Η απλή συνθηματολογία γύρω από το τεκμήριο της αθωότητας μας βομβαρδίζει καθημερινά. Γεμίζει τις ακοές μας. Στήνει στο διάβα μας «άγχος». Κλέβει από τις ψυχές μας τη χαρά και τις γεμίζει με λύπη και αγωνία, κάθε φορά που το τεκμήριο της αθωότητας έρχεται στην επιφάνεια, στην επικαιρότητα και αποτελεί αντικείμενο συζήτησης μεταξύ των ανθρώπων. Είναι συνυφασμένο με την εγκληματικότητα της χώρας και είναι ο χώρος, όπου εύκολα μπορεί να το συναντήσει κανείς. Υπάρχει γύρω από τα βαριά εγκλήματα που τελούνται στη χώρα, όπου κανείς δεν μπορεί να διαγράψει με βεβαιότητα την ενοχή ή μη του κατηγορούμενου και να αποφανθεί για την αθωότητά του.
Αν και τα γεγονότα ορισμένες φορές είναι τόσο πασιφανή για την αποδιδόμενη κατηγορία στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, κανείς δεν τόλμησε μέχρι σήμερα από τον νομικό κόσμο να βγει και να διακηρύξει την ενοχή του κατηγορούμενου και τη βεβαία καταδίκη του. Κανείς δεν τόλμησε να παρακάμψει το τεκμήριο της αθωότητας και να γίνει έτσι ο πρώτος αρνητής της λειτουργίας του. Ο σεβασμός προς τον ρόλο και τη λειτουργία του υπήρξε πάντα ο σωστός και ο ενδεδειγμένος από τον κόσμο της νομικής επιστήμης και η προστασία της τιμής και της υπόληψης κάθε ανθρώπου που τυγχάνει να είναι κατηγορούμενος, απόλυτα μέχρι τον χρόνο της έκδοσης απόφασης από το Δικαστήριο, σεβαστή.
Ως τεκμήριο αθωότητας νοείται η νομική αρχή, σύμφωνα με την οποία κάθε άνθρωπος που κατηγορείται για οποιοδήποτε έγκλημα θεωρείται αθώος έως ότου αποδειχθεί η ενοχή του. Το νομικό βάρος της απόδειξης το φέρει η κατηγορούσα αρχή, η οποία οφείλει να παρουσιάσει επιτακτικά στοιχεία ενώπιον του δικαστηρίου και των ενόρκων, όπου η σύνθεσή του έχει ενόρκους, που να αποδεικνύουν χωρίς καμία αμφισβήτηση την ενοχή του κατηγορουμένου.
Εφόσον η δίωξη δεν αποδείξει τις κατηγορίες, τότε το άτομο απαλλάσσεται από τις κατηγορίες. Ακόμη και όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες, ο κατηγορούμενος αθωώνεται.
Το τεκμήριο της αθωότητας αποτελεί νόμιμο δικαίωμα του κατηγορούμενου στην ποινική δίκη και περιλαμβάνεται σε πάμπολλα νομικά συστήματα. Είναι ένα διεθνές ανθρώπινο δικαίωμα σύμφωνα με την Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ο.Η.Ε. (άρθρο 11).
Το τεκμήριο αθωότητας στην ηπειρωτική Ευρώπη καθιερώθηκε για πρώτη φορά το 1879 με το άρθρο 9 της Γαλλικής διακήρυξης των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη. Στην ελληνική νομοθεσία είναι καθιερωμένο αφενός σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αφετέρου με το άρθρο 14 παρ. 2 του Διεθνούς Συμφώνου του Ο.Η.Ε. για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Στη δική μας νομοθεσία το τεκμήριο αθωότητας περιλαμβάνεται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, στο άρθρο 72 με τίτλο «τεκμήριο αθωότητας» και περιεχόμενο «οι ύποπτοι ή κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με τον νόμο». Ο νέος νόμος 4620/2019 προβλέπει το τεκμήριο αθωότητας στο άρθρο 71 του ΚποινΔ.
Έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις σχετικά με τη φύση του τεκμηρίου της αθωότητας. Σύμφωνα με τον Αλεξιάδη, αποτελεί «δικαίωμα», καθώς σε αντίθετη περίπτωση θα μπορούσε να λειτουργήσει ενάντια του κατηγορουμένου. Επομένως, η προστασία του κατηγορουμένου είναι ισχυρότερη, όταν το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί «δικαίωμα» και όχι γενική αρχή δικαίου. Αποτελεί εγγύηση υπέρ του κατηγορούμενου που αποσκοπεί στη διαφύλαξη της τιμής και της αξιοπρέπειάς του, πέραν της προστασίας των υπερασπιστικών δικαιωμάτων. Πέραν των ως άνω έχει διατυπωθεί ότι το τεκμήριο της αθωότητας προστατεύει τον κατηγορούμενο από πρόωρες κρίσεις περί της ενοχής του.
