Του Γιάννη Μήτσιου
Φυσικού - νομικού
Αποτελεί κοινή συνείδηση ότι ο λαϊκισμός που καταδυναστεύει την ελληνική κοινωνία, ψυχοπονιάρικος, λαοπλάνος και πλήρως αποβλακωτικός, έχει πάρει διαστάσεις ιστορικές οπότε θα μπορούσε να τον ονομάσει κάποιος ιστορικό λαϊκισμό. Έγινε για τα κόμματα κυρίαρχος τρόπος πολιτικής δράσης και για τους πολίτες βασική νοοτροπία, ιδεοληψία και κοινωνική συμπεριφορά. Ο λαϊκισμός αυτός ήταν επόμενο να εκθρέψει στην κοινωνική βάση τη νοοτροπία της περιφρόνησης των θεσμών, της ανομίας και της διαφθοράς. Ξεκινώντας από την επτάχρονη Απριλιανή δικτατορία με τα γνωστά συνθήματα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών», «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» κ.λπ., φτάσαμε στη δεκαετία του 1980 όταν ακούγαμε «δεν υπάρχουν θεσμοί», «ένας είναι ο θεσμός, ο Λαός» και άλλα παρόμοια. Με αυτά και άλλα διάφορα καταλήξαμε να πιστεύουμε και να το εκφράζουμε με πράξεις ότι «νόμος είναι το δίκαιο του αγρότη και του εργάτη», «δικαίωμα είναι η κατάληψη των σχολείων απ’ τους μαθητές», «θεσμός είναι η άρνηση της αξιολόγησης και της αξιοκρατίας» και άλλα πολλά και διάφορα.
Φτάσαμε στο σημείο δικαστήρια, κρατικές αρχές και δημόσιες υπηρεσίες να παίρνουν αποφάσεις αλλά να μην εκτελούνται λόγω της άρνησης μικρών μειοψηφιών των οποίων θίγονται τα συμφέροντα. Και έχουν παρατηρηθεί πολλές φορές τέτοια περιστατικά με δημόσιες επενδύσεις, με κέντρα λαθρομεταναστών, με χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων κ.λπ. Τα επιχειρήματα που προβάλλονται στις περιπτώσεις αυτές είναι συνήθως του τύπου «να κάνουμε διάλογο», «να προστατευθεί το περιβάλλον», «να βρούμε μια συνολική και όχι αποσπασματική λύση του προβλήματος» και άλλα παραπλήσια. Χωρίς κανένας να λογαριάσει ότι όλα αυτά, όλη αυτή η νοοτροπία, αποτρέπει την έλευση επενδύσεων από το εξωτερικό και τη λύση άλλων κοινωνικών προβλημάτων και οδηγούν στην αναρχία, την παρανομία και την παρακμή.
Όλα αυτά είναι φυσικό να γεννούν και να εκτρέφουν αυτοδικίες, εξάρσεις βίας και άλλες χυδαιότητες χωρίς κανένα πραγματικό ιδεολογικό αντίπαλο. Όταν ο λαϊκισμός εξαπλώνεται τόσο πολύ είναι δύσκολο να συγκρατηθούν οι πεζοδρομιακές και οχλοκρατικές εκδηλώσεις που είναι δύσκολο να αντιμετωπισθούν. Δεν αρκεί μόνον να αποφασίσουν κάποιοι. Θα πρέπει να εφαρμοσθούν συνειδητά απ’ όλες τις πλευρές: Αρχές, κόμματα, συνδικαλιστικές οργανώσεις και πολίτες. Η αντίληψη που επικρατεί σε μεγάλη μερίδα πολιτών «αφού όλοι κλέβουν, εγώ τόσο ηλίθιος είμαι να μην πάρω κάτι;» δεν βοηθάει στον περιορισμό της ανομίας και της διαφθοράς. Οι ευθύνες, ωστόσο θα πρέπει να αναζητηθούν, κατά προτεραιότητα και από όλες τις κρατικές αρχές που δεν έκαναν εδώ και χρόνια το χρέος τους απέναντι στα μεγάλα και προκλητικά σκάνδαλα που έρχονται διαρκώς στη δημοσιότητα. Από τη Λίστα Λαγκάρντ και τα φακελάκια μέχρι τη θηριώδη φοροδιαφυγή. Η παρανομία που κυριαρχεί στους δρόμους με την παράβαση του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας βασιλεύει και σε μεγάλο κομμάτι του κρατικοδίαιτου και διεφθαρμένου ιδιωτικού τομέα. Επίσης, η καθυστέρηση των Δικαστικών Αρχών στην έκδοση των αποφάσεων είναι πιθανόν να επιτρέπει τους παράνομους να συνεχίζουν να παρανομούν ή και να εξαφανίζονται.
Μαζί, επομένως, με την επιβολή του νόμου στο πεζοδρόμιο θα πρέπει να απαιτηθεί η επιβολή του νόμου από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τις Τράπεζες, το ΣΔΟΕ και άλλους ελεγκτικούς μηχανισμούς, αλλά και τα πανεπιστήμια και τα διάφορα σχολεία. Και κάτι ακόμα: Η πάταξη της διαφθοράς δεν πρόκειται να επιτευχθεί ποτέ αν δεν καθοριστούν πρώτα οι βασικοί πυλώνες, όχι μόνον στον δημόσιο, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα.
Είναι αλήθεια ότι ο λαϊκισμός είναι φαινόμενο παγκόσμιο. Ο πανούργος Αδόλφος Χίτλερ υποστήριξε ότι «αν θέλεις να κερδίσεις τη συμπάθεια της μάζας, θα πρέπει να της λες τα πιο ηλίθια και τα πιο χοντρά ψέματα». Για τον λόγο αυτό η μεγάλη ευθύνη ανήκει στην ηγεσία του τόπου. Την πνευματική, τη θρησκευτική και, ιδίως, την πολιτική. Στην αρχαία Ελλάδα ο Ισοκράτης τόνιζε ότι «το της πόλεως ήθος ομοιούται τοις άρχουσι» και σήμερα ο λαός χρησιμοποιεί την παροιμία «το ψάρι βρομάει από το κεφάλι». Η κοινωνία θα δεχθεί τα όποια μέτρα ληφθούν για να βγούμε από το τέλμα των μη βιώσιμων δανείων, της ανομίας και της διαφθοράς, άλλωστε έχει δείξει μέχρι σήμερα αρκετή ανοχή και αντοχή, όταν αυτά εφαρμοστούν δίκαια προς όλες τις κατευθύνσεις. Θα υπάρξουν ασφαλώς πολλοί και διάφοροι καλοθελητές, αφισοκολλητές, ζητωκραυγαστές, χειροκροτητές κ.λπ. που μπαινοβγαίνουν στα κομματικά γραφεία προσφέροντας τις υπηρεσίες τους με το αζημίωτο βέβαια. Η αντιπαροχή που περιμένουν είναι κάποιος διορισμός, κάποια προαγωγή ή κάποιο άλλο ρουσφέτι. Όλα αυτά αντιμετωπίζονται μόνον όταν οι ταγοί και οι εκπρόσωποι του νόμου δείχνουν την ίδια συμπεριφορά προς ισχυρούς και ανίσχυρους και δείχνουν έμπρακτα ότι είναι οι πρώτοι που δεν τον παραβαίνουν.