Του Κων/νου Τσιρονίκου
Όλα τα απίθανα και βδελυρά πράγματα συμβαίνουν στην ελληνική κοινωνία. Της καθολικής κρίσης. Την άνεργη και πεινώσα. Την ανασφάλιστη και διαρκώς διωκόμενη. Από τον ίδιο της τον εαυτό. Το κράτος, την εξουσία που ποτέ δεν είπαν την αλήθεια στον λαό. Με το ψέμα καλά να κρατά σ΄ όλο το φάσμα του πολιτικού κόσμου. Ακόμα και σ΄ αυτήν την εν δυνάμει κυβέρνηση. Την αξιωματική αντιπολίτευση. Να κάνει το ίδιο λάθος που έκανε ο νυν και ο πρώην αυτού πρωθυπουργός της χώρας. Να ομιλεί για εύκολες λύσεις... Σε μια εποχή χωρίς δουλειά και παραγωγή. Δίχως χρήματα. Που κανείς δεν ξέρει που θα βρεθούν. Ισως ακούσουμε και πάλι το περιβόητο και ιστορικό πλέον: «Χρήματα υπάρχουν». Που, όμως δεν βρέθηκαν ποτέ...
Δυστυχώς, έχουμε πλημμυρίσει στο ψέμα. Που εύκολα φαίνεται αληθινό σ΄ έναν λαό που διαρκώς πνίγεται στο πέλαγος της απαισιοδοξίας. Της ανυπαρξίας, μέλλοντος. Που όσο και να ψάξει κανείς δεν πρόκειται να το βρει. Γιατί δεν υπάρχει. Γιατί το έχουμε σκοτώσει. Και μαζί μ΄ αυτό μια ολόκληρη γενιά. Τη γενιά των νέων. Το αναπαραγωγικό υλικό της πατρίδας μας... Που φεύγει κι αφήνει πίσω του συντρίμμια, που δημιούργησε μια ανάξια και ανάλγητη εξουσία. Που έπαιξε με τη μοίρα του λαού της και έχασε. Γιατί δεν είχε ήθος και ηθική. Γιατί επιδόθηκε στο πλιάτσικο και στον προσωπικό της πλουτισμό: Κλέβοντας, διαφθείροντας και συντρίβοντας κάθε ηθική αντίσταση. Κάθε μετερίζι, ελπίδας και προόδου.
Αυτό δίδαξε. Αυτό έσπειρε και αυτό θερίζει σήμερα: Την ανυπαρξία ήθους και αλληλεγγύης μεταξύ των τάξεων που συνθέτουν τη σημερινή μορφή της κοινωνίας. Κι αυτό το βλέπουμε παντού. Στον ατομισμό, στην ιδιοτέλεια και στην έλλειψη ελεητικής συμπεριφοράς αυτών που ζούνε καλά. Που έχουν ακόμα το μεροκάματο, το μισθό, τη σύνταξη, αλλά δεν βλέπουν τις στρατιές των ανέργων και των πεινασμένων. Αυτούς που περιμένουν το έλεος της εκκλησίας ή κάποιου φιλόπτωχου σωματείων για να ζήσουν. Τους άνεργους νέους, που φωνάζουν καθημερινά για δουλειά και πρόοδο.
Και το συνταρακτικότερο της πραγματικότητας αυτής είναι ότι οι κραυγές αυτές αγωνίας και ζωής δεν εισακούονται από την εξουσία. Ακούονται μόνον τα αιτήματα των ευνοημένων και προστατευομένων. Των εχόντων δύναμη και ευρισκομένων στην κορυφή της πυραμίδας των οικονομικά αμειβομένων. Μόνον τις φωνές αυτών ακούει το διεφθαρμένο κράτος. Τις φωνές των δικαστών που χάσανε, όπως λένε πολλά και εξακολουθούν να παίρνουν πολλά. Χιλιάδες ευρώ ακόμα... Που τους είναι αρκετά για να ζήσουν καλά. Κι όμως ζητάνε, με δικαστική απόφαση, αυτά που χάσανε από το - 12 - και μετά από ένα κράτος διαλυμένο οικονομικά. Που συνεχώς δανείζεται για να μην πέσει στο γκρεμό. Και μαζί μ΄ αυτό ένας ολόκληρος λαός. Παρά ταύτα επιμένουν, παραβλέποντας την άθλια κρατική κατάσταση και το γιγάντωμα της φτώχειας, που καθημερινά πνίγει την πατρίδα μας.
