Σε λίγες ημέρες ξεκινά στην περιοχή μας η συγκομιδή των χειμερινών σιτηρών ή δημητριακών. Ο θεριζοαλωνισμός, πριν την πράσινη επανάσταση το 1960 και την εκμηχάνιση της γεωργικής παραγωγής, αποτελούσε δύο ξεχωριστές εργασίες. Μία εργασία ήταν το θέρισμα και η άλλη το αλώνισμα. Το θέρισμα των σιτηρών γινόταν με τα δρεπάνια από τους επονομαζόμενους δρεπανοφόρους.
Τα στάχυα γίνονταν δεμάτια και μεταφέρονταν σε συγκεκριμένους χώρους (αλώνια) όπου με την βοήθεια ζώων (π.χ. αλόγων) και του κατάλληλου ξύλινου παρελκόμενου εργαλείου (δικράνι) γινόταν ο διαχωρισμός του καρπού από τα λέπυρα, τα άγανα και την καλαμιά και ο καθαρός πλέον σπόρος συσκευαζόταν σε σακιά. Αργότερα η εργασία του αλωνισμού αντικαταστάθηκε από αλωνιστική μηχανή με το όνομα «Πατόζα» η οποία λειτουργούσε μέσω ενός ιμάντα από τροχαλία που έπαιρνε κίνηση από γεωργικό ελκυστήρα.
Στις μέρες μας αλλά και αρκετά χρόνια πριν τη δεκαετία του΄60, αυτές οι δύο εργασίες γίνονται από την θεριζοαλωνιστική μηχανή, απλή και μη αποδοτική στην αρχή και σύγχρονη και με μεγάλη απόδοση σήμερα. Ο καρπός μεταφέρεται στις αποθήκες σε χύμα κατάσταση με φορτηγά αυτοκίνητα ή γεωργικούς ελκυστήρες. Η εκφόρτωσή τους πολλές φορές γίνεται με τη βοήθεια ειδικού μηχανήματος, σιλό ή απορροφητήρα σιτηρών.
Στο πέρασμα των χρόνων μέχρι και τη σημερινή εποχή μια σειρά από εξειδικευμένους εργαζομένους που σχετίζονται με τη θεριζοαλωνιστική δραστηριότητα έχουν εγκαταλειφθεί ή έχουν αλλάξει. Δρεπανοφόροι ή θεριστάδες (χρησιμοποιούσαν το δρεπάνι για θέρισμα), βιγλαδόροι (έδεναν τα σακιά με σχοινί), μεταφορείς (μετέφεραν τα σακιά στην αποθήκη), σιλατζήδες (χρησιμοποιούν τον απορροφητήρα για την εκφόρτωση του καρπού στην αποθήκη) κ.α.
Μεγάλες αλλαγές έχουμε όμως και στις εκτάσεις που καλλιεργούνταν με σιτάρι οι οποίες την εποχή πριν την εκμηχάνιση της γεωργίας ήταν πολύ περιορισμένες. Ακολούθησε μια περίοδος μετά την εκμηχάνιση που η περιοχή μας και η Ελλάδα γενικότερα τη δεκαετία 60 και 80 ήταν αυτάρκης και εξαγωγική. Ειδικότερα η παραγωγή μαλακού σιταριού έφτασε στα επίπεδα της αυτάρκειας τη δεκαετία του 1950 και του 1970 και το πλεόνασμα διατηρήθηκε μέχρι το 1984.
Τα παραπάνω μαρτυρούν και οι θηριώδεις αποθηκευτικές εγκαταστάσεις (ακόμη και με πρόσβαση σε σιδηροδρομικό δίκτυο) ιδιοκτησίας των γεωργικών ενώσεων, των αγροτικών συνεταιρισμών της ΚΥΔΕΠ κλπ που υπάρχουν στον θεσσαλικό κάμπο και πλέον ή έχουν εξαγοραστεί από ιδιώτες ή έχουν μείνει άδεια κουφάρια λόγω της εγκατάλειψης και της πλημμελούς συντήρησης.
Σήμερα η Ελλάδα δεν είναι πλέον αυτάρκης σε μαλακό σιτάρι το οποίο προορίζεται για ψωμί και καλύπτει τις ανάγκες της σε ποσοστό μόνο 10%. Αναγκάζεται να κάνει εισαγωγές σιτηρών (σιτάρι μαλακό και κριθάρι) κυρίως από Γαλλία, Ουκρανία, Ρωσία, Μολδαβία, Σερβία κλπ. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δείχνει την εξάρτησή μας σε Α΄ ύλες για βασικές ανάγκες διατροφής όπως είναι το ψωμί και σε κάτι που για αρκετά χρόνια (1957 -1984) καλύπταμε ως χώρα. Γεννάται εύλογα το ερώτημα τελικά τι έφταιξε και η κατάσταση στην παραγωγή σιτηρών ήρθε τανάπαλιν;
Μήπως οι επιδοτήσεις που δόθηκαν μετά το 1980 και οι γεωργικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν ήταν ο δούρειος ίππος για την αποδυνάμωση της αγροτικής οικονομίας; Μήπως πολιτικοί, κοινωνικοί ή πολιτισμικοί λόγοι; Μήπως το ανθρώπινο στοιχείο που θέλει να κοπιάζει λίγο και να εισπράττει πολλά υιοθετώντας ταυτόχρονα μια κρατικοδίαιτη κουλτούρα και σκέψη; Μήπως το μέρος του οικογενειακού, επιχειρησιακού ή κρατικού προϋπολογισμού αναλογικά δεν επενδύθηκε στη γεωργία, σε εξοπλισμό και αγροτικές υποδομές αλλά στην καλοπέραση; Μήπως η επικράτηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας έναντι της συνεταιριστικής και της κρατικής παρέμβασης; Μήπως η ελληνική νοοτροπία που κατακερματίζει τα αγροκτήματα στα παιδιά, εγγόνια και πάει λέγοντας προκειμένου να έχουν όλοι ένα τετραγωνικό μέτρο γης από τον πατέρα, παππού κλπ και στο τέλος κανείς τους να μην μπορεί να επιβιώσει ως αγροτική επιχείρηση; Μήπως η πολιτεία που θέλει τους γεωργούς ανειδίκευτους και μη καταρτισμένους πέρα από αποσπασματικές επιμορφώσεις για νέους αγρότες; Είναι κάτι από τα παραπάνω; Είναι όλα μαζί; Δεν είναι τίποτα; Ας προβληματιστούμε όλοι μας.