Για τους μύστες των στοχασμών των διάφορων φιλοσόφων, από τους αρχαίους έως και τους νεότερους χρόνους, είναι διακριτά δύο κοινά σημεία. Πρώτον ότι όλες οι εργώδεις προσπάθειές τους έχουν ένα τμήμα τουλάχιστον του περιεχομένου τους κοινό με άλλες, προηγηθείσες, και δεύτερον όλες μα όλες προσβλέπουν σε μια ορθολογική συστηματοποίηση των λογισμών τους, με την ελπίδα, οψέποτε αυτές εφαρμοστούν στην κοινωνία, να διακρίνεται μια αρμονία στη λειτουργία της. Εξαίρεση μάλλον αποτελεί ο Γερμανός φιλόσοφος Φρειδερίκος Νίτσε ιδίως στο ηθικοπλαστικό μέρος.
Είναι απαραίτητο, πάντως, στην ανάπτυξη του παρόντος θέματος, να τονισθεί, ότι το όνομα Προμηθέας πηγάζει από την πρόθεση προ + τη λέξη μήτις (σοφία), δηλαδή αυτόν που μεταφέρει τη γνώση σε άλλους. Δεν ήταν τυχαία η επιλογή του Τιτάνα Προμηθέα ως τραγικού ήρωα της ομώνυμης τριλογίας. Αυτοί που από τη μια μεριά είχαν το προνόμιο της αθανασίας, αλλά συγχρόνως ήταν υποταγμένοι στον Ολύμπιο Δία! Πέφτοντας οι Τιτάνες, παιδιά της μάνας Γης, από την εξουσία που σαν σημειολογία εννοεί τη συνεχή διαπάλη του παλιού με το καινούργιο, σκέφτηκε ο Προμηθέας να απευθυνθεί στους ανθρώπους, να τους μεταφέρει το φως της γνώσης και της ενέργειας, γιατί αυτοί δίνουν νόημα και υπόσταση στις λέξεις, ακόμη και σ’αυτήν του θεού! Αρκεί να θυμηθούμε κατά τον μέγα πρωτοπόρο Αισχύλο τη στιχομυθία μεταξύ του Άνακτα του Ολύμπου και του αδελφού του Άδη. Στην ερώτηση λοιπόν του Άδη αν θα πεθάνουν στον πόλεμο εναντίον του εξεγερμένου πατέρα τους Κρόνου, εκείνος τους απάντησε «αγαθέ οι θεοί δεν πεθαίνουν μεταξύ τους. Τους ξεχνούν οι άνθρωποι και έτσι μόνον χάνονται».
Αυτή λοιπόν την εκ του ουκ άνευ ανάγκη ύπαρξης της νόησης του ανθρώπου ως προϋπόθεση της νοηματοδότησης του θεού, και ως εκ τούτου της δύναμής του, ήλθε να τονίσει ο Νίτσε μέσα από το σκιαγράφημα του Υπερανθρώπου του, στο ιδέ ο Άνθρωπος, στον απροσδόκητα ομιλητικό Ζαρατούστρα του (Ζοροάστρης των Περσών) και εν τω συνόλω του έργου του.
Κατ’αρχήν όπως όλοι οι διανοούμενοι της εποχής του, ενστερνίστηκε την κανονικότητα της σκέψης του Καντ και τον ορθολογισμό που τη διέκρινε. Συνάμα για σημαντικό διάστημα γοητεύθηκε από την αρμονία των μουσικών συμφωνιών του Βάγκνερ. Λαμβάνοντας υπόψη την απόλυτη δόμηση και αποδοχή κανόνων στη δημιουργία της κλασικής μουσικής και τη στερέωση του ορθού λόγου του Καντ, είναι αδύνατον να μην αντιληφθούμε την έννοια του επιβεβλημένου στα έργα του! Αν αυτό επεκταθεί στη λειτουργία της κοινωνίας τότε μοιραία ενδύεται την έννοια της ηθικής! Σ’ αυτήν αποκλειστικότητα για τη διδαχή της έχουν σίγουρα οι τρεις βιβλικές μονοθεϊστικές θρησκείες. Είναι νομίζω παραδεκτό ότι στη φύση του ανθρώπου το ατομικό Εγώ του και η πλεονεξία του είναι αναμφισβήτητες προτεραιότητες. Για να έχουν τύχη οι παραινέσεις όπως το «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» και για να τύχουν πραγμάτωσης οι Δέκα Εντολές του Μωυσή είναι άκρως απαραίτητη η απειλή τιμωρίας είτε με κολασμό επί της γης, είτε σ’ ένα μεταφυσικό στάδιο, δηλαδή σε μια άλλη ζωή να υπάρχει δέλεαρ του μεταθανάτιου παραδείσου.
