Παρά το γεγονός ότι η Θεσσαλία ενσωματώθηκε στον εθνικό κορμό το 1881, κατέχει το προνόμιο να περιλαμβάνει στη διοικητική της περιφέρεια, τελωνεία που συγκαταλέγονται μεταξύ των πρώτων τελωνειακών αρχών του νεοελληνικού κράτους (τελωνεία Σκοπέλου και Σκιάθου). Για τριάντα ένα χρόνια (1881-1912), αποτέλεσε το βορειότερο σύνορο της ελληνικής επικράτειας με την περιοχή να αποτελεί εμβληματική περιοχή τελωνειακών θέσεων στο οδικό, σιδηροδρομικό και λιμενικό σύστημα συνοριακών διελεύσεων.
Το πρόσφατα δημοσιευμένο (ψηφιακά και έντυπα) ιστορικό φωτογραφικό λεύκωμα της ΑΑΔΕ για τα 190 Χρόνια ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΕΛΩΝΕΙΑ (1830-2020), μας παρέχει τεκμήρια για την τελωνειακή όψη και αξία της Θεσσαλίας καθ’ όλη τη σύγχρονη ιστορία του νεοελληνικού κράτους. Η εξέλιξη του τελωνειακού χάρτη στη Θεσσαλία αποτελεί το αποτέλεσμα των θεμελιωδών δυνάμεων διαμόρφωσης των τελωνείων της χώρας, δηλαδή της κατά κύματα ενοποίησης του εθνικού χώρου, της ανάπτυξης και διεύρυνσης των μεταφορών, καθώς και της δημιουργίας των βασικών αστικών, διαμετακομιστικών και βιομηχανικών κέντρων της χώρας μας.
Αναλυτικότερα:
*Η Θεσσαλία και τα πρώτα ελληνικά τελωνεία!
Τα τελωνεία αποτέλεσαν τις πρώτες πολιτικές δημόσιες υπηρεσίες του διεθνώς αναγνωρισμένου νεοελληνικού κράτους (1830). Στην τότε επικράτεια της χώρας μας, εντάσσονταν οι Δαιμονόνησοι, δηλαδή οι Θεσσαλικές Σποράδες ή Μαγνήτων νήσοι, εντασσόμενες στον νομό Εύβοιας. Αργότερα, και ως συνέπεια της προσάρτησης της Θεσσαλίας στον εθνικό κορμό, οι Θεσσαλικές Σποράδες εντάχθηκαν το 1899 στον νεοσύστατο νομό Μαγνησίας, διοικητική κατάσταση που διαρκεί μέχρι σήμερα (με εξαίρεση την περίοδο 1909-1942). Σε έγγραφα και αρχεία του 1830-1832, καταγράφεται λειτουργία τελωνειακής αρχής στη Σκιάθο και στη Σκόπελο, ενώ στον πρώτο κανονιστικό πίνακα των τελωνειακών καταστημάτων (1836) καταγράφεται λειτουργία υποτελωνείων στη Σκιάθο και στη Σκόπελο, καθώς και τελωνειακού σταθμού στα Ηλιοδρόμια (Αλόννησος).
* Αρχική εγκατάσταση τελωνείων στη Θεσσαλία (1881)
Εθνικό ορόσημο το 1881 με την ένταξη και της Θεσσαλίας και τμημάτων της Στερεάς Ελλάδας στον εθνικό κορμό και επομένως στο νέο εθνικό τελωνειακό έδαφος.
Με το Διάταγμα του 1881 «Περί εγκαταστάσεως εν Θεσσαλία τελωνειακών αρχών» (ΦΕΚ 81α/ 9.9.1881) ρυθμίζεται η αρχική τελωνειακή λειτουργία στην περιοχή και ο πρώτος τελωνειακός χάρτης της, ενώ με το Διάταγμα του 1882 «Περί συστάσεως τελωνειακών αρχών» (ΦΕΚ 17α/24.3.1882) συστήνονται τελωνειακές μονάδες όλων των επιπέδων σε όλες τις καθιερωμένες τελωνειακές διαβάσεις της περιοχής, όπως τις περιγράφει ο Νικόλαος Σχινάς στο μνημειώδες έργο του (1886) για τη νέα οροθετική γραμμή της Θεσσαλίας.
