Ένας ταπεινός άνθρωπος είναι, που αγωνίστηκε για την οικογένειά του με εντιμότητα, προσπαθώντας να μην αδικήσει κανέναν. Οι πράξεις του ήταν διάφανες και κανένας δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει για κάτι μεμπτό.
Τώρα, οι μέρες του κυλούν σχεδόν μονότονα, χωρίς παρεκκλίσεις από τη συνηθισμένη ρουτίνα, εκτός κι αν χρειάζεται κάποια επίσκεψη σε γιατρό, για την προμήθεια φαρμάκων. Οι πιο καλές στιγμές του είναι αυτές που περνάει, σχεδόν κάθε μέρα, με την ίδια παρέα ηλικιωμένων φίλων του, σε μία καφετέρια της Αγιάς. Κάθε φορά περιμένει με αδημονία τη συνάντηση αυτήν, που του δίνει χαρά στην επίπεδη ζωή του. Εκείνη τη μέρα, ο Νώντας πήγε να συναντήσει τους φίλους του, ακολουθώντας το συνηθισμένο καθημερινό πρόγραμμα.
Οι συναντήσεις αυτές με την παρέα του δε σηματοδοτούσαν τίποτε σπουδαίο. Όλοι έπιναν από έναν καφέ και τίποτε άλλο, αφού η υγεία τους δεν επέτρεπε κάτι παραπάνω από αυτό. Κάποιος, μάλιστα, πείραζε τους άλλους, να προσέξουν, να μην πιουν γρήγορα τον καφέ και μεθύσουν.
Οι συζητήσεις της παρέας δεν είχαν τίποτε το συγκλονιστικό. Κοινοτυπίες έλεγαν, κανένα ανέκδοτο για να γελάσουν, μα ποτέ δεν κατηγορούσαν, ούτε κουτσομπόλευαν κάποιον από τους κατοίκους της μικρής τους πόλης, που όλοι γνωρίζονταν μεταξύ τους.
Η συγκεκριμένη μέρα ήταν μία ζέστη, πολύ όμορφη, ανοιξιάτικη μέρα. Έκατσαν έξω, προς τον χώρο της πλατείας. Ο Νώντας είχε την τιμητική του. Ήταν ευδιάθετος και λαλίστατος.
Άρχισε, λοιπόν, να τους λέει, πόσο τυχεροί ήταν που είχαν αυτήν τη θαυμάσια παρέα και προπαντός, που ζούσαν σε έναν τόσο όμορφο τόπο, όπως η Αγιά. Γυρίστε όλοι, τους λέει και δείτε το βουνό που βρίσκεται αντίκρυ μας, τον Κίσσαβο. Το βουνό μας, αυτήν την εποχή, είναι καταπράσινο και πανέμορφο. Ευτυχώς που, μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2007, ξαναδασώθηκε. Τύχη αγαθή, που η Αγιά μας απλώνεται νωχελικά στις νότιες υπώρειες του βουνού, στεφανωμένη από την καταπράσινη ομορφιά του Κισσάβου. Είμαστε στην προνομιακή θέση, που το βουνό είναι δασωμένο και αποθηκεύει το νερό της βροχής και μας το προμηθεύει πλουσιοπάροχα για την υδροδότησή μας και την άρδευση χιλιάδων στρεμμάτων δενδροπερίβολών μας. Αν δεις, λέει, την Αγιά ψηλά από το βουνό, θα εκπλαγείς από την ομορφιά της. Οι δαιδαλώδεις δρόμοι της, το ποταμάκι της ο Άμυρος και τα αρχοντικά της που επέζησαν ως μάρτυρες μιας άλλης ακμάζουσας εποχής, προσδίδουν στη μικρή μας πόλη μία ιδιαίτερη ταυτότητα, που τη διακρίνει σε ολόκληρο τον νόμο της Λάρισας. Αν προσθέσουμε σε αυτά και τα ιερά προσκυνήματα της Αγιάς και όλης της περιοχής, να ένα ακόμα σημαντικό πλεονέκτημα της πόλης μας. Μόνο στην Αγιά υπάρχουν 22 ναοί, εξωκκλήσια και μοναστήρια, με εμβληματικότερα τον αρχιερατικό Ναό των Αγίων Αντωνίων και τα μοναστήρια του Αγίου Παντελεήμονος και των Αγίων Αναργύρων. Στον Κίσσαβο, που ονομαζόταν και όρος των Κελλίων, λόγω των πολλών μοναστηριών και εξωκκλησιών, και σήμερα υπάρχουν 175, και αυτό είναι ένας ακόμα λόγος που η Αγιά και η περιοχή παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον για θρησκευτικό τουρισμό. Ακόμα, μην ξεχνάμε ότι η παραλία του Αγιοκάμπου βρίσκεται σε απόσταση 15 χλμ. από την Αγιά και μπορεί κάποιος να πεταχτεί ως εκεί για μπάνιο και να επιστρέψει στο σπίτι του. Να μην παραλείψω να αναφέρω τα μαγευτικά ορεινά χωριά του Κισσάβου και του Μαυροβουνίου, που είναι το ένα πιο όμορφο από το άλλο.
