Από μαρτυρίες και αφηγήσεις των γεροντότερων, παρατηρεί κανείς τη δομή και τις αξίες της οικογένειας των Σαρακατσάνων, πριν από το 1950. Συμπεραίνει δε ότι επικρατεί το ανδροκρατικό και πατριαρχικό πνεύμα, όπου η μορφή του πατέρα δεσπόζει σε όλες τις εκδηλώσεις της. Του όφειλαν όλοι υπακοή και σεβασμό, σύμφωνα με τους άγραφους κανόνες της σαρακατσάνικης ζωής, κάτι που σήμαινε πολύ συγκεκριμένους τρόπους συμπεριφοράς και ομιλίας, ακόμη πιο αυστηρούς βεβαίως για τα κορίτσια, για τα οποία θεωρούνταν προτέρημα το κοκκίνισμα από ντροπή. Ειδικά στο γάμο, ο ρόλος του είναι καθοριστικός. Αυτός αποφασίζει για το γάμο του παιδιού – η επιλογή συζύγου για τη νεαρή Σαρακατσάνα ήταν απόφαση του πατέρα και ο γάμος γινόταν μόνο με προξενιό και μεταξύ Σαρακατσαναίων - κι αυτός κανονίζει όλες τις λεπτομέρειες της διαδικασίας του. Όταν ο πατέρας ανακοίνωνε το γεγονός στους άλλους χρησιμοποιούσε συνήθως τις φράσεις: «θα κάμου γάμου», ή «κάνου γάμου παντρεύου του πιδί μ’ …..κτλ». Τα τραγούδια δείχνουν εύγλωττα και κατατοπιστικά ακριβώς αυτό, αφού σε αυτά αναφέρεται πρώτα ο πατέρας ακολουθεί η μάνα και στο τέλος τα αδέρφια. Όλο το πλαίσιο ανατροφής των γυναικών στοχεύει στο να γίνει μια «καλή νύφη». Τα κορίτσια λοιπόν μαθαίνουν από νωρίς τα καθήκοντά τους και περιορίζονται μέσα στο σπίτι, αφού αυτός ο χώρος και μετά το γάμο θα αποτελεί το κατεξοχήν πεδίο δράσης τους. Μέσα σ’ αυτή την ανδροκρατούμενη οικογένεια η γυναίκα τοποθετείται στο περιθώριο της ζωής. Υποτάσσεται δουλικά στον άντρα κι εκμηδενίζεται κάτω από τη βαριά σκιά του. Μετά το γάμο χάνει την ταυτότητά της, δεν τη φωνάζουν πια με τ’ όνομά της στην οικογένεια του γαμπρού, υπακούει στη λέξη νύφη ή σε κάποιο από τα αντρικής προέλευσης ονόματα: Γιώργαινα, Κώσταινα, Λάμπρινα κτλ. Ανάλογα βέβαια με τ’ όνομα του άντρα της. Τη γιαγιά μου τη βάφτισαν Αμαλία –τι ωραίο όνομα- και τη φώναζαν Μαλία ή Κώσταινα (από το όνομα του άντρα της), και για πολλά χρόνια ο πατέρας μου και γιός της νόμιζε ότι προέρχονταν από το Μαρία. Για χρόνια, κανείς δεν νοιάστηκε να εξερευνήσει το πραγματικό της όνομα, ώσπου «έπεσαν» τυχαία κάποια χαρτιά στα χέρια του πατέρα μου και διαπίστωσε, απορημένος και έκπληκτος, το πραγματικό όνομα της μητέρας του. Μεγαλύτερη δε ήταν η στενοχώρια, η έκπληξη και η απογοήτευση η δική μου, μετά την ανακοίνωση και τη διαπίστωση ότι δεν έφερα το όνομα της γιαγιάς μου. Θεωρώ πως το ίδιο όνομα εγγονής- γιαγιάς δημιουργεί έναν αόρατο και ευλαβή σύνδεσμο επικοινωνίας και αγάπης ανάμεσα στην εγγονή και τη γιαγιά.