Ο τελωνειακός χάρτης της Θεσσαλίας συμπληρώνεται με τη λειτουργία του τελωνείου β’ τάξης στον Τύρναβο και γ’ τάξης στην Καλαμπάκα και στο Τσάγεζι (Στόμιο), με το τελευταίο να αποτελεί το βορειότερο θαλάσσιο τελωνειακό σύνορο της χώρας μέχρι και το 1898. Η τελωνειακή επιτήρηση των ακτών και των βασικών μεταφορικών αξόνων της ενδοχώρας γινόταν από ένα πλέγμα τελωνειακών σταθμών και φυλακείων στην κοιλάδα των Τεμπών, στις ακτές της Λάρισας και της Μαγνησίας.
* Ο εκσυγχρονισμός και η επέκταση των μεταφορικών δικτύων μεταβάλλει τον τελωνειακό χάρτη της Θεσσαλίας
Η Θεσσαλία ουσιαστικά «ανοίγει» το σιδηροδρομικό κεφάλαιο της τελωνειακής διοίκησης και ιστορίας της χώρας μας. Η ανάπτυξη της σιδηροδρομικής διόδου Πειραιώς-Δεμερλί-Συνόρων (κοινώς γνωστής ως «Λαρισαϊκός») που φτάνει τελικά το 1909 στο χωριό Παραπούλι, τα τότε ελληνοτουρκικά σύνορα, σημαίνει και νέες εμπορευματικές μεταφορές με ενδυνάμωση του ρόλου των κύριων θεσσαλικών τελωνείων (Βόλου και Λάρισας), αλλά και τη λειτουργία του συνοριακού τελωνειακού σταθμού στο Παπαπούλι.
Στο Παπαπούλι ιδρύθηκε υποτελωνείο υπαγόμενο στο τελωνείο Τσαγεζίου (Στόμιο) με σκοπό την τελωνειακή επιτήρηση του συγκεκριμένου συνοριακού σημείου και την επιβολή των τελωνειακών κανονισμών και διατυπώσεων για τα μεταφερόμενα είδη και εμπορεύματα από και προς το τότε οθωμανικό κράτος.
Το 1889, ανασυντάσσεται ο τελωνειακός χάρτης της χώρας, προβλέποντας για τη Θεσσαλία την ίδρυση του τελωνείου Λάρισας (β’ τάξης) με υπαγωγή σε αυτό των υποτελωνείων Μελούνας και Μπέη Μύλου και την αναβάθμιση της τελωνειακής θέσης στη Σκόπελο σε τελωνείο γ’ τάξης (ΦΕΚ 89/6.4.1899). Επιπρόσθετα, η τελωνειακή θέση της Λάρισας προβλεπόταν σημαντική με τη σύσταση αποταμιευτικού καταστήματος για όλα τα προερχόμενα από το εξωτερικό εμπορεύματα.
Η λειτουργία του Τελωνείου και αποταμιευτικού καταστήματος Λάρισας ορίσθηκε 1.1.1890 (ΦΕΚ 160/3.7.1890) με κατάργηση του Τελωνείου Τυρνάβου και ορισμό των υποτελωνείων Μελούνας και Μπέη Μύλου ως των μοναδικών τελωνειακών περασμάτων των διά της ξηράς εμπορευμάτων από τη μεθοριακή γραμμή τόσο προς εισαγωγή όσο και προς εξαγωγή αυτών.
Σήμερα διασώζεται ακόμη το Τελωνείο του πρώην Θεσσαλικού Σιδηροδρόμου Λάρισας.
* Ο Βόλος κατέχει ξεχωριστή θέση σε αυτήν τη νέα πραγματικότητα με τελωνείο α’ τάξης και διαμετακόμιση, πόλη που γίνεται το κύριο εξαγωγικό λιμάνι των θεσσαλικών σιτηρών και γνωρίζει αξιόλογη βιομηχανική ανάπτυξη.
