οικονομική ανάπτυξη της κάθε χώρας, οι τρέχουσες επιδόσεις του συστήματος στην Ελλάδα υστερούν σημαντικά σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), τόσο αναφορικώς με τη συμμετοχή στην αρχική (ΑΕΕΚ) και στη συνεχιζόμενη κατάρτιση (ΣΕΕΚ) για την ανάπτυξη δεξιοτήτων, όσο και εις ό,τι αφορά την αντιστοίχιση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Σύμφωνα μάλιστα με σχετική μελέτη («Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση στην Ελλάδα» [Απρίλιος 2021] που πραγματοποιήθηκε από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανιών Ερευνών [Ι.Ο.Β.Ε.], για λογαριασμό του Υπ. Παιδείας και Θρησκευμάτων [ΥΠΑΙΘ]), η Ελλάδα είναι ουραγός στο ποσοστό συμμετοχής εργαζομένων και επιχειρήσεων σε προγράμματα κατάρτισης, καταλαμβάνοντας την τελευταία θέση στην ΕΕ, με 18,5% και 21,7% αντίστοιχα. Στην τρίτη χαμηλότερη θέση κατατάσσεται η χώρα όσον αφορά τις δαπάνες για προγράμματα συνεχιζόμενης ΕΕΚ ως ποσοστό του εργατικού κόστους (1,1%), ενώ συγκριτικά χαμηλές είναι και οι δαπάνες για την κατάρτιση ανέργων, ειδικά σε σχέση με άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν αυξημένα ποσοστά ανεργίας.
Υπό αυτά τα (αρνητικά) δεδομένα, η πρόσφατη εξαγγελία του Υπουργού Εργασίας Κωστή Χατζηγάκη (που πέρασε «στα ψιλά» της ειδησεογραφίας λόγω Ουκρανικού) για τα νέα, καινοτόμα και λίαν φιλόδοξα προγράμματα κατάρτισης που θα ξεκινήσει σύντομα ο ΟΑΕΔ με την πλουσιοπάροχη χρηματοδότηση (συνολικά ενός [1] δισεκατομμυρίου ευρώ - πολλά λεφτά!) του Ταμείου Ανάκαμψης, γεννά βάσιμες ελπίδες ότι τα «νέας γενιάς» (από άποψη εξειδικεύσεων, ελέγχου ποιότητας και αποτελεσματικότητας) αυτά προγράμματα κατάρτισης θα «πιάσουν τόπο», ότι η χώρα μας θα πάψει να ζει στη «κοσμάρα» της (συνεχίζοντας να παράγει μέσω του εκπαιδευτικού της συστήματος στρατιές ανέργων) και θα βρεί τον βηματισμό της στον κόσμο που αλλάζει (και προσαρμόζεται στις ανάγκες της αγοράς).
Η κατάρτιση στην Ελλάδα είναι μια μάλλον «πονεμένη ιστορία». Ακόμη κι ως λέξη έχει υποστεί μια φθορά καθώς συνδέθηκε - κυρίως κατά τη δεκαετία του ‘90 -με φαινόμενα κατασπατάλησης (και κακοδιαχείρισης) ευρωπαϊκών κονδυλίων που δαπανήθηκαν χωρίς αποτέλεσμα. Οι περισσότερες δράσεις ήταν χωρίς αντίκρισμα, μια «τρύπα στο νερό». Εκφράζοντας ο Κωστής Χατζηδάκης μια «νέα φιλοσοφία» του Υπ. Εργασίας για την κατάρτιση (η οποία, όπως ανεκοίνωσε, θα εξειδικευθεί σε νομοσχέδιο για την κατάρτιση, τις δεξιότητες και τον νέο ρόλο του ΟΑΕΔ, που θα τεθεί σύντομα σε δημόσια διαβούλευση) και έχοντας επίγνωση των λαθών που διέπραξαν κυβερνήσεις του παρελθόντος, εξήγγειλε μια σημαντική δέσμη μέτρων για την ποιοτική αναβάθμιση του συστήματος κατάρτισης με στοχευμένες παρεμβάσεις σε όλη τη διαδικασία και τους εμπλεκόμενους φορείς (πάροχοι κατάρτισης, πάροχοι πιστοποίησης, καταρτιζόμενοι, κλπ.).