Η παρέα άκουσε τον Νώντα με προσοχή, αλλά και με κάποια απορία, χωρίς να τον διακόψει. Ένας, όμως, απαντώντας στον Νώντα του λέει:
- Καημένε Νώντα, τι μας τα λες όλα αυτά; Μήπως δεν τα ξέρουμε; Εμείς τώρα, άλλο από έναν καφέ και την υγεία μας, που παρακαλάμε τον Θεό να μας τη χαρίζει, δε θέλουμε.
- Κάνετε λάθος! Τους απάντησε με έξαψη ο Νώντας. Χάσατε τον ρομαντισμό σας; Γεράσατε και μαράθηκαν και τα αισθήματά σας; Ανοίξτε την καρδιά σας και δείτε σε τι παράδεισο ζούμε… Δείτε την πεταλούδα με τα χίλια χρώματα που πετάει πάνω μας. Κάντε μια προσπάθεια και πάτε έξω από την Αγιά, τώρα που οργιάζει η άνοιξη. Ακούστε το κελάηδημα του κότσυφα και του αηδονιού. Το πέταγμα του γερακιού. Την εργώδη προσπάθεια της μέλισσας, τώρα που υπάρχει πληθώρα λουλουδιών. Σκέφτομαι τι χάνουν οι Λαρισαίοι, που βρίσκονται κλεισμένοι στα διαμερίσματά τους και δεν έρχονται να επισκεφθούν την όμορφη περιοχή μας, για να χαρούν και να ηρεμήσουν.
Όλη η παρέα άκουγε απορημένη τον Νώντα, που βρίσκονταν τη μέρα αυτή σε έναν συναισθηματικό οίστρο και τους έκανε «κήρυγμα» με τόσο πάθος, για τις ομορφιές της Αγιάς, που όλοι τις ήξεραν, αλλά τους απασχολούσε περισσότερο η υγεία τους και όχι τα γήινα ζητήματα που τους ανέφερε.
Μετά από μία μακριά σιωπή, ένας από την παρέα, απαντώντας στον Νώντα, του λέγει με ένα πικρό χαμόγελο: Φίλε Νώντα, όλα όσα μας είπες είναι όμορφα και ωραία και μπράβο σου. Ξύπνησες κάτι από τις ευαίσθητες χορδές της ψυχής μας, σαν τότε που ήμασταν «νέοι, φτωχοί κι ευτυχισμένοι», όπως έγραψε ο Χεμινγουέι. Είσαι, ακόμα, ρομαντικός και αυτό δείχνει ότι έχεις νεανική ψυχή και τη βαθιά αγάπη για τον τόπο μας. Δεν βλέπεις, όμως, την τρέχουσα πραγματικότητα. Και ποια είναι αυτή; Ότι όλες οι επαρχίες καταρρέουν, φυλλοροούν. Τα προϊόντα της περιοχής μας πάνε κατά διαβόλου. Μήλα, κεράσια, κάστανα που είναι τα κύρια προϊόντα για την επιβίωση των νέων ανθρώπων, ώστε να δημιουργήσουν οικογένειες, δεν αφήνουν κανένα κέρδος. Έτσι, οι νέοι άνθρωποι εγκαταλείπουν τις καλλιέργειές τους και φεύγουν από τον τόπο μας. Μετά από λίγο, θα ερημώσει και η κωμόπολη της Αγιάς, όπως έγινε με όλα τα χωριά της επαρχίας. Βλέπεις σήμερα έξω κανέναν νέο;
Μην κοιτάς εμάς που έχουμε τη συνταξούλα μας και κουτσά-στραβά τα καταφέρνουμε και πίνουμε κι έναν καφέ… Άντε, πάμε τώρα στο σπιτάκι μας, πριν μας πάρουν τα κλάματα, γέρους ανθρώπους και γίνουμε ρεζίλι και στους άλλους που κάθονται κοντά μας.
Αυτά είπε, σαν επίλογο και η παρέα διαλύθηκε, για να συναντηθεί και πάλι την άλλη μέρα, Θεού θέλοντος…