Καρπόφ υπεξαίρεσαν από το Ρωσικό Δημόσιο 230 εκατ. δολάρια μέσω μιας απίστευτης απάτης. Η διαδρομή και οι λεπτομέρειες αυτού του εγκλήματος συνέθεσαν το περιεχόμενο προηγούμενου άρθρου X (10) αυτής της ενότητας. Αν έδωσα έκταση στην υπόθεση Μαγκνίτσκι, το έκανα επειδή συμπυκνώνει τα χαρακτηριστικά μίας από τις πιο διεφθαρμένες και καταπιεστικές κρατικές οντότητες παγκοσμίως. Μοιάζει με την Τουρκία, αλλά κινείται στον αστερισμό της βόρειας Κορέας. Η πιο πάνω απάτη των Ρώσων αξιωματούχων χρειάστηκε -με δωροδοκίες αρκετών εκατομμυρίων δολαρίων- τη συνδρομή διεφθαρμένων ανώτερων κρατικών λειτουργών, δικαστών, μικρότερης βαθμίδας υπαλλήλων, όπως αστυνομικών και κλητήρων, ειδικών πλαστογράφων και μιας διευθύντριας του Υπουργείου Οικονομικών, που υπέγραψε έναντι 8 εκατ. δολαρίων τα εντάλματα πληρωμής των 230 εκατ. δολ. στη συμμορία των επίορκων αξιωματούχων. Τέτοιου μεγέθους απάτη, η οποία πήρε και διεθνείς διαστάσεις, εντός Ρωσίας καλύφθηκε, επειδή ήταν φανερό πως είχε ανώτατη κάλυψη. Και την είχε με το αζημίωτο, όπως προέκυψε, όταν οι ρωσικές αρχές απαντώντας στην ειδική εντεταλμένη του Συμβουλίου της Ευρώπης για το ρωσικό ποινικό σύστημα πρώην υπουργό δικαιοσύνης της Γερμανίας Σαμπίνε Λοϊτχόιζερ αρνήθηκαν τόσο την ύπαρξη των απατεώνων όσο και τη σύλληψη του Μαγκνίτσκι. («Ο Σεργκέι Μαγκνίτσκι δεν συνελήφθη»).
Αυτής της έκτασης και μορφής οικονομικά εγκλήματα κατέληξαν ν’ αποτελούν ρουτίνα στην εκτεταμένη διαφθορά, για την οποία όσοι τολμούν να μιλούν σαπίζουν στις φυλακές. Ο Μπράουντερ σκιαγραφεί ως εξής τα μείζονα οικονομικά εγκλήματα στη Ρωσία του Πούτιν: «Υπάρχουν οι λεγόμενες επιθέσεις «Ρώσων επιδρομέων». Σ’ αυτές κάποιοι διεφθαρμένοι αξιωματούχοι της Αστυνομίας κατασκεύαζαν, διεφθαρμένοι δικαστές ενέκριναν τον σφετερισμό περιουσιακών στοιχείων και οργανωμένοι εγκληματίες έβγαζαν από τη μέση όποιον τολμούσε να μπει εμπόδιο στον δρόμο τους. Η πρακτική αυτή ήταν τόσο συνηθισμένη, που η ανεξάρτητη ρωσική εφημερίδα Βεντομόστι είχε δημοσιεύσει κατάλογο υπηρεσιών των επιδρομέων μαζί με τις τιμές τους. «Πάγωμα περιουσιακών στοιχείων - 50.000 δολάρια. Εξασφάλιση δικαστικής απόφασης - 300.000 δολάρια» και πάει λέγοντας. Ο μόνος τρόπος για ν’ αντιμετωπίσει κανείς αποτελεσματικά αυτούς επιδρομείς ήταν ν’ αντεπιτεθεί με ακραία βία, κάτι που για μας προφανώς δεν αποτελούσε επιλογή».
Ο Μαγκνίτσκι συνελήφθη στις 24.11.2008. Οδηγήθηκε από φυλακή σε φυλακή, χωρίς δυνατότητα επίσκεψης των δικών του και άρνηση παροχής ιατρικής περίθαλψης. Άκαμπτος ο ίδιος στις 24.10.2009 υπέβαλε ακόμα μία αναφορά στο Υπουργείο Εσωτερικών, με περισσότερες λεπτομέρειες για τους επίορκους αξιωματούχους, τα πολυτελή ακίνητα και τις βίλες που κατείχαν. Κατήγγειλε και τα μέγαρα, που αγόρασε στην Ευρώπη η αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών, η οποία υπέγραψε τα εντάλματα πληρωμής των 230 εκατ. δολ. στους απατεώνες και τους αχυρανθρώπους συνεργάτες τους. Κατέληξε γράφοντας: «Πιστεύω πως όλα τα μέλη της ομάδας έρευνας (ενν. της δήθεν φοροδιαφυγής Μπράουντερ) λειτουργούν ως εργολάβοι υπό τις διαταγές κάποιου εγκληματία».
