Στη φωτογραφία αυτήν από την παλιά χαρά είσαι ντυμένος με το καρό πουκάμισο του καουμπόι, το γιλέκο, το παντελόνι το σουέτ, το κόκκινο μαντήλι στον λαιμό και το καουμπόικο καπέλο. Όμως, παρ’ όλη τη στολή της φωτογραφίας σου, πιο γρήγοροι πιστολέρο σε πλήγωσαν.
Αγόρι μου, πήρα σερπαντίνες, ένα μπαλόνι κόκκινο με καρδούλες και σου τα έφερα. Σου αφήνω κι αυτό το γράμμα. Χθες είδα την κορούλα σου ντυμένη νεραϊδούλα. Σου μοιάζει πολύ. Ας είναι τυχερό τουλάχιστον το παιδί σου!».
Θα περάσουν και οι Απόκριες, η γιορτή των μασκαράδων, η απελευθερωτική των συναισθημάτων γιορτή, που ευνοεί τις λογιών «αταξίες», που κρύβονται πίσω από τη μάσκα. Άλλωστε, η λέξη «μασκαράδες» είναι από το «mascheta», που σημαίνει «προσωπείο». Βέβαια, «το προσωπείο» δεν είναι μόνο σημείο αναφοράς της Αποκριάς...
Λένε πως οι στολές είναι «συσκευές επικοινωνίας» που ανακαλύπτουν εμάς και έχουν σκοπό να προκαλέσουν μια απάντηση... Ό,τι ντύνουμε τα παιδιά μας, μήπως αποκαλύπτει τι περιμένουμε από αυτά και τους χτίζουμε εμείς τον ρόλο τους στη ζωή; Ή μήπως λέμε πως εμείς ακολουθούμε τη βούληση του παιδιού που εμείς κατευθύνουμε; Μήπως όσους ντύνουμε καουμπόηδες, εμείς τους θέλουμε γρήγορους πιστολέρο, να προλαβαίνουν να λαβώνουν πρώτοι τον αντίπαλο; Αυτό το πρότυπο θέλουμε;
Όμως, εμείς περιδιαβαίνουμε το Πήλιο, την κατοικία του Κένταυρου Χείρωνα, που δίδασκε αίσθημα δικαίου και φιλανθρωπία και είχε παιδευτική δεινότητα λόγω των υψηλών του γνώσεων. Αυτόν που υμνήθηκε από τον Πίνδαρο και σ’ αυτές τις αξίες μύησε τον Αχιλλέα, τον ήρωα του Τρωικού πολέμου. Κι ο λατρεμένος μου γιος, ο δικός μου Αχιλλέας, παρ’ όλη την παιδική στολή του καουμπόι, ανδρώθηκε λες και διδάχθηκε κι αυτός από τον Κένταυρο Χείρωνα. Ήταν δίκαιος, απόλυτα φιλαλήθης, φιλάνθρωπος και με παιδευτική δεινότητα. Όμως, πέθανε νωρίς κι αυτός, τρωτός σαν άνθρωπος.
Τα σύννεφα στον ουρανό κινήθηκαν για να σχηματίσουν το όμορφο χαμογελαστό πρόσωπο του δικού μου Αχιλλέα. Του ψιθυρίζω τη λέξη «Σ’ αγαπώ». Όμως, τη νιώθω τόσο λίγη! Πού να χωρέσει ό,τι νιώθω...
Ανοίγω την αγκαλιά μου, σηκώνω τα χέρια μου στον ουρανό για να αγγίξω τον Αχιλλέα μου και παρακαλώ τον Θεό ν’ ακούσει τις προσευχές μου και του λέω του Αχιλλέα μου να προστατεύει από εκεί πάνω την όμορφη κορούλα του εδώ κάτω, που κοιτά στον ουρανό για να τον δει...
Και του λέω ακόμα πως έχω και τον αγαπημένο του σκύλο, τον Έκτορα, και δεν τον αφήνω μόνο του, όπως επιθυμούσε ο Αχιλλέας, να μην αφήνω μόνο του τον Έκτορα, όσο έλειπε ο Αχιλλέας στο εξοχικό του στα Μεσάγγαλα. Μόνο που τώρα ο Αχιλλέας λείπει πολύ καιρό...