σοβαρών προβλημάτων εξάντλησης των ανανεώσιμων και μόνιμων υδατικών αποθεμάτων. Με δεδομένη τη δραματική κατάσταση της ποιότητας και απαιτούμενης ποσότητας νερού άρδευσης για τις καλλιέργειες, είναι προφανής η ανάγκη άμεσης αλλαγής της υδατικής πολιτικής στην περιοχή. Οι ανάγκες των καλλιεργειών συνεχώς αυξάνονται και μελλοντικά το πρόβλημα της έλλειψης νερού θα είναι τεράστιο. Παρακάτω αναφέρεται παράδειγμα τεσσάρων υποπεριοχών της Κάρλας στις οποίες καθορίστηκαν οι υδατικές ανάγκες ανά υποπεριοχή για τη μηδική και το καλαμπόκι, σύμφωνα με όσα προβλέπει η Κοινή Υπουργική Απόφαση 16/6631/89.
Για τον υπολογισμό της ποσότητας νερού άρδευσης χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία του εδαφολογικού χάρτη της περιοχής και οι ανάγκες σε νερό της κάθε καλλιέργειας. Είναι γνωστό ότι η ίδια καλλιέργεια έχει διαφορετικές απαιτήσεις σε νερό όταν αναπτύσσεται σε διαφορετικό έδαφος. Με τη βοήθεια λογισμικού, υπολογίσθηκαν οι ανάγκες αρδευτικού νερού για το καλαμπόκι και τη μηδική. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι ανάγκες σε νερό της ίδιας καλλιέργειας που αναπτύσσεται σε έδαφος με ίδια μηχανική σύσταση είναι διαφορετικές για την κάθε υποπεριοχή της λεκάνης απορροής της Κάρλας. Οι διαφορές οφείλονται στις διαφορετικές μέσες τιμές των χρονοσειρών των βροχοπτώσεων και θερμοκρασίας για κάθε υποπεριοχή, στις ανάγκες των καλλιεργειών, στις διαφορές εδαφικής υγρασίας, στην ένταση του ανέμου κ.ά. Οι υπολογισμοί έδειξαν ότι οι ανάγκες των δύο καλλιεργειών σε νερό για την αρδευτική περίοδο διαφέρουν μεταξύ των υποπεριοχών και είναι μικρότερες για νέο δίκτυο.Η Κοινή Υπουργική Απόφαση 16/6631/ 89 η οποία προσδιορίζει τα κατώτατα και ανώτατα όρια των αναγκών άρδευσης ανά καλλιέργεια για κάθε Υδατικό Διαμέρισμα της χώρας που θεσπίστηκαν πριν από μερικές δεκαετίες, θεωρείται πλέον ξεπερασμένη. Η λεπτομερέστερη και με μεγαλύτερη ακρίβεια οριοθέτηση των υποπεριοχών στα Υδατικά Διαμερίσματα είναι αναγκαία, ειδικά όταν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στη θερμοκρασία και βροχόπτωση. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο αριθμός των μετεωρολογικών σταθμών πρέπει να αυξηθεί, ειδικά στις αγροτικές περιοχές και πρέπει να τεθούν προδιαγραφές για την ακριβέστερη αξιολόγηση των αγροκλιματικών συνθηκών. Για κάθε ομαδοποιημένη κατηγορία εδαφών και για κάθε καλλιέργεια μπορεί να εφαρμοσθεί η ελλειμματική άρδευση, αφού καθορισθούν με νέα Κοινή Υπουργική Απόφαση τα ανώτατα όρια νερού άρδευσης ανά στρέμμα, σύμφωνα με τις ανάγκες της καλλιέργειας για κάθε στάδιο ανάπτυξης και προβλεπόμενη παραγωγή. Επίσης, ανάμεσα στους παράγοντες οι οποίοι πρέπει να προβλεφθούν στη νέα Κοινή Υπουργική είναι η αλατότητα του αρδευτικού νερού για τον υπολογισμό του ξεπλύματος των αλάτων στη δόση άρδευσης.
Το πρόβλημα της έλλειψης νερού μπορεί να αμβλυνθεί αν δοθεί προτεραιότητα στα έργα ταμίευσης χειμερινών απορροών και αν μειωθούν οι απώλειες νερού κατά τη μεταφορά και τη διανομή του. Η υπεράντληση από τους υπόγειους υδροφορείς και η μη εφαρμογή Κωδίκων Ορθής Γεωργικής Πρακτικής, είναι ανάμεσα στους παράγοντες οι οποίοι εντείνουν ακόμα περισσότερο το πρόβλημα.
Είναι φανερό ότι η μη ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων αυξάνει τον κίνδυνο ερημοποίησης, ενώ η αναμενόμενη κλιματική κρίση θα προσθέσει επιπλέον προβλήματα στο μέλλον. Η χώρα μας θα ήταν χρήσιμο να ακολουθήσει τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, οι οποίες σχετίζονται άμεσα με τις πρακτικές χρήσης γης, και την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών. Η αναδιάρθρωση καλλιεργειών με άλλες μικρότερων απαιτήσεων σε νερό και η υποχρεωτική χρήση σύγχρονων συστημάτων άρδευσης θα μειώσει τον κίνδυνο μελλοντικής υποβάθμισης των εδαφών, ειδικά σε συνθήκες κλιματικής κρίσης.
Η εφαρμογή προγράμματος αναδιάρθρωσης στην ευρύτερη περιοχή της Κάρλας μπορεί να στηριχθεί σε αντίστοιχες μεθοδολογίες οι οποίες ήδη εφαρμόζονται σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Βέβαια, η κάλυψη των αναγκών σε νερό για τη Θεσσαλία δεν μπορεί να στηριχθεί αποκλειστικά στην καλύτερη διαχείριση και αξιοποίηση των υδατικών αποθεμάτων, αλλά απαιτείται και μερική μεταφορά νερού από γειτονικό προς τη Θεσσαλία υδατικό διαμέρισμα.
Οι πληροφορίες που έχουν καταγραφεί στους εδαφολογικούς χάρτες της Ελλάδας και στις αντίστοιχες μελέτες οι οποίες συντάχθηκαν από τα Ινστιτούτα του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, είναι πολύτιμες για τον παραπάνω σκοπό, αλλά δεν έχουν αξιοποιηθεί.
Οι Μεσογειακές χώρες ήδη μελετούν και αξιολογούν σενάρια νέας αναδιάρθρωσης καλλιεργειών για τη μελλοντική αντιμετώπιση προβλημάτων της κλιματικής κρίσης. Η επικείμενη εφαρμογή του προγράμματος αναδιάρθρωσης καλλιεργειών που προτείνεται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας χρειάζεται άμεσες προσαρμογές, ουσιαστικές αλλαγές και εξειδικεύσεις στόχων.
*Ο δρ Θεόδ. Καρυώτης είναι γεωπόνος-εδαφολόγος, συντ. τακτικός ερευνητής ΕΛΓΟ «ΔΗΜΗΤΡΑ»