Η μεγάλη οικογένεια (δύο μεγάλοι κι έντεκα παιδιά) και όλες οι μικροδουλειές περίμεναν από τη μάνα κι από τη μεγάλη της θυγατέρα, τη συνεχή παρουσία και προσπάθεια για να λειτουργήσει το σπίτι. Μια σύγχρονη γυναίκα θα είχε κλατάρει σίγουρα, με τέτοιο βάρος!!! Κι όμως, αυτό το απίθανο «Κολχόζ», όπως το έλεγε ένας ταξιδεμένος γιος, λειτουργούσε. Το καθημερινό μαγείρεμα, αν και ένα απλό φαγητό, χωρίς σαλάτες και επιδόρπια αστικά, και το ζύμωμα-φούρνισμα του ψωμιού 1-2 φορές την εβδομάδα, ήταν το πρώτο που «έπρεπε να γίνει» και γινόταν, για να κορεστεί η ανάγκη για τροφή η βασική ανάγκη των μελών της οικογένειας. Ήταν και το μαγαζί του άντρα της που ήθελε κι αυτό κάποια προσοχή, αν και υπάγονταν κυρίως στον σύζυγο που έκανε ως και την καθαριότητα, μα ο κόσμος αγόραζε με αυγά, σαν νομισματική μονάδα [αυγό για τετράδιο ή σχολικό μολύβι, για πετρέλαιο για γκαζόλαμπες, αυγό για λίγη ζάχαρη ή μπιμπίλια των παιδιών και καμιά κότα ζωντανή για αγορά λουλακιού, υφάσματος για ποδιές-ρόμπες βαμπακούλες (=βαμβακερές) ή για γιορτινά λουκούμια]. Για μεγαλύτερες αγορές οι πελάτες έφερναν φορτιό ξύλα που τα ζύγιζαν με το καντάρι και τα κοστολογούσε ο πατέρας πόσες δραχμές άξιζαν για να κλείσουν βερεσέδια και να αγοράσουν ό,τι χρειάζονταν κ.λπ.
Για πολλά χρόνια παράλληλη απασχόληση της οικογένειας ήταν και τα σφαχτά (=προβατόγιδα) που τα είχαν σιαμπρός (=ίσια μπρος), κάπου στα «Καβούρια» λεγόμενη περιοχή με ρέμα, όπου υπήρχαν στεριανά καβούρια, βρισκόμενο στην απέναντι πλευρά της τρανής Χράπας, χαράδρας τρομερής, κοντά στην Παναγία τον ναΐσκο, μικρού μοναστηριού κατεστραμμένου από τους Τούρκους παλιά. Εκεί είχαν καλύβι για να μένουν τα αδέρφια του, που φρόντιζαν τα σφαχτά, και μαντρί από ξύλα και αχυροσκεπή για τα ζώα. Κι αυτή η μονάδα-επιχείρηση (ζώα και άνθρωποι) ήθελαν τη μάνα να τάχει έγνοια, να έχουν φαΐ και ρούχα και σκεπάσματα τα παιδιά που τα βοσκούν, ως και σκυλοψώμια για τους φύλακες σκύλους.
Ευτυχώς ή δυστυχώς, για τον συνωστισμό στο περιορισμένο σπίτι, όποια από τα παιδιά μεγάλωναν άρχιζαν κι έφευγαν για δουλειά και σε μακρινά μέρη, όπως ο μεγάλος που πήγε γνωρίζοντας λίγη μαστορική στα έργα στην Κοιλάδα των Τεμπών, όπου γίνονταν, μεταπολεμικά, οι τοίχοι αντιστήριξης του αυτοκινητοδρόμου που διαπλατύνθηκε, από τη στενωπό που υπήρχε πριν. Έτσι, με την εσωτερική μετανάστευση αποσυμφορούνταν το σπίτι, που αν και είχε μια αρχαία, σοφή, διαρρύθμιση, ήταν μικρό για τόση πολυμελή οικογένεια. Αξίζει να τονίσουμε ότι αυτό το σπίτι είχε χτιστεί από τον παππού, ήταν ταξιδεμένος, είχε πάει αρχές του αιώνα (περί το 1908) έναν χρόνο στην Αμερική, μα δεν του άρεσε και γύρισε στο χωριό, σπίτι με πατόσπιτο με παχνιά και εσωτερική σκαλίτσα για τον κυρίως οντά.
