Σε πρόσφατα τηλεοπτικά ρεπορτάζ παρακολουθήσαμε τη σκηνή με πρωταγωνίστρια τη βουλευτή Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ κ. Κατερίνα Νοτοπούλου, η οποία την ώρα που επισκεπτόταν το περίπτερο του Α.Π.Θ. στη Δ.Ε.Θ. βρήκε την ευκαιρία να τα «ψάλλει», τάχα, στον πρύτανη του Ιδρύματος, κ. Νίκο Παπαϊωάννου, λέγοντάς του, με υψωμένη τη φωνή, ότι «η Αστυνομία δεν έχει καμία δουλειά στο Πανεπιστήμιο». Είχαν προηγηθεί ένα 24ωρο πριν τα γεγονότα της επεισοδιακής αντιπαράθεσης μεταξύ των ατόμων που παρακολουθούσαν συναυλία σε χώρο εντός του πανεπιστημιακού campus και της Αστυνομίας που φρουρούσε την παρακείμενη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος και η κ. Νοτοπούλου βρήκε την ευκαιρία να «σηκώσει» ξανά το θέμα.
Μα ποιος την ήθελε την Αστυνομία στα Πανεπιστήμια; Γιατί συνεχίζεται η φασαρία γύρω από το θέμα; Υπάρχει πρόβλημα τήρησης των νόμων -και άρα ανάγκη αστυνόμευσης- στα ελληνικά Πανεπιστήμια; Ας προβληματισθούμε με βάση το δεδομένο ιστορικό παρελθόν γύρω από το θέμα μας. Tο «πανεπιστημιακό άσυλο», που είχε καθιερωθεί για πρώτη φορά νομοθετικά το 1982 με τον «νόμο-πλαίσιο» 1268/1982, είχε, επί της ουσίας, συμβολικό μόνο νόημα και είχε θεσπισθεί για να τιμήσει τους φοιτητικούς αγώνες κατά της δικτατορίας. Σ’ ένα δημοκρατικό καθεστώς, το ατομικό σου δικαίωμα να εκφράζεις ελεύθερα και απρόσκοπτα τις απόψεις σου, όποιες κι αν είναι αυτές, ισχύει τόσο στην πλατεία -στον δημόσιο χώρο- όσο και στο αμφιθέατρο του Πανεπιστημίου. Πέρασαν από τότε 40 ολόκληρα χρόνια και θα πρέπει να δούμε την αλήθεια κατάματα: Το πρόβλημα στην περίπτωση του «πανεπιστημιακού ασύλου» δεν αφορούσε στην ελευθερία έκφρασης και διακίνησης των ιδεών, αλλά στο ότι δεν κάλυπτε αξιόποινες πράξεις. Δηλαδή, ενώ οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα είχαν εφαρμογή στη λοιπή κοινωνία, οι ίδιες διατάξεις στα Πανεπιστήμια ήταν κενό γράμμα! Λες κι ο χώρος των Πανεπιστημίων ανήκε σ’ άλλη -εκτός της ελλαδικής!- επικράτεια… Είχε εγκαθιδρυθεί -και λειτουργούσε επί δεκαετίες- σε ορισμένα (κυρίως στα κεντρικά) Πανεπιστήμια ένα άσυλο ανομίας. Είχε δημιουργηθεί μια κατάσταση, ένα καθεστώς προστατευμένης παραβατικότητας, εντός της οποίας οργανωμένες μειοψηφίες φοιτητών, περιφρονώντας και γελοιοποιώντας οποιαδήποτε εκδοχή δεοντολογίας και νομιμότητας μπορούσαν να παρακωλύουν τη διοικητική και εκπαιδευτική λειτουργία των Πανεπιστημίων και συχνά να καθυστερούν, ή και ακυρώνουν ακόμη, την ερευνητική δραστηριότητα των ιδρυμάτων.