Τη Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009 ο δικηγόρος του Μαγκνίτσκι πήγε να τον δει στις Φυλακές Μπούτιρκα στη Μόσχα. Δεν τον άφησαν. Δωροδοκώντας δεσμοφύλακες έμαθε πως το πρωί εκείνης της μέρας ο (από μήνες σε κακή κατάσταση υγείας Σεργκέι) περίμενε να τον μεταφέρουν στο θεραπευτήριο της φυλακής, επειδή είχε προσβληθεί από παγκρεατίτιδα. Εκεί τον επισκέφθηκαν οκτώ αστυνομικοί με πλήρη εξάρτυση μάχης και τον έδεσαν με χειροπέδες στα κάγκελα του κρεβατιού. Ο κρατούμενος απαίτησε να καλέσουν τον εισαγγελέα και τον δικηγόρο του. Μία μέρα πριν είχε γράψει στους εισαγγελείς: «Βρίσκομαι εδώ, επειδή μίλησα για 5,4 δισ. ρούβλια (230 εκατ. δολ.), που κλάπηκαν από όργανα επιβολής του νόμου». Οι αστυνομικοί όμως δεν είχαν πάει να τον βοηθήσουν, αλλά να τον χτυπήσουν. Χίμηξαν επάνω του με όλη τους τη νοσηρότητα και τα λαστιχένια κλομπ. Μία ώρα και λίγα λεπτά μετά έφτασε πολιτικός γιατρός, που βρήκε τον Σεργκέι νεκρό στο πάτωμα. Λίγες μέρες πριν πεθάνει ο Μαγκνίτσκι είχε γράψει στο ημερολόγιο της φυλακής του.: «Το γεγονός ότι βρίσκομαι εδώ δεν έχει σχέση με τον νόμιμο σκοπό της κράτησης. Αποτελεί μια τιμωρία, που μου επιβλήθηκε μόνο και μόνο επειδή υπερασπίστηκα τα συμφέροντα του πελάτη μου και τα συμφέροντα του ρωσικού κράτους». Ο κρατούμενος επίσης σήμερα ηγέτης της αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι έγραψε για τον βασανιστικό θάνατο του Μαγκνίτσκι: «Ο Σεργκέι Μαγκνίτσκι δολοφονήθηκε για τα ιδανικά του. Δολοφονήθηκε επειδή αγαπούσε τον λαό του και τη Ρωσία. Ήταν τριάντα επτά χρονών».
Οι φίλοι της οικογένειας του Σεργκέι Μαγκνίτσκι στην Αγγλία, όπου τη μετέφεραν μετά τον θάνατο του προστάτου της, δεν άφησαν ήσυχους τους δολοφόνους του. Δέσμευσαν μέσω διακρατικών οργανισμών και πρωτοβουλίες Τραπεζών καταθέσεις τους σε ευρωπαϊκές, κυρίως ελβετικές Τράπεζες. Στις 20.11.2011 βγήκε στον αέρα στην Ελβετία ένα βίντεο, που το είδαν τις πρώτες μόλις μέρες 500.000 άνθρωποι. Σ’ αυτό ξεδιπλώθηκαν οι βρομιές της Όλγκας Στεπάνοβα, της εφοριακού που υπέγραψε τα εντάλματα των 230 εκατ. δολ. δολαρίων προς τους απατεώνες. Επίσης τα μοντέρνα και υπερπολυτελή κτίρια του ζεύγους Στεπάνοφ, στο όνομα της γηραιάς πάμφτωχης μητέρας του Στεπάνοφ. Λίγο μετά την προβολή του video ο γενικός εισαγγελέας της Ελβετίας πάγωσε και τις καταθέσεις των Στεπάνοφ στη Credit Suìsse ως προϊόν εγκλήματος. Στη Ρωσία αυτός ο ανθρώπινος οχετός δεν ενοχλήθηκε ποτέ. Γιατί άραγε; Για κάποια από τα ακατανόητα για κανονικούς λίγο πολύ πολίτες έγραψα έντεκα συνολικά άρθρα «Περί Ρωσίας». Κείμενα δυστοπικά που αγγίζουν την καθημερινότητα ενός λαού, που έπρεπε να ζει καλύτερα και ν’ απολαμβάνει τα αγαθά της ισότητας, της ελευθερίας και της δικαιοκρατίας. Εμείς ας εκτιμήσουμε όσα έχουμε. Δεν είναι αυτονόητα. Σ’ αυτό δεν μας επιτρέπονται αυταπάτες.