Σε περιπτώσεις θανάτου του πατέρα, αν τα παιδιά ήταν ανήλικα, δημιουργούσαν ένα συμβούλιο από άντρες στενούς συγγενείς του πατέρα και της μητέρας που αναλάμβαναν την κηδεμονία των παιδιών και τη διαχείριση της περιουσίας. Όμως και εδώ ισχυρότερη ήταν η πλευρά του άντρα, γι’ αυτό και στην ουσία την κηδεμονία αναλάμβανε ο πιο κοντινός συγγενής του εκλιπόντος, συνήθως ο αδερφός του. Η χήρα εξακολουθούσε να είναι μέλος της οικογένειας του θανόντος συζύγου, «έπεφτε» όμως ιεραρχικά σε κατώτερη βαθμίδα και «κηδεμονευόταν», δηλαδή προστατευόταν κοινωνικά και οικονομικά, από συγγενείς του συζύγου της.
Ο ρόλος της γυναίκας ήταν σημαντικός, αλλά είχε πολύ κατώτερη αξιολόγηση. Λιγομίλητες, στωικές και απόμακρες, οι Σαρακατσάνες δεν είχαν σχέση με τα κοπάδια, βοηθούσαν μόνο σε πολύ συγκεκριμένες εργασίες. Όμως, όλες οι άλλες δουλειές έπεφταν στους ώμους τους . όχι μόνο το νοικοκυριό, αλλά και πολύ επίπονες ή και «βρώμικες» εργασίες, από το κουβάλημα του νερού και των ξύλων μέχρι το χτίσιμο της καλύβας και το καθάρισμα των μαντριών. Και, καθώς μιλάμε για μια εντελώς αυτάρκη κοινωνία, εννοείται πως οι ίδιες έφτιαχναν τα νήματα και κατόπιν τα ρούχα που φορούσε όλη η στάνη, από μόνο του ένα τιτάνιο έργο. Οι Σαρακατσάνοι γονείς, συγγενείς και φίλοι κατά τον γάμο εύχονταν στους νεόνυμφους «Να ζήσετε και νάχετε παιδιά σερκά και αρνιά θηλ(υ) κά». Η ευχή αυτή δεν ήταν τυχαία, διότι οφειλόταν στις ειδικές συνθήκες ζωής των Σαρακατσάνων και τις προτεραιότητές τους να αποκτούν αγόρια και ν’ αυξάνουν συνεχώς το ζωικό τους κεφάλαιο με την προτίμηση στα θηλυκά ζώα. Ένας κύριος λόγος στην προτίμηση της γέννησης των αγοριών στους Σαρακατσάνους ήταν το ότι η νομαδική κτηνοτροφική ζωή με τη μορφή του τσελιγκάτου, που ίσχυσε για πολλούς αιώνες, ήταν ιδιαίτερα σκληρή, και βάρυνε κυρίως τους άνδρες. Άλλος λόγος ήταν και ο θεσμός της προίκας, που ήταν ευρέως διαδεδομένος στο συνάφι τους και ιδιαίτερα στην περιφέρεια της Θεσσαλίας. Ο θεσμός της προίκας ήταν ευρέως διαδεδομένος και νομικά κατοχυρωμένος στο Ρωμαϊκό Δίκαιο και στο Βυζαντινό Δίκαιο κατά τη βυζαντινή περίοδο, συνεχίσθηκε δε με ισχύ νόμου μέχρι το έτος 1983, οπότε και καταργήθηκε. Σύμφωνα με την ισχύουσα τότε νομοθεσία και ιδιαίτερα την καθιερωμένη παράδοση όφειλε ο πατέρας που πάντρευε την κόρη του, να της δώσει ως προίκα είτε ακίνητο, αν είχε, ή χρήματα (λίρες) ή πρόβατα ή λίγα απ’ όλα. Ευτυχώς η νομοθετική κατάργηση του θεσμού της προίκας το έτος 1983, η καθιέρωση της εργαζόμενης γυναίκας, η κοινωνική της χειραφέτηση και γενικά η αλλαγή νοοτροπίας και παιδείας στους νέους ανθρώπους συνετέλεσαν στην ουσιαστική κατάργηση του κοινωνικά απαράδεκτου και άδικου θεσμού της προίκας.
Ο Κάρστεν Χεγκ, φιλελεύθερος και μορφωμένος άνθρωπος της Δύσης, 1925, όπως αναφέρεται στο «Οι Σαρακατσάνοι, μια ελληνική νομαδική φυλή», εντυπωσιάστηκε με τη σαφή διαφορά μεταξύ των φύλων. Επεσήμανε ότι, ναι μεν, οι απαιτήσεις του κοπαδιού ήταν σκληρές, 365 ημέρες το χρόνο καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, αλλά ο ποιμένας την ώρα της βοσκής δεν κουραζόταν σωματικά. Έτσι, κάποια στιγμή αναφέρει πως πρότεινε στην οικογένεια που τον φιλοξενούσε να σκεφτούν μια καλύτερη κατανομή εργασίας, διηγούμενος πως στην Ευρώπη οι άντρες νιώθουν την υποχρέωση να βοηθούν τις γυναίκες όσο μπορούν περισσότερο. Τον κοίταξαν με το στόμα ανοιχτό, θεωρώντας σχεδόν ανήθικη μια τέτοια πρόταση.
