Προφανώς η λογική ότι αυτά δεν συμβαίνουν στο δικό μας «σπίτι» (όπου εδώ «σπίτι», σχολείο), αλλά στου γείτονα, είναι αποκρουστική και παραπειστική, καθώς η ίδια η πραγματικότητα πολλές φορές αποδεικνύεται αμείλικτη και το κακό ξεσπά βίαια και τιμωρητικά, εφόσον δεν έχουν προηγηθεί ενέργειες να προληφθεί.
Το ασφυκτικό πλαίσιο μιας μάλλον ανούσιας καθημερινότητας που βιώνουν αρκετοί νέοι μας γεννά τη βία. Έχοντας υποστεί τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης στο οικογενειακό τους περιβάλλον, δεν πρόλαβαν να «ανασάνουν» μέχρι που τους πρόφτασε ο αναγκαστικός εγκλεισμός και η κοινωνική αποστασιοποίηση λόγω πανδημίας, με αποτέλεσμα αρκετοί από αυτούς να μεταμορφωθούν ή καλύτερα «παραμορφωθούν» σε αγρίμια, σε θιασώτες της βίας.
Άτομα με δεξιότητες, πολλές φορές μοναδικές, που όμως παραμένουν συνήθως αναξιοποίητες εξαιτίας του γνωσιοκεντρικού χαρακτήρα του ελληνικού σχολείου, είναι κοινωνικά ανενεργοί στο περιθώριο της σχολικής ζωής. Μέσα από την επίδειξη βίας προσπαθούν να «θεραπεύσουν» τις δικές τους «πληγές», τη δυσανεξία που νιώθουν με τους εαυτούς τους και την κοινωνική πραγματικότητα που τους περιβάλλει και τους μαστίζει.
Πράγματι, η βία παράγει βία. Όταν καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες σκηνών βίας δίπλα μας, πώς είναι δυνατό να προσδοκά κανείς από τους νέους να απορρίπτουν τη βία, τη στιγμή που οι ίδιοι δεν έχουν εξοικειωθεί να σκέφτονται κριτικά, δεν έχουν υιοθετήσει υγιή κοινωνικά και πνευματικά πρότυπα (πού να τα βρουν άλλωστε;), σκέφτονται και ενεργούν εγωκεντρικά στη βάση της λογικής με το μικρότερο δυνατό κόπο να προσποριστούν το μεγαλύτερο όφελος.
Η ενδοοικογενειακή βία που πυροδοτεί σε κάποιες περιπτώσεις τέτοιου είδους ακραίες συμπεριφορές δεν αποσείει τις ευθύνες του σχολείου και των εκπαιδευτικών. Είναι φανερό ότι με την έκταση που έχει προσλάβει το φαινόμενο και στη χώρα μας, η καθημερινή παρουσία σχολικού ψυχολόγου σε κάθε μονάδα να έχει καταστεί επιτακτική ανάγκη.
Οι εκπαιδευτικοί βρισκόμαστε αρκετές φορές σε δυσχερή θέση να διαχειριστούμε με επάρκεια μη αναμενόμενες εκρήξεις θυμού και βίας των μαθητών. Λογικό σε κάποιον βαθμό, καθώς ειδικές καταστάσεις απαιτούν γρήγορους και επιδέξιους χειρισμούς που συχνά δεν αποτελούν κομμάτι της επιστημονικής και παιδαγωγικής σκευής καθενός από εμάς.
Ωστόσο, όταν κάποιος παρατηρεί συμπεριφορές που δεν αρμόζουν στο σχολικό περιβάλλον και την «κανονικότητα» της τάξης και κωφεύει ξορκίζοντας το κακό να μην επιπέσει στο δικό του κεφάλι, είναι βέβαιο ότι προκαλεί τη μοίρα του.
Κανένας μαθητής απαγορεύεται να νιώθει παρίας στον χώρο του σχολείου. Αν συμβαίνει αυτό, τότε το σχολείο, που στην περίπτωση αυτήν έχει απολέσει τον βασικό του ρόλο, πρέπει να επιλαμβάνεται άμεσα. Η σχολική επίδοση δεν πρέπει να αποτελεί κριτήριο «κατηγοριοποίησης» των μαθητών και μαθητριών, ενώ οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να μην εμφορούνται από σύνδρομα αυτοεκπληρούμενων προσδοκιών και στερεότυπα.
Παρεμβάσεις στον χώρο του σχολείου από μέρους της Πολιτείας και της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι ανάγκη να γίνουν άμεσα. Διαφορετικά, γεγονότα όπως η μαζική δολοφονία μαθητών από δεκαοκτάχρονο που συνέβη τα τελευταία εικοσιτετράωρα στο Τέξας των ΗΠΑ είναι βέβαιο ότι σε λίγα χρόνια θα «κοσμούν» τις εκπαιδευτικές στήλες και των δικών μας εφημερίδων...
Από τον Βασίλη Πλατή, εκπαιδευτικό,
φιλόλογο-δρα Ιστορίας ΑΠΘ