Η υπέροχη αυτή λατρευτική στιγμή ξύπνησε στη μνήμη μου τα όμορφα χρόνια της νιότης. Τότε, που μικρό παιδί σαν ήμουνα και πήγαινα σχολείο στο αγαπημένο μου χωριό το Αργυροπούλι Τυρνάβου. Τότε, που κάθε Κυριακή λέγαμε τις παραπάνω προσευχές οι μαθητές του Δημοτικού..., μπροστά στην εικόνα του Χριστού στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής. Και η χαρά ανείπωτη, όταν τις απαγγέλλαμε δίχως κομπιάσματα, λάθη και παραλείψεις.
Θυμάμαι, τους ήχους των πανέμορφων τροπαρίων: των Χριστουγεννιάτικων. Των Τριών Ιεραρχών, των προστατών της παιδείας μας. Των Χαιρετισμών, με τον «Ακάθιστο Υμνο» να ψάλλεται από μαθητική χορωδία και το «Άσπιλε Αμόλυντε...» να απαγγέλλεται από μαθήτριες του Δημοτικού Σχολείου. Του Επιτάφιου Θρήνου τη Μεγάλη Παρασκευή. Του Πάσχα με την ψαλμωδία των Αναστάσιμων ύμνων..., που επί σαράντα μέρες λαμπρύνουν και στολίζουν ηχητικά και χριστιανικά όλον τον κόσμο της Ορθοδοξίας. Πολλά απ’ αυτά αποδίδονταν τότε, κατά θαυμαστό τρόπο, απ’ τους γλυκύτατους και αρμονικούς ήχους, που εξέπεμπαν τα στόματα των μικρών μαθητών. Μεταβάλλοντας την εκκλησιά του χωριού, τον Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, σε χώρο πρωτόγνωρης χριστιανικής και ψυχικής ανάτασης, που οδηγεί στα επουράνια, αιώνια και άφθαρτα.
Πέραν, όμως, των παραπάνω ο χώρος της εκκλησιάς αποτελούσε και κυψέλη κατήχησης των παιδιών του χωριού. Έτσι οι μαθητές ενίσχυαν ακόμα περισσότερο το θρησκευτικό τους φρόνημα. Αυτό που τους έκανε ευσεβέστερους χριστιανούς, εντιμότερους πολίτες, σωστότερους οικογενειάρχες, πιο ευσυνείδητους εργαζόμενους...
Βέβαια, όλα τα παραπάνω συνέβαιναν, γιατί υπήρχε η αρμονική συνεργασία σχολείου και εκκλησίας.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο τηρούταν το συνταγματικό δικαίωμα των ελληνόπαιδων να λαμβάνουν χριστιανική παιδεία. Χωρίς αυτό να σημαίνει απομάκρυνση απ’ τις αξίες της κλασικής μας παιδείας, η οποία κατείχε εξέχουσα θέση. Με τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών να γίνεται απ’ το πρωτότυπο και όχι από μετάφραση από την πρώτη τάξη του εξατάξιου Γυμνασίου...
Σήμερα, δυστυχώς, οι πολύ όμορφες χριστιανικές στιγμές, που τότε λάμπρυναν τις εκκλησιές των χωριών μας, έχουν ατονήσει. Έχουν υποβαθμισθεί και χαθεί, γιατί και τα παιδιά λιγόστεψαν ή δεν υπάρχουν καν! και το σοβαρότερο, γιατί οι αξίες αυτές πολεμούνται από τη «σύγχρονη» ντόπια και εισαγόμενη υποκουλτούρα. Αυτή, που αφιλτράριστα καταλαμβάνει την ελληνική κοινωνία και αλώνει τις αξίες της παράδοσής μας.
Έτσι, μεθοδικά και προγραμματισμένα, συντελείται ο αφελληνισμός κι ο από-χριστιανισμός του λαού μας. Σνομπάροντας, οι στρατευμένοι υπονομευτές της ιστορίας και του πολιτισμού μας, και αυτές ακόμα τις εθνικές μας γιορτές, που συντηρούν και τιμούν τις ενδοξότερες στιγμές της ιστορίας μας.
Να, γιατί τα χριστιανικά ήθη και έθιμα χάνονται και ξεχνιούνται στο διάβα του χρόνου. Να, γιατί στις εκκλησιές των χωριών μας δεν υπάρχει αυτός ο ένθερμος ζήλος για χριστιανική δράση. Αυτή που ανατάσσει και δραστηριοποιεί τη νιότη προς το θείο και αιώνιο. Αυτό, που αντιστέκεται στις δυνάμεις του κακού και στους «παραδείσους» του θανάτου.
Το έθνος μας δεν αντέχει άλλο αυτήν την πολιτισμική και ιστορική του φθορά, η οποία σαν το σαράκι κατατρώει τις σάρκες του. Αν θέλει να επιζήσει πρέπει να πολεμήσει και να νικήσει όλους εκείνους, που στο όνομα του «εκσυγχρονισμού» θάβουν το μέλλον της πατρίδας μας. Διαφορετικά ο τόπος μας θα πάψει να μυρίζει Ελλάδα, γιατί τα έθιμα και οι χριστιανικές μας παραδόσεις θα σβήσουν παντελώς. Και θα σβήσουν, γιατί παραποιούμε και ξεχνούμε τον μάρτυρα του παρελθόντος, την ιστορία μας, την παράδοσή μας. Και τότε θα χαθούμε, όπως χάθηκαν και άλλοι λαοί...
Για να μη φτάσουμε στα έσχατα, επιβάλλεται να σημάνει ένα πάνδημο προσκλητήριο αντίστασης, αντίδρασης και νίκης κατά των δυνάμεων εκείνων που πολεμούν πολυμέτωπα τις αρχές και τις αξίες του εθνικού μας πολιτισμού. Εμπρός, λοιπόν, όλοι μαζί για τη νίκη.