Οι ποινικές υποθέσεις ανέκαθεν προκαλούσαν το έντονο ενδιαφέρον του κοινού, ιδίως των δημοσιογράφων, που έσπευδαν να συγκεντρώσουν στοιχεία τέτοια που να προκαλούν οξύ πόνο στο κοινό, για να τα φέρουν στη συνέχεια στην επικαιρότητα, στους τηλεοπτικούς δέκτες και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, όπου η ακροαματικότητα ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Με αυτόν, όμως, τον τρόπο, οι ενέργειες και οι πράξεις τούτων παραβιάζουν το τεκμήριο της αθωότητας και υπονομεύουν την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Ειδικά τα Μέσα Ενημέρωσης έχουν αποκτήσει τον χαρακτήρα μιας «παράλληλης δικαιοσύνης» μέσω «τηλεδικών» και δημοσιευμάτων που προεξοφλούν την ενοχή του κατηγορούμενου, με αποτέλεσμα την πρόωρη μεταχείρισή του ως ενόχου. Δείτε τώρα τι γίνεται με την κακοποίηση της 12χρονης κοπέλας του Κολωνού. Κάθε κανάλι και κάθε εκπομπή στήνει ένα δικαστήριο που αποφαίνεται για την ενοχή των κατηγορουμένων και τις ποινές που πρόκειται να επιβληθούν. Κατάφωρη παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας και σπίλωση της τιμής και της αξιοπρέπειας των προσώπων που είναι κατηγορούμενοι, όχι όμως και ένοχοι, αφού δεν απαγγέλθηκε καμία απόφαση σε βάρος τους. Περιττό να αναφέρω ότι στις «τηλεδίκες» αυτές παρεμβαίνουν και άλλα πρόσωπα, ακόμη και του πολιτικού κόσμου, τα οποία «ελαφρά τη καρδία» αποφαίνονται για την καταδίκη των κατηγορούμενων, πριν ακόμη εκδοθεί οριστική και αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση. Το τεκμήριο της αθωότητας προφυλάσσει από πράξεις και ενέργειες όλους εκείνους που βρίσκονται πιο κοντά προς αυτό. Τους εγκαλεί στις παλιές παραδόσεις ως άγευστους των νέων προοπτικών και ως υπηρέτες της κατεστημένης αμάθειας και απραγματοσύνης. Τους προφυλάσσει από το να αποφαίνονται για την καταδίκη ή μη των κατηγορούμενων, προτού να εκδοθεί η απόφαση του Δικαστηρίου. Σε όσους εμπλέκονται γύρω από την τέλεση του εγκλήματος, ως ανακριτές, υπάλληλοι δικαστηρίων κ.λπ., για όλους αυτούς ο κατηγορούμενος είναι αθώος μέχρι τη στιγμή που θα εκδοθεί η απόφαση από το Δικαστήριο.
Κανείς τους μέχρι σήμερα δεν έσπευσε να αποφανθεί για την ενοχή του κατηγορούμενου, φυλάσσοντας έτσι το τεκμήριο της αθωότητας. Τα δικαστικά ρεπορτάζ οφείλουν να είναι πολύ προσεκτικά σε τοιούτου είδους υποθέσεις. Οφείλουν να τις εμφανίζουν με αντικειμενικότητα, διακριτικότητα και πάνω απ’ όλα με σεβασμό και αξιοπρέπεια στην αξία του ανθρώπου, διαφορετικά όχι μόνον παραβιάζουν το τεκμήριο της αθωότητας, αλλά υπονομεύουν και την ορθή απονομή της δικαιοσύνης. Η ελεύθερη ενημέρωση που είναι καθήκον και χρέος όλων μας θα πρέπει να πραγματοποιείται με σωστό και αντικειμενικό τρόπο, με σεβασμό στο τεκμήριο της αθωότητας και στην ανθρώπινη αξία (Ζαχαρούλα Βλαμάκη).
Τέλος, πρέπει να σημειώσουμε ότι διάδικος που αθωώθηκε αμετάκλητα για ποινικό αδίκημα υποχρεώνεται σε αστική αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας, που αφορά στο ποινικό αδίκημα που αθωώθηκε. Το άρθρο 6 παρ. 2 της Ε.Σ.Δ.Α. αποβλέπει στην προστασία των ανθρώπων που έχουν απαλλαγεί από τις κατηγορίες από τα ποινικά δικαστήρια ή έπαυσε η κατ’ αυτών ποινική δίωξη, ώστε να μην αντιμετωπίζονται από τις δημόσιες αρχές ή άλλα όργανα, σαν να ήταν στην πραγματικότητα ένοχοι για πράξεις που είχαν κατηγορηθεί.
Συνοψίζοντας τις παραπάνω σκέψεις, καταλήγουμε πως: Η θεμελιώδης αρχή του «τεκμηρίου της αθωότητας» αρύεται από τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου. Καταρρίπτεται με αμετάκλητη δικαστική απόφαση. Από αυτό απορρέουν οι εξής βασικές αρχές: 1. Κανένας δεν καταδικάζεται ή δεν κηρύσσεται ένοχος, αν δεν έχει καταδικαστεί από τον νόμο και κατόπιν δικαστικής διαδικασίας. 2. Καμία ποινή ή οποιαδήποτε άλλη κύρωση δεν μπορεί να επιβληθεί σε κάποιο πρόσωπο, αν η ενοχή του δεν έχει απαγγελθεί πρώτα από τους προβλεπόμενους νόμιμους τύπους. 3. Κανείς δεν είναι υποχρεωμένος να αποδείξει την αθωότητά του, διότι αυτή τεκμαίρεται. 4. Ισχύει η αρχή «in dubio pro reo», που σημαίνει ότι η αμφιβολία είναι υπέρ του κατηγορουμένου. Ζούμε σε μια εποχή, που δεν επιτρέπει σε εμάς να παρασυρόμαστε σε πράξεις και ενέργειες που αργότερα μπορεί να μας εκθέσουν. Πρέπει να αναζητούμε περίπαθα την αλήθεια, αφού κανένας πολιτισμός δεν μπορεί να σταθεί, αν δεν έχει ως κορυφαίο γνώρισμα το πάθος να βρίσκει και να συνομιλεί με την αλήθεια.
Επί τιμής δικηγόρος
Αθανάσιος Στ. Φώτος