Θιασώτης ο Νίτσε της αρχαϊκής Ελλάδας απλοποίησε τη σχέση του δωδεκάθεου με τους ανθρώπους δίνοντας κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους. Πρώτος εξάλλου ο Όμηρος στον Τρωικό πόλεμο παρουσίασε τους Ολύμπιους να παίρνουν το μέρος των εμπολέμων, να εκφράζει ο καθένας την οργή του και άλλοτε ισοζυγιάζουν τον αγώνα. Να σημειωθεί ότι στις τραγωδίες ακόμη και οι θεοί φοβόντουσαν την Αίσα (τύχη, μοίρα) και τη Νέμεση (τιμωρία). Αυτό μας παραπέμπει στη διαπίστωση ότι οι θεοί είχαν στη στάση τους κάτι το ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο όπως ήταν η αγαπημένη του έκφραση. Αυτός ο τρόπος αποδοχής των θεών καταστούσε πιο εύκολη την πρόληψη του θείου, ειδικά μέχρι και την κλασική αρχαιότητα. Ο άνθρωπος, λόγω του σύντομου βίου του και της δυνατότητας να διανοείται, έχει ανάγκη μιας εσωτερικής στήριξης για να μην τον τρομοκρατήσει ο επικείμενος θάνατος, όταν αυτή δεν είναι αποτέλεσμα της διανόησής του, τότε έχει την ανάγκη ενός θεού κυρίαρχου, αυστηρού κριτή, έτοιμου να συντρίψει κάθε απόπειρα αμφισβήτησης της κυριαρχίας του. Όμως η πρόοδος της ανθρωπότητας οφείλεται πλειστάκις στις αιρετικές απόψεις μιας ισχνότατης μειοψηφίας και τότε μόνος διαπιστώνεται εκ της κοινωνικής αποδοχής της η πραγμάτωση της ελευθερίας του ατόμου! Μέχρι να φτάσει σ’ αυτήν ο άνθρωπος πληρώνει βαρύ τίμημα προς τις οργανωμένες δομές της κοινωνίας και τη δύσκολη αποσυνήθεια από τη λιμνάζουσα ρουτίνα. Εξάλλου μετά τον πυρφόρο Προμηθέα, στον κατοπινό δεσμώτη, ο Αισχύλος απευθύνεται σ’αυτόν και μονολογεί «Προμηθέα, την ασύντυχη μοιρ’ σου θρηνώ κι απ’τα μάτια μου αβάστηγο βρύση τρέχει και την όψη μου βρέχει δάκρυ θερμό. Γιατ’ ο Δίας με νόμους δικούς του σκληρούς σκληρά και άθεα αυτά κυβερνά και στους πριν τους θεούς με περήφανο χέρι ακουμπάει στον λαιμό τους μαχαίρι»
Όπως οι τιτάνες, μισοί θεοί όντες, δεν πέθαιναν όπως οι κοινοί θνητοί, έτσι και η σκέψη, η διανόηση στο γένος των ανθρώπων ουδέποτε πεθαίνει. Τουναντίον μάλιστα συνεχώς θέει (περιτρέχει) για μια αέναη θέωση. Στο πρόσωπο του Ηρακλή λυτρωτή ο Προμηθέας βρίσκει την ελευθερία του. Ο ημίθεος όμως είναι γιος του κεραυνοφόρου Δία και της βροτής (θνητής) Αλκμήνης, τον καλεί δε στον Όλυμπο για εξηγήσεις. Το αντιλαμβάνεται ο κληθείς τιτάνας, και όπως γνωρίζει ότι ο αφέντης είναι σκληρός με τους αμφισβητίες, αγκαλιάζεται τον Ηρακλή και χάνεται μέσα στο είναι του στοχασμού του. Έτσι ο ημίθεος γιος αρνείται το κάλεσμα του αφέντη πατέρα του, μένει αρωγός στους γήινους ανθρώπους σε μια ενδεικτική διαπάλη του παλιού και του καινούργιου κι αν θέλετε του δόγματος του λόγου!
Τέκνο του καιρού του ο Νίτσε ων, ήταν επόμενο να στραφεί εναντίον των δομών που συγκροτούσαν τα θεμέλια της κοινωνικής και θρησκευτικής και της φιλοσοφικής κουλτούρας. Στράφηκε δηλαδή εναντίον των βιβλικών θρησκειών και δη του Εβραϊσμού και του Χριστιανισμού! Όχι δεν επαγγέλετο μια άλλη δοξασία να τις αντικαταστήσει. Καυτηρίαζε τον Χριστιανισμό ως παραπλανητικό στον λόγο Εβραϊσμό. Εύρισκε τόσο ανέφικτο το «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» και θεωρούσε δολίευση του φόβου του θανάτου την υπόσχεση μιας αιώνιας ζωής. Όμως πόση ανάγκη έχει η μάζα των ανθρώπων τον παρηγορητικό παραπλανητικό λόγο! Με την προτροπή των νεοπλατωνιστών τριών Ιεραρχών της Εκκλησίας παριστάνεται ο Ιησούς να κρατεί ένα βιβλίο ανοιχτό και η γραφή του αρχίζει με το «εν αρχή ην ο Λόγος» οι πτωχοί τω πνεύματι προστρέχουν στην αυθεντία του Ενός Δεσπότη μεγάλου θεού. Όσοι αντέχουν τη βάσανο της διανόησης έχουν ανάγκη μικρών πάντως θεών!
Τούτου δοθέντος, ο Γερμανός φιλόσοφος αν και η διαπίστωση είναι ότι η μάχη που έδινε για τη δημιουργία του διανοητικού Υπερανθρώπου του ήταν μάχη οπισθοφυλακών, εντούτοις πιστεύω ότι ο άνθρωπος λίγο-λίγο μας θυμίζει τον λυόμενο Προμηθέα. Και ο προσφορότερος χαρακτηρισμός που μου έρχεται στον νου είναι αυτός του πυρφόρου αναρχικού φιλοσόφου! Αυτό γιατί δεν έπεσε στη γλυκιά παγίδα του εφησυχασμού μιας φαινομενικά μακάριας κανονικότητας. Γιατί όταν αυτή γίνει αυτοσκοπός και μόνον, τότε ακυρώνεται ο μύθος του Προμηθέα με τη φωτιά τη θεϊκή του Δία και λιγοστεύει η ενέργεια και ενάργεια της σκέψης του ανθρώπου και ακυρώνεται η θέωσή του!