιάδες φορές από χιλιάδες διαφορετικούς πολίτες μέσα σε κάθε χρονιά, στατιστικά δεν μπορεί παρά κάτι να λέει! Φανταστείτε τώρα η συγκεντρωτική βαθμολογία των πολιτών να καταγράφεται σε κεντρικό επίπεδο και να συνδέεται με τη μισθοδοσία του υπαλλήλου. Ήσουν ο πιο ευγενικός υπάλληλος του δήμου τη χρονιά που πέρασε; 100 ευρώ το μήνα παραπάνω την επόμενη! Ήσουν ο πιο αγενής ή ο πιο αναποτελεσματικός; 100 ευρώ λιγότερα το μήνα. Ως γιατρός, είχες πολλές αρνητικές κρίσεις; Ήταν πολλοί οι ασθενείς σου που γύρισαν πίσω με επιπλοκές; Κάτω ο μισθός, κάτω οι πιθανότητες ιεραρχικής εξέλιξης κ.ο.κ. Δημοσιονομικό κόστος: μηδέν! Ο προϋπολογισμός θα πληρώνει ακριβώς όσα πλήρωνε και προηγουμένως. Με μία μικρή, αλλά ουσιώδη διαφορά: θα πλήρωνε μεν τα ίδια, αλλά όχι οριζόντια και ισοπεδωτικά. Θα επιβράβευε τον καλό, θα τιμωρούσε τον χειρότερο. Θα έδινε κίνητρο για βελτίωση! Θα μετέτρεπε μια μη-αγορά, σε αγορά. Με ότι θετικό αυτό συνεπάγεται για όλους και βεβαίως για την οικονομία της χώρας!
*Ο Γιώργος Καραβάνας είναι Μορ. Βιολόγος και μέλος της Δ.Ε. του κόμματος ΔΡΑΣΗ (www.drassi.gr)