Προσωπικά έρχονται στο μυαλό μου εικόνες (τις οποίες οι σημερινοί 50άρηδες κι οι 60άρηδες ασφαλώς θα τις θυμούνται) από τις εποχές της δεκαετίας του ‘90 και του 2000, όταν κάθε Νοέμβριο, παρότι οι φωτιές κατέκαιγαν (κυριολεκτικά!) το Ε.Μ.Π. και αμαύρωναν την επέτειο της ηρωικής εξέγερσης των φοιτητών κατά της δικτατορίας στις 17 Νοεμβρίου του ‘73, εν τούτοις η Αστυνομία αδυνατούσε να επέμβει για να περισώσει την τιμή της ευνομουμένης -υποτίθεται- Πολιτείας και να διασώσει την περιουσία του Ιδρύματος, λόγω της απαγορεύσεως που επέβαλε στην είσοδό της στα Πανεπιστήμια ο τότε ισχύων νόμος περί «ασύλου». Έρχονται στη μνήμη μου εικόνες από τις καταλήψεις κτιρίων στο Α.Π.Θ. (και, κυρίως, της Θεολογικής Σχολής που ως «μαγαζί γωνία» στοχοποιούνταν διαρκώς από τους «αγωνιζομένους διαδηλωτές») που άφηναν πίσω τους «καμένη γη» (λεηλατημένα εργαστήρια από κλοπές, κυρίως, ηλεκτρονικών υπολογιστών). Έρχονται στη μνήμη μου καταλήψεις του κτιρίου Διοίκησης του Α.Π.Θ. από ομάδες «αγωνιζόμενων διαδηλωτών» -φοιτητών τε και εξωπανεπιστημιακών-που παρεμπόδιζαν με το «έτσι θέλω» το δικαίωμα της ελευθερίας εισόδου-εξόδου απάντων των Ελλήνων πολιτών (φοιτητών, εργαζομένων, των εν γένει συναλλασσομένων) στο κτίριο Διοίκησης. Χρόνια και χρόνια το ίδιο «βιολί»… Συμπεριφορές προδήλως έκνομες και οπωσδήποτε καταχρηστικές του δικαιώματος της ελευθερίας που παρείχε το «άσυλο», οι οποίες επέβαλαν τον φόβο που με τη σειρά του επέφερε την ανοχή, η οποία διαιώνιζε τον φόβο. Κάποια στιγμή, όμως, έφθασε ο «κόμπος στο χτένι» και η Πολιτεία με τους Ν. 4623/2019 και 4777/2021 επέτρεψε την επέμβαση της Αστυνομίας (και) εντός των χώρων των ΑΕΙ «λόγω τέλεσης αξιόποινων πράξεων», ιδρύοντας, παράλληλα, και την Πανεπιστημιακή Αστυνομία «για την προστασία και ασφάλεια τόσο των προσώπων που βρίσκονται στους χώρους των Α.Ε.Ι., όσο και των υποδομών αυτών».
Θα επαναλάβουμε όσα γράψαμε τον περασμένο Ιούνιο σε ετούτη εδώ τη στήλη («Ε», 14.06.2022): Η βία, η απειλή χρήσης βίας, η κατάληψη του δημόσιας περιουσίας (αιθουσών, εγκαταστάσεων, υποδομών εν γένει) σε βάρος άλλων, για την προώθηση οποιωνδήποτε αιτημάτων και διεκδικήσεων, δεν είναι και δεν θα γίνουν ποτέ αποδεκτές. Κακώς ορισμένοι θεωρούν ότι τα Πανεπιστήμια τους ανήκουν - κάνουν λάθος! Δεν είναι ιδιοκτησία τους για να τ’ ανοίγουν και να τα κλείνουν, κατά τη βούλησή τους. Τα Πανεπιστήμια ανήκουν στον ελληνικό λαό, στον πολίτη, που τα πληρώνει και επιθυμεί οι νόμοι που ψηφίζουν οι αντιπρόσωποί του στη Βουλή των Ελλήνων να γίνονται σεβαστοί. Κι οι αγώνες; Θα πρέπει να εμποδίζονται οι φοιτητές σε αγώνες για ένα καλύτερο αύριο για το Πανεπιστήμιο και το δικό τους μέλλον; Κανένας δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο! Το δικαίωμα στην άλλη, τη διαφορετική άποψη είναι το οξυγόνο της δημοκρατίας και θα πρέπει να μπορεί να ασκείται ελεύθερα γιατί η ομορφιά της δημοκρατίας βρίσκεται μέσα σε αντιθέσεις που μόνο μέσα στο δικό της περιβάλλον καρπίζουν και ανθίζουν. Η ομορφιά της δημοκρατίας βρίσκεται στο δικαίωμα της αμφισβήτησης, ακόμη και της ανατροπής, αλλά με δημοκρατικά μέσα! Όλα χρειάζονται, όλα, όμως, έχουν κι ένα όριο, το οποίο στη δημοκρατία λέγεται Νόμος, Κανόνας, καθώς, όπως έλεγε κι ο Καντ: «Η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που αρχίζουν να θίγονται τα όρια της ελευθερίας των άλλων». Ο μεγάλος στοχαστής Εμμανουέλ Καντ είχε, βεβαίως, μιλήσει ως φιλόσοφος (εκ των κορυφαίων του Διαφωτισμού), αλλά ετούτη η φιλοσοφία δεν είναι που διαπερνά πολιτικά και ιδεολογικά, ως στάση ζωής, και τ’ όμορφο πολίτευμα που λέγεται Δημοκρατία;
Επειδή ως φιλελεύθερος πιστεύω στους θεσμούς, στη σύνθεση, στη δημοκρατία και στα ανθρώπινα δικαιώματα με όρους δημοκρατίας, συντάσσομαι με την επιλογή της Πολιτείας να διαφυλάξει τα δικαιώματα των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, όταν αυτά παραβιάζονται από κάποιες ομάδες «αγωνιζόμενων διαδηλωτών»… Δεν μπορεί το Πανεπιστήμιο να γίνεται έρμαιο αυτών των ομάδων που τις περισσότερες φορές θέλουν με τη βία να επιβάλλουν τις απόψεις και τις πολιτικές τους. Η υπεράσπιση της δημοκρατικής νομιμότητας στα Πανεπιστήμιά μας αποτελεί υποχρέωση και καθήκον της Πολιτείας, αλλά μας αφορά όλους - γιατί αυτή η υπεράσπιση είναι, εν προκειμένω, επιλογή ελευθερίας.
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι καθηγητής Β’/θμιας (ΠΕ01), δρ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Α.Π.Θ. (xaan@theo.auth.gr).