Ακόμη και σήμερα, το γεγονός ότι η περιοχή είναι το μεγαλύτερο θρησκευτικό κέντρο των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, καθώς αποτελεί το πρόσχημα για τις πολεμικές συγκρούσεις και τις τρομοκρατικές επιθέσεις, ενώ η περιοχή ενδιαφέρει περισσότερο για τη στρατηγική της θέση.
Υπό αυτό το πλαίσιο, το παλαιστινιακό ζήτημα απασχολεί τη διεθνή διπλωματία ήδη από το 1917 με τη διακήρυξη Μπάλφουρ, ο οποίος εξέφρασε την επιθυμία του να δημιουργηθεί μία εθνική εστία για τον διάσπαρτο εβραϊκό πληθυσμό, με ιδανικό προορισμό την Παλαιστίνη.
Τότε ήταν που ξεκίνησε και η πρώτη μαζική μετακίνηση των Εβραίων προς την περιοχή, αναζητώντας μία πατρίδα η οποία, τόσο πληθυσμιακά όσο και ιστορικά, άνηκε στους Άραβες. Πίσω από αυτήν τη διακήρυξη δεν κρύβονταν τίποτα άλλο, παρά η εξασφάλιση των βρετανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή. Φαίνεται ότι στους Βρετανούς δεν ήταν αρκετή η Ελλάδα ολόκληρη με τα νησιά της, η Μάλτα, η Κύπρος…
Αργότερα, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την απόσυρση της Βρετανίας, ο ΟΗΕ ανέλαβε την επίλυση του παλαιστινιακού ζητήματος, και στην προσπάθεια να βρεθεί μία συμφέρουσα λύση, όχι για τον λαό, μα για τα στρατηγικά σχέδια των ηγετών που επιθυμούσαν τον έλεγχο της περιοχής, έπεσε στο τραπέζι το σχέδιο της διχοτόμησης της Ανατολικής Παλαιστίνης, πρόταση που συνέφερε τους Εβραίους, αφού θα αποκτούσαν το 56,47% του εδάφους, παρά το γεγονός ότι αποτελούσαν μόνο το 6% του πληθυσμού στην περιοχή.
Αναμφισβήτητα, η πρόταση αυτή έγινε αποδεκτή τόσο από τους Εβραίους όσο και από τον ΟΗΕ με την απόφαση 181, όχι όμως από τους Άραβες. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, στις 14 Μαΐου 1948 οι Εβραίοι ανακοίνωσαν την ίδρυση του ιουδαϊκού κράτους, Μεντινάθ Γιζραέλ, δηλαδή κράτος του Ισραήλ, με αποτέλεσμα την επαύριο να εισβάλουν στο νέο αυτό κράτος τα αραβικά στρατεύματα. Το Ισραήλ με τη σθεναρή του αντίσταση απέσπασε σχεδόν τα 3/4 της Ανατολικής Παλαιστίνης, ώσπου τελικά οι Άραβες αποσύρθηκαν και ξεσπιτώθηκαν 750.000 Παλαιστίνιοι.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο Ψυχρός Πόλεμος ήρθε για να δώσει τροφή στους εθνικιστές της περιοχής, για τους οποίους το Ισραήλ αποτελούσε τον προμαχώνα των αμερικανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή. Ξεκίνησε, λοιπόν, ο αγώνας των Αράβων κατά του ιμπεριαλισμού και του σιωνισμού, δημιουργώντας την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ,1964), η οποία στη συνέχεια θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις. Από την άλλη, οι ισραηλινές προθέσεις -και οι αμερικανικές φυσικά- έγιναν φανερές με τον πόλεμο των Έξι Ημερών (1967), μέσω του οποίου εδραιώθηκε η θέση των Αμερικάνων στην περιοχή.
Στη συνέχεια, το 1969 σε Σύνοδό της η ΟΑΠ έδωσε βάση στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού-αραβικού λαού, και την εθνική του ανεξαρτησία, δημιουργώντας έτσι τον σημερινό της χαρακτήρα, εμπεριέχοντας πληθώρα οργανώσεων, ορισμένες από τις οποίες μεταλλάχθηκαν σε τρομοκρατικές οργανώσεις.