Τα δημοσιονομικά στοιχεία της περιόδου 1881-1911 αποδεικνύουν ότι το Τελωνείο του Βόλου διαδραμάτιζε εξαιρετικά σημαντικό ρόλο για τα δημόσια έσοδα του νεοσύστατου κράτους. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία τελωνειακών εισπράξεων του 1884-1887, το Τελωνείο Βόλου είναι το τέταρτο σημαντικότερο στη χώρα μετά από αυτά του Πειραιά, της Σύρου και των Πατρών.
Ο αρχικός εκσυγχρονισμός της χώρας την περίοδο 1863-1911 (ενσωμάτωση νέων περιοχών, ανάπτυξη μεταφορικών δικτύων, έργα υποδομών) στηρίχθηκε κυρίαρχα στα έσοδα των τελωνείων ως εγγυοδοτικού μηχανισμού για τη λήψη των αναγκαίων εθνικών δανείων. Τα έσοδα του Τελωνείου Βόλου αποτέλεσαν εγγύηση για τη λήψη κρατικών δανείων το 1884 μαζί με τις τελωνειακές εισπράξεις από το Τσάγεζι (Στόμιο).
*Τελωνειακό Μουσείο Βόλου
Η Θεσσαλία, και ειδικότερα ο Βόλος, έχουν το προνόμιο της ίδρυσης και λειτουργίας του μοναδικού Tελωνειακού Mουσείου στη χώρας μας. Το Μουσείο ιδρύθηκε το 2007 και περιλαμβάνει ποικίλα εκθέματα και εντυπωσιακά τεκμήρια, όπως πλάστιγγες, όπλα, στολές, σφραγίδες, γραφομηχανές, συσκευές επικοινωνίας, τη σημαία του Τελωνείου Σμύρνης και άλλα ιστορικής αξίας αντικείμενα που αναδεικνύουν τόσο τη διαχρονική εξέλιξη του τελωνειακού θεσμού όσο και τη συμβολή του στην εθνική οικονομία και κοινωνία.
-----------------
Πηγές
Ακαδημία Αθηνών (Ψηφιακό αρχείο)
Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας – Βουλή των Ελλήνων
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών & Γ. Σκουλάς, «Μεθοριακοί σταθμοί στην καρδιά της Ελλάδας (1881, 1897, 1912), 1-10.12.2012
ΕΣΥΕ/ ΕΛΣΤΑΤ: Στατιστική Δημοσίων Οικονομικών
Εθνικό Τυπογραφείο - Εφημερίδα της Κυβέρνησης
ΕΛΙΑ Ιστορικό και Φωτογραφικό Αρχείο
Φωτογραφικό αρχείο Γ. Φ. Παπαδόπουλου
Φωτογραφικό και ιστορικό αρχείο Δ. Μπουρίκου
Βιβλιογραφία
Παπαϊωάννου, Ι., επιμ., ΤΕΛΩΝΕΙΑ. Από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα. Διαχρονική εξέλιξη, Έκδοση 2ης Ένωσης Τελωνειακών Υπαλλήλων Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 2001.
Σκιαδάς, Σ., Ευρετήρια της κύριας τελωνιακής νομοθεσίας και των άλλων εχουσών σχέσιν προς τα τελωνεία νομοθεσιών της Ελλάδος από της συστάσεως του Βασιλείου μέχρι 31 Δεκεμβρίου 1899, Εν Αθήναις 1900.
Σύλλογος Φίλων Σιδηροδρόμου, Οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι, Μίλητος, Αθήνα 1998.
Μποζίκης, Σ., Δημόσια οικονομικά και συγκρότηση εθνικού κράτους το 1821, Διδακτορική διατριβή, 2018.
Παπαγιαννάκης, Λ., Οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι (1882-1910), ΜΙΕΤ, Αθήνα, 1990.
Πρόντζας, Ε., Τα δημόσια έσοδα του ελληνικού κράτους 1833-1939, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος/ Πρόγραμμα Ερευνών Ιστορικού Αρχείