Η Ε.Δ.Υ.ΘΕ. τεκμηριώνει τις διεκδικήσεις της για το οικολογικό ζήτημα, διατυπώνοντας την άποψη ότι στη Θεσσαλία συντελούνται ταυτόχρονα τρία μεγάλα οικολογικά εγκλήματα.
Αυτό αναφέρει η Ε.Δ.Υ.ΘΕ., αναφερόμενη στην οικολογική διάσταση των διεκδικήσεών της για την αντιμετώπιση του αρδευτικού προβλήματος στη Θεσσαλία. Πιο συγκεκριμένα:
ΕΡΩΤΗΣΗ «ΕτΔ»:
Ανάμεσα στις διεκδικήσεις που προβάλλει η Επιτροπή Διεκδίκησης επίλυσης Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ.), παρατηρούμε ότι ξεχωριστή θέση έχουν εκείνες που συνδέουν τα έργα και τις προτεινόμενες δράσεις με την ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ διάσταση του υδατικού προβλήματος, παρότι στην κοινή γνώμη κυριαρχεί η άποψη ότι το θέμα αυτό αφορά κυρίως (εάν όχι αποκλειστικά για ορισμένους) στην κάλυψη των αρδευτικών αναγκών. Μπορείτε να το αιτιολογήσετε;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ Ε.ΔΥ.ΘΕ.:
Κατ’ αρχάς οι αρδεύσεις στον θεσσαλικό κάμπο συνδέονται με κορυφαία προβλήματα της κοινωνίας και της οικονομίας στην περιοχή μας.
Ενδεικτικά θα αναφέρουμε την απασχόληση, το εισόδημα των αγροτών (αλλά και όσων συνδέονται με την αγροτική οικονομία), το κρίσιμο θέμα της διατροφικής επάρκειας, την ανταγωνιστικότητα των αγροτικών προϊόντων, την ανάπτυξη του τομέα της μεταποίησης και του εμπορίου κ.λπ. Πολύ σωστά συνεπώς οι πολίτες συνδέουν την επίλυση του υδατικού προβλήματος με τις απαιτήσεις για άρδευση των καλλιεργειών.
Το λάθος θα ήταν να απομονώνουν τις αρδεύσεις από τους άλλους σκοπούς για τους οποίους είναι χρήσιμα και αναγκαία τα υδατικά έργα, όπως η περιβαλλοντική προστασία και η οικολογική αποκατάσταση των υδροφορέων, θέματα πάντως που ορισμένοι συνειδητά τα «αγνοούν», με προφανή στόχο να υποβαθμίσουν τις μεγάλες ευθύνες που βαρύνουν το πολιτικό σύστημα και τις κυβερνήσεις, λόγω της υποτίμησης και της αδιαφορίας τους να επικεντρωθούν και να δράσουν ανάλογα στα οικολογικά προβλήματα της Θεσσαλίας.
Ας δούμε, λοιπόν, πώς η Ε.Δ.Υ.ΘΕ. τεκμηριώνει τις διεκδικήσεις της για το οικολογικό ζήτημα.
Στη Θεσσαλία συντελούνται ταυτόχρονα τρία μεγάλα οικολογικά εγκλήματα (με όλη τη σημασία της λέξης).
Συγκεκριμένα:
1. Ως γνωστόν στη Θεσσαλία, με τις διακυμάνσεις που παρατηρούνται την κάθε υδρολογική χρονιά, καταναλώνονται ετησίως (υδατικό «ΑΕΠ») 1.100 έως 1.400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού, από τα οποία το 95% αφορά στη Γεωργία. Από τις ποσότητες αυτές, συνήθως το 70% προέρχεται από υπόγεια ύδατα που αντλούνται μέσω 33.000 (περίπου) κατασκευασμένων γεωτρήσεων. Ένα σημαντικό μέρος από αυτά αντλείται από μόνιμα (μη ανανεούμενα) υδατικά αποθέματα, τα οποία εκ των πραγμάτων μειώνονται διαρκώς.
Η μελέτη του Σχεδίου Διαχείρισης Υδάτων τεκμηριώνει επιστημονικά και αναμφισβήτητα ότι το συσσωρευμένο επί δεκαετίες υδατικό έλλειμμα υπόγειων υδάτων ανέρχεται στην εκπληκτική ποσότητα των 3.000 εκατ. κ.μ. νερού, κάτι που απειλεί -κυριολεκτικά- με κατάρρευση τα υπόγεια υδατικά οικοσυστήματα.
Οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις «επιβάλλουν» την αναπλήρωση των υδάτων αυτών και τη σταδιακή αποκατάσταση της ισορροπίας στα οικοσυστήματα, με παροχή επιφανειακών υδάτων που θα μειώσουν τις αντλήσεις και με την υποχρέωση της Πολιτείας να επανατροφοδοτήσει (τεχνητός εμπλουτισμός) τους υδροφορείς, μειώνοντας σταδιακά το έλλειμμα έως την πλήρη αποκατάστασή τους απομακρύνοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους υφαλμύρυνσης από είσοδο θαλασσινού νερού που απειλούν πολλές περιοχές. Δυστυχώς, τίποτε απολύτως δεν κινείται στην κατεύθυνση αυτήν, αντίθετα το έλλειμμα διευρύνεται, ενώ την ίδια στιγμή η Θεσσαλία αντιμετωπίζει εμφανώς σοβαρούς κινδύνους ερημοποίησης.