Όχι, κύριοι λειτουργοί της σεβαστής δικαιοσύνης, δεν πρέπει να πάρετε τα χρήματα που παίρνατε στην εποχή της δανεικής και επιδοτούμενης ευμάρειας. Γιατί αυτά δεν τα παίρνει κανείς. Κι αυτό πρέπει να το ζητήσετε από μόνοι σας σε ένδειξη αλληλεγγύης και αγάπης προς τον πάσχοντα λαό. Γιατί το επιτάσσει το δίκαιο που προασπίζεσθε και ο Θεός. Φωνάξετε το δυνατά και πέστε στην ανάλγητη εξουσία: Ότι εμείς δεν θέλουμε καμία επιπλέον αμοιβή. Δώστε τα χρήματα αυτά στους φτωχούς και πεινασμένους. Ετσι η φωνή τους μαζί με τη δική σας θα γίνει πιο δυνατή και αποτελεσματική. Και η λαϊκή κρίση και εκτίμηση θα σας ανεβάσουν στη θέση που πρέπει. Γιατί οι αξίες αυτές, όταν προέρχονται απ΄ τον λαό, είναι δυνατότερες και δικαιότερες απ΄ οποιαδήποτε αξιολόγηση της εξουσίας. Κι αυτήν τη συμπεριφορά θα την καταγράψει θετικά ο ιστορικός του μέλλοντος, ως μια νησίδα ηθικής αντίδρασης μέσα στο πέλαγος των διαρκών βασάνων και αδικιών του λαού μας. Προχωρήστε λοιπόν κι αφήστε το αίτημα των χαμένων για να νιώσουν οι στρατιές των ανέργων και των πεινασμένων ότι έχουν δίπλα τους τον δυνατότερο σύμμαχο. Αυτόν της δικαιοσύνης. Κάντε το λοιπόν για τον άνθρωπο και το Θεό.
Παρόμοιες φωνές επιστροφής των χαμένων ακούγονται και από τη συμπαθή τάξη των ένστολων. Των ανθρώπων που είναι επιφορτισμένοι με την περιφρόνηση της, πολύ δοκιμαζόμενης σήμερα, ασφάλειας του κράτους και των πολιτών. Πρέπει να πούμε ότι συμμεριζόμαστε τον πόνο τους, που είναι και δικός μας, μα πολύ περισσότερο τους άνεργους και οικονομικά ανήμπορους. Προς αυτούς πρέπει να δείξουμε πνεύμα αλληλεγγύης όλοι εμείς που παίρνουμε ακόμα έστω και τις πολύ αποψιλωμένες αποδοχές μας. Σ΄ αυτούς πρέπει να πούμε δώστε το πλεόνασμα που αρπάξατε από την τσέπη μας και όχι σ΄ αυτούς που έχουν τη δουλειά τους ακόμα.
Ετσι, νομίζω ότι μπορούμε να καλλιεργούμε έμπρακτα το πνεύμα αλληλεγγύης μεταξύ των κοινωνικών τάξεων και όχι με ό,τι αρπάξει ο καθένας. Μέσα σ΄ αυτό το πλαίσιο φιλανθρωπίας και ηθικής πρέπει να κινούμαστε όλοι εμείς που παίρνουμε, έστω και κουτσουρεμένες, τις αποδοχές μας. Γιατί οι καιροί είναι πολύ δύσκολοι και η απελπισία απλώνεται παντού.
Μια τέτοια πρακτική θα μορφώνει διαρκώς την κοινωνία μας. Θα την κάνει περισσότερο αλληλεγγύη και θα απομακρύνει το φοβικό σύνδρομο της εγκατάλειψης και του θανάτου.