Μια από τις βασικές καινοτομίες είναι ότι τα Πανεπιστήμια αποκτούν κεντρικό ρόλο στην κατάρτιση. Για πρώτη φορά οι άνεργοι θα αποκτούν πρόσβαση σε προγράμματα κατάρτισης που προσφέρονται από τα Πανεπιστήμια και ειδικότερα τα Κέντρα Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης (ΚΕ.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) των Α.Ε.Ι. στο πλαίσιο ειδικής πρόσκλησης που θα απευθύνεται μόνο στα δημόσια Πανεπιστημιακά ιδρύματα, ενώ, παραλλήλως θα δραστηριοποιούνται ως πάροχοι κατάρτισης και τα ιδιωτικά Κέντρα Δια Βίου Μάθησης (Κ.Δ.Β.Μ.) με αύξηση των προαπαιτουμένων κριτηρίων και προσόντων για τη συμμετοχή τους, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης επιπλέον διεθνών πιστοποιητικών ISO. Μέσα στον Μάρτιο θα δημοσιευθούν οι προσκλήσεις παρόχων κατάρτισης και πιστοποίησης για δύο προγράμματα αναβάθμισης δεξιοτήτων 80.000 ανέργων σε ειδικότητες υψηλής ζήτησης, με έμφαση σε ψηφιακές και «πράσινες» δεξιότητες, τα οποία θα οδηγούν σε πιστοποίηση μέσω ανεξάρτητων φορέων πιστοποίησης. Ο συνολικός προϋπολογισμός των δράσεων είναι της τάξης των 100 εκατ. ευρώ. Τα Πανεπιστήμια θα διαχειριστούν σ’ αυτή την 1η φάση το 50% του συνολικού προϋπολογισμού.
Άλλη βασική καινοτομία του συστήματος είναι ότι η πληρωμή παρόχων και ωφελουμένων θα συνδέεται με την πιστοποίηση. Με στόχο να εξασφαλιστεί ότι οι πόροι θα «πιάσουν τόπο», το 30% του ποσού που δικαιούνται οι πάροχοι και οι καταρτιζόμενοι θα καταβάλλεται μόνο μετά την πιστοποίηση. Για πρώτη φορά, το Υπ. Εργασίας εισάγει τη μεθοδολογία της πληρωμής των παρόχων βάσει αποτελέσματος (Payment by results), με σκοπό την αποτελεσματικότητα και βέλτιστη αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Κι ακόμα η πιστοποίηση θα δίνεται από μεγάλες διεθνείς εταιρίες τεχνολογίας, όπως η Microsoft, η Amazon, η Google και η Cisco, ενώ, συνολικά, με το πρόγραμμα του ενός (1) δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης προβλέπεται να καταρτισθούν 500.000 άνεργοι και εργαζόμενοι με στόχο ν’ αυξήσουν τις γνώσεις και ενισχύσουν τις δεξιότητές τους, πέραν των πτυχίων τους, στη βάση των νέων (εξ-) ειδικεύσεων που έχει ανάγκη η αγορά. Ο λόγος του Henry Ford (1863-1946), Αμερικανού επιχειρηματία και ιδρυτή της γνωστής ομώνυμης αυτοκινητοβιομηχανίας (ο οποίος δεν πήγε ποτέ σε Πανεπιστήμιο και οι μοναδικές σπουδές του ήταν ένα σεμινάριο δέκα εβδομάδων λογιστικών και επιχειρηματικών συμβουλών) που έλεγε «(...) τα πτυχία ενός ανθρώπου δε μου λένε απολύτως τίποτε μέχρι να διαπιστώσω τι μπορεί να κάνει, τι είναι ικανός να πετύχει...», παραμένει (και ειδικά σε χώρες ανοικτής οικονομίας / ελεύθερης αγοράς, όπως η δική μας) – διαχρονικά επίκαιρος. Θεωρώντας έντιμο και συνεπή πολιτικό τον Κωστή Χατζηδάκη, θέλω να πιστεύω το εγχείρημα της μεταρρύθμισης αυτής θα υποστηριχθεί δεόντως έτσι ώστε να πάψει η κατάρτιση να είναι ένα απλό «χαρτί» και να γίνει ένα πραγματικό εργαλείο όχι μόνο για να επανενταχθούν οι άνεργοι στην αγορά εργασίας και να διατηρήσουν τις θέσεις τους οι εργαζόμενοι, αλλά και να διεκδικήσουν – αμφότεροι - ικανοποιητικές αποδοχές, έχοντας αποκτήσει δεξιότητες που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες της οικονομίας.
* Ο Χάρης Ανδρεόπουλος είναι καθηγητής Β’/βάθμιας (ΠΕ01), δρ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας του Α.Π.Θ. (xaan@theo.auth.gr).