Επισημαίνουμε επίσης τη σημαντική πτώση του υδροφόρου ορίζοντα που τα τελευταία χρόνια κυμαίνεται από 30 μ. έως 80 μ. (ενώ προσωρινά η πτώση έφθασε και τα 100 μ.) αναλόγως της περιοχής και αποτελεί την αιτία των σημαντικών καθιζήσεων που δημιουργούν τις ρηγματώσεις του εδάφους και των κατασκευών.
Το γεγονός ότι αυτό το οικολογικό δράμα εκτυλίσσεται καθημερινά «κάτω από τα πόδια μας», χωρίς να γίνεται άμεσα ορατό από τους πολίτες, προφανώς δεν μειώνει τη σημασία του.
2. Σε ανάλογα δραματική κατάσταση βρίσκονται τα ποτάμια στο υδατικό διαμέρισμα (ΥΔ) Θεσσαλίας, δηλαδή ο Πηνειός (κυρίως αυτός) και αρκετοί παραπόταμοί του, οι οποίοι κάθε χρόνο μετά (ή/και κατά) την αρδευτική περίοδο «στεγνώνουν», καταστρέφονται τα οικοσυστήματα και επανέρχονται μερικώς κατά την περίοδο των βροχών.
Σε επίρρωση των όσων ισχυριζόμαστε, δείτε πώς απάντησε το Υπουργείο Υποδομών στην πρόσφατη σχετική ερώτηση του βουλευτή Μάξ. Χαρακόπουλου: «....Τα τελευταία χρόνια ο Θεσσαλικός κάμπος μετατρέπεται σε «Σαχάρα» με τον Πηνειό ποταμό να έχει εξαφανιστεί πλέον σε ορισμένα σημεία της διαδρομής του, ενώ παράνομα φράγματα που στήνουν οι αγρότες με ξύλα, πέτρες, φερτά υλικά κ.λπ. κατά μήκος του εντείνουν το πρόβλημα της λειψυδρίας στον θεσσαλικό κάμπο...».
Και εδώ οι λύσεις είναι γνωστές, ενώ η διάσταση ανάμεσα στη σοβαρότητα των προβλημάτων και τις ενέργειες των κυβερνήσεων για προστασία των οικοσυστημάτων, είναι τεράστια.
3. Το άλλο μεγάλο ποτάμι της Θεσσαλίας (που ανήκει στο ΥΔ Δυτ. Στερεάς Ελλάδας) είναι ο Άνω Αχελώος. Εκεί το πρόβλημα δημιουργείται κυρίως στη θέση Συκιά (όρια Καρδίτσας - Άρτας), όπου επί 30 χρόνια η φυσιολογική ροή του Αχελώου έχει διακοπεί (λόγω των προφραγμάτων που κατασκευάστηκαν κατά την έναρξη των εργασιών του ομώνυμου φράγματος) και πλέον τα νερά διέρχονται («προσωρινά» υποτίθεται) από σήραγγες παράκαμψης (bypass).
Δυστυχώς όμως οι εργασίες στα έργα αυτά έχουν διακοπεί εδώ και 12 χρόνια, οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν από το 2010 δεν έδωσαν λύσεις στα προβλήματα που δημιουργήθηκαν (αποφάσεις ΣτΕ, εφαρμογή Οδηγίας 60/2000 Ε.Ε. κ.λπ.), οπότε οι ημιτελείς κατασκευές των προφραγμάτων και «μπαζωμένων» σηράγγων, αντί να αποτελούν ένα μεταβατικό στάδιο υλοποίησης ενός χρήσιμου και ωφέλιμου έργου, έχουν μετατραπεί σε «ανεπιθύμητες» κατασκευές που παράγουν καταστροφικά αποτελέσματα στο οικοσύστημα και σοβαρούς κινδύνους από έντονα πλημμυρικά φαινόμενα!
Γι’ αυτό η Ε.Δ.Υ.ΘΕ. ζήτησε, με ειδική ΑΝΑΦΟΡΑ που υπέβαλε στον Πρόεδρο της Βουλής (και στο σύνολο του πολιτικού συστήματος), να γίνει άμεσα συζήτηση στη Βουλή και να ληφθεί οριστική απόφαση [είτε για την ολοκλήρωση των ημιτελών έργων και λειτουργία του ταμιευτήρα Συκιάς, είτε για «αλλαγή πορείας» ως προς την αναγκαιότητα των έργων, οπότε οφείλουν άμεσα να εκπονήσουν τις σχετικές τεχνικές και περιβαλλοντικές μελέτες, να εξασφαλίσουν νέους χρηματοδοτικούς πόρους και εν τέλει να δρομολογήσουν την καθαίρεσή (κατεδάφισή) τους].
Αυτοί, λοιπόν, είναι οι τρεις πιο βασικοί λόγοι για τους οποίους επιμένουμε στην οικολογική διάσταση τού υδατικού προβλήματος της Θεσσαλίας.
Και κλείνουμε την απάντησή μας με ένα ...ερώτημα!
Άραγε σε ποια ευνομούμενη χώρα, σε ένα τόσο μικρό εδαφικό της τμήμα, θα μπορούσαν να εντοπίζονται (με αδιαμφισβήτητα στοιχεία) ταυτόχρονα τόσο σοβαρές οικολογικές καταστροφές και κίνδυνοι και την ίδια ώρα οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί να «τσακώνονται» για δευτερεύοντα ζητήματα, χωρίς κανένας από όλους να αναλαμβάνει την ευθύνη για όσα συμβαίνουν;
Για την Ε.Δ.Υ.ΘΕ.: Κώστας Γιαννακός,
Κώστας Γκούμας, Τάσος Μπαρμπούτης.