Ημέρα μνήμης και τιμής για ένα κομμάτι του Ελληνισμού, που παρότι εκδιώχθηκε βίαια από τις πατρογονικές του ρίζες, ο τόπος αυτός θα τους ανήκει πάντα!
Σήμερα τιμούμε τη μνήμη των 353.000 αδερφών μας Ποντίων που σφαγιάστηκαν από την κτηνώδη λύσσα των Νεότουρκων του Κεμάλ, αλλά και πολλών άλλων εκατοντάδων χιλιάδων που εκτοπίστηκαν βάναυσα και ξεριζώθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού κατέφυγε στην Ελλάδα, συμβάλλοντας σημαντικά στην ανόρθωση του ελληνικού κράτους, ενώ σημαντικός αριθμός των Ποντίων βρέθηκαν ως πρόσφυγες στη Νότια Ρωσία. Ο πυρήνας αυτός παραμένει ακμάζων, ενεργός και δραστήριος ως τις μέρες μας, παρά το γεγονός ότι πολλοί επέλεξαν να επιστρέψουν στον ελλαδικό χώρο μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ.
Οι διωγμοί, οι θάνατοι, οι πυρπολήσεις χωριών και οι εκτοπίσεις, εκείνη της περιόδου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αποτελούσαν μέρος ενός «μεθοδευμένου» και «συστηματικού» σχεδίου της «ελίτ» των Νεότουρκων, με κύριο στόχο τον «εκτοπισμό», την «εκδίωξη από τα εδάφη της αυτοκρατορίας» με τη χρήση βίαιων, απάνθρωπων πρακτικών που είχαν ως αποτέλεσμα μια τεράστια ανθρωπιστική καταστροφή, με ανεπανόρθωτες συνέπειες για τις χριστιανικές μειονότητες της Ανατολής.
Στις μαύρες σελίδες της ιστορίας, η σελίδα της Γενοκτονίας του Ποντιακού ελληνισμού, των Αρμενίων, όπως και των Ασσυρίων, γίνεται ακόμα πιο μαύρη, όταν στερείται από τα χιλιάδες θύματα η στοιχειώδης ηθική δικαίωση. Τα εγκλήματα κατά ολόκληρων εθνών ή εθνοτικών ομάδων δεν είναι δυνατόν να παραγράφονται. Η Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων, που θέσπισε η Βουλή των Ελλήνων το 1994, κατάντησε μια απλή εθιμοτυπία, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα, συχνά χωρίς καν συμβολικό χαρακτήρα. Η φετινή ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού είναι μια ευκαιρία για την ελληνική διπλωματία.
Τώρα είναι η στιγμή ώστε η Ελλάδα να αξιοποιήσει τη διεθνή συγκυρία και να φέρει στο προσκήνιο της διπλωματίας και της πολιτικής επικοινωνίας το ζήτημα της γενοκτονίας στον Πόντο. Τώρα που η Τουρκία εντείνει τις απειλές της κατά της πατρίδας μας, είναι καλό να απαιτήσουμε τη «λυτρωτική συγγνώμη», προκειμένου να αποτρέψουμε παρόμοιες συμπεριφορές της Τουρκίας. Μιας Τουρκίας που αποτελεί καθαρή συνέχεια εκείνης που τέλεσε το απεχθές έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.
Μιας Τουρκίας που δε σταμάτησε ποτέ τις προκλήσεις και τις επιθετικές ενέργειες κατά της Ελλάδος, όλες ανεξαιρέτως τις δεκαετίες που ακολούθησαν, μετά τη συνθήκη της Λοζάνης, με αποτέλεσμα τη σταδιακή εξόντωση του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, την εισβολή και την συνεχιζόμενη κατοχή στην Κύπρο, με το βάρβαρο εποικισμό των κατεχομένων, τα Ίμια, τις διεκδικήσεις στο Αιγαίο, αλλά και τις πρόσφατες προκλήσεις με τη «γαλάζια πατρίδα» και την Α.Ο.Ζ., τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου, παράλληλα με τη διαχρονική προσπάθεια για ασφυκτικό και πέρα για πέρα αντίθετο με τις διεθνείς συνθήκες έλεγχο της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης.
Τώρα είναι η στιγμή να περιληφθεί το ζήτημα της διεθνούς αναγνώρισης της Γενοκτονίας στην ελληνική διπλωματική ατζέντα, ώστε να τίθεται επισήμως -όπως εδώ και πολλά χρόνια κάνει η κυβέρνηση της «μικρής και αδύναμης» Αρμενίας. Οι ψυχές των νεκρών δε θα ησυχάσουν εάν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη.
Δεν ξεχάσαμε, δεν ξεχνάμε, δε θα ξεχάσουμε ποτέ. Όσο θα «κλαίει» η λύρα, εμείς θα επιμένουμε.
Σε πείσμα των αρνητών και των αναθεωρητών της ιστορίας.