Επίλογος
Μπορεί να υπήρχαν όλοι αυτοί οι περιορισμοί και οι ανισότητες, ο ρόλος της γυναίκας όμως δεν μπορεί να αποτιμηθεί με τα μέτρα της εποχής μας και να χαρακτηριστεί απόλυτα υποτακτικός. Ειδικά ως σύζυγος και μητέρα, όταν δηλαδή θεωρούνταν ότι είχε κατακτήσει τη θέση που της αρμόζει, απολάμβανε σεβασμό και εξουσία στους τομείς της δραστηριότητάς της. Ο σύζυγος δεν εμπλεκόταν σε αυτούς, ενώ εκείνη είχε γνωμοδοτικό ρόλο για αρκετές από τις αποφάσεις που αφορούσαν οικογενειακά και εθιμοτυπικά θέματα. Ήταν αυτή που διατηρούσε κατά κύριο λόγο την οικογενειακή παράδοση, την ιεραρχία στην οικογένεια, τη φιλοξενία και το σεβασμό προς όλους τους συγγενείς. Γι’ αυτό και κάποιοι μελετητές θεωρούν το πατριαρχικό μοντέλο των Σαρακατσάνων αρκετά διαφοροποιημένο από την «απόλυτη» πατριαρχία, διότι η γυναίκα δεν ζούσε στη σκιά του άνδρα. Αντίθετα αναλάμβανε τον ρόλο να διαφυλάξει στοιχεία της πολιτιστικής ταυτότητας από γενιά σε γενιά, να διατηρήσει την παράδοση, τις θρησκευτικές αντιλήψεις και τις ηθικές αξίες, να αποτελέσει πρότυπο ψυχικής και σωματικής ανθεκτικότητας, επηρεάζοντας τη συμπεριφορά και διαμορφώνοντας τους χαρακτήρες στη σαρακατσάνικη κοινότητα.
Θα ήθελα, επιπλέον, να αναφέρω και τη θέση μερικών που υποστηρίζουν ότι: «Η γυναίκα περνά από τη θέση του καταπιεζόμενου στη θέση του καταπιεστή, όταν γίνει πεθερά. Τότε, όλες οι καταπιέσεις της βρίσκουν διέξοδο στη δεσποτική συμπεριφορά της απέναντι στη νύφη». Σε αντιπαράθεση προς αυτή βρίσκεται η θέση του συγγραφέα Τζον Κέννεντι Κάμπελλ, Άγγλου κοινωνικο-ανθρωπολόγου που μελέτησε από κοντά το Σαρακατσάνικο βίο, και που θα ήθελα πολύ να συνέβαινε και να συμβαίνει. Στο βιβλίο του «Τιμή, οικογένεια και προστασία: μελέτη θεσμών και ηθικών αξιών σε μια ελληνική ορεινή κοινότητα», Οξφόρδη,1964, αναφέρει πως ο ρόλος της μητέρας-πεθεράς, όπως αυτός διαπίστωσε, είναι αυτός του διπλωμάτη-ειρηνιστή μεταξύ των αντιφρονούντων συζύγων .
«Καθισμένη στην εστία με τα εγγόνια γύρω της, η μητέρα γίνεται το φυσικό και ηθικό κέντρο της εκτεταμένης οικογένειας».
Βιβλιογραφικές Αναφορές
Καββαδίας, Γ.(1996). Σαρακατσάνοι. Μια ελληνική ποιμενική κοινωνία. Αθήνα: εκδ. Μπραζιώτη.
Κούτσης, Θ. & Θεοδωρακάκης, Μ. (χ.χ.). Ρίζες ελλήνων: σαρακατσάνοι. Αθήνα: Πήγασος.
Νάνης Ηλ. Φ. (2020). Αναζητώντας τις σαρακατσιάνικες ρίζες.
* Η Μαρία - Αμαλία Ζαχαρή είναι καθηγήτρια Βιολογίας, MSc στις «Επιστήμες της Αγωγής». E-mail: mzachari1@gmail.com