Στη Λάρ’σα, όπως μολογούσε η μάνα μετά, βρήκαν τον χρόνο για μια βόλτα πάνω στον λόφο «το Φρούριο», όπου υψώνονταν το Ρολόι. Την πήγε ο άντρας της για να το δει και ανέβηκαν στο εσωτερικό του ως απάνω* να αγναντέψουν από κει τη θέα πάνω από τα σπίτια της πόλης και βορεινά ως τον Έλυμπο, ήταν και η μέρα χωρίς σύννεφα. Τότε δεν είχαν χτιστεί πολυκατοικίες (που κλείνουν σήμερα τον ορίζοντα). Βρέθηκε εκεί στο Ρολόι και ένας από τους Λαρσινούς φωτογράφους και τους έβγαλε μία φωτογραφία ασπρόμαυρη, ως ενθύμιο. Σε λίγο, όπως τους είπε, την εμφάνισε και την πλήρωσε ο άντρας της, έτσι την πήραν. Τη φωτογραφία την έδειξε και στον γιο της τον μικρότερο, που την περίμενε στο χωριό, κι έτυχε να κάθεται και πάλι στο παράθυρο με τη σιδεριά, απ’ όπου την είχε ξεπροβοδίσει σαν έφευγε. Του είπε πως το κτίσμα του ρολογιού είχε εσωτερική σκάλα με πολλά σκαλιά, που τα ανέβηκαν με τον πατέρα του και είδαν τη θέα.
Γι’ αυτό κι αυτός όταν πρωτοπάτησε στην πόλη, την πρωτεύουσα του νομού, 28άρης πια, το πρώτο που έκανε ήταν να πάει στο Ρολόι, που στέκονταν ακόμη, τότε, και να το δει από κοντά, πριν κατεδαφιστεί. Όμως, δεν λειτουργούσε πια να μπεις στο εσωτερικό για να δεις τη θέα. Κρίμα, γιατί μετά γκρεμίστηκε το ρολόι της Λάρ’σας για τις ανάγκες ασφαλούς αποκάλυψης του Αρχαίου Θεάτρου εκεί στο Ρολόι. Και οι δεκαετίες πέρασαν. Ο προβληματισμός είναι αν πρέπει η πόλη να ξαναχτίσει το Ρολόι, σαν τοπόσημο, πάνω από το Αρχαίο Θέατρο (περίπου στη θέση που ήταν το κατεδαφισμένο). Ο Δήμος έχει κάνει ήδη έναν αρχιτεκτονικό διαγωνισμό. Μα διατυπώθηκε και αρνητική άποψη, «τι το θέλουμε το Ρολόι σήμερα που όλοι με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι κυκλοφορούμε». Μα δεν θα είναι για να δείχνει την ώρα. Θα είναι ο πύργος του Ρολογιού «τοπόσημο» και τουριστικό σημείο, για ντόπιους και ξένους, όπως και στα διπλανά Τρίκαλα που έχουν στο Φρούριο πύργο με ρολόι που λειτουργεί για επισκέπτες. Αν γίνει το νέο ρολόι-πύργος με εσωτερικό ή εξωτερικό ασανσέρ, θα δώσει και σ’ αυτόν την ευκαιρία να ανέβει να δει τη θέα.
*Από Θωμάς Κυριάκος, στη Larissa Press: «Μπορεί να μας λείπει το παλιό ρολόι, αλλά αποκαλύφθηκε το Αρχαίο Θέατρο! Γλυκιά ανάμνηση των παιδικών χρόνων μου, η επίσκεψη με τον παππού μου στο εσωτερικό του παλιού ρολογιού, και το ανέβασμα από τη στενή σκάλα μέχρι επάνω, για να δούμε τη θέα».