Αν και η ΟΑΠ αποκήρυξε την τρομοκρατία, οι εξτρεμιστικές οργανώσεις, ισλαμιστικές κυρίως, όχι μόνο συνεχίζουν την τρομοκρατική τους δράση, αλλά κερδίζουν σημαντικό βαθμό εδρών στις τοπικές εκλογές.
Η Χαμάς, λοιπόν, μετά την καθαίρεσή της το 2007, ασκεί μία de facto εξουσία στη λωρίδα της Γάζας και σήμερα βρίσκεται σε πολεμική σύγκρουση με το Ισραήλ.
Πενήντα χρόνια πριν (6/10/1973), ανήμερα της θρησκευτικής γιορτής του Ισραήλ «Γιομ Κιπούρ», δηλαδή η μέρα της εξιλέωσης ξέσπασε ο ομώνυμος πόλεμος, με απώτερο σκοπό την απομάκρυνση των ισραηλινών στρατευμάτων από τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, όπως προέβλεπε η απόφαση 242 του ΟΗΕ. Ύστερα, λοιπόν, από τόσα χρόνια σχετικής ηρεμίας, η περιοχή κηρύσσεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Τα αιτήματα, όμως, είναι διαφορετικά και θα λέγαμε πιο προσωποκεντρικά, ενώ ο τρόπος διεξαγωγής του πολέμου βασίζεται σε τρομοκρατικές επιθέσεις.
Βασικότερο ρόλο στην απόφαση για επίθεση έπαιξε ο αποκλεισμός της Γάζας τα τελευταία χρόνια, όμοιος ενός απαρτχάιντ.
Επιπλέον, η απόφαση των Εβραίων να προσευχηθούν στον χώρο του τζαμιού Αλ Ακσά στην περιοχή Χαράμ αλ-Σαρίφ (Όρος του Ναού για τους Εβραίους), ενώ δεν τους επιτρέπεται, χαρακτηρίστηκε από τη Χαμάς ως βέβηλη και προκλητική, για αυτό και ονόμασε την επίθεσή τής «Καταιγίδα του Αλ Ακσά».
Από την άλλη, ο Μαχμούτ Αμπάς φαίνεται να έχει χάσει από καιρό την πίστη του κόσμου, καθώς πολλοί τον θεωρούν μοχλό του Ισραήλ, κι ενώ οι καταστάσεις τον ξεπερνούν, η Χαμάς προσπαθεί να αποκτήσει μεγαλύτερη επιρροή. Όσο για τον λαό, άλλοι επιθυμούν να συνεχίσουν τη ζωή τους χωρίς τον πόλεμο, την πείνα και τον αποκλεισμό και είναι αντίθετοι με τις τακτικές της Χαμάς. Πολλοί, όμως, είναι και αυτοί που παίρνουν τα όπλα, ως μόνη επιλογή για την επιβίωσή τους, καθώς δεν διαφαίνεται μία ειρηνική λύση. Ένα, όμως, είναι σίγουρο, ότι χάθηκαν πολλές ζωές και θα χαθούν ακόμα περισσότερες, και πως στο όνομα του Θεού χύνεται το αίμα ενός ακόμα αθώου λαού, στον βωμό των πολιτικών συμφερόντων. Κι όλα αυτά στη διάρκεια του υπερπολιτισμένου 21ου αιώνα! Κι ο Θεός, άραγε, τίνος το μέρος παίρνει εκεί, στο μέρος όπου κατά την παράδοση ενσαρκώθηκε ο ίδιος επί γης; Πόση χαρά και αγαλλίαση δοκίμασαν αυτά τα φαύλα συμφέροντα όταν πληροφορήθηκαν ότι αυτές οι άγιες μέρες γιορτάστηκαν υπό τη σκιά του φόβου μέσα στην ίδια την κοιτίδα τους; Νομίζω πως η φράση «αιδώς αχρείοι» είναι μηδαμινή, ώστε να αποδώσει τη θηριωδία και την απανθρωπιά των απανταχού της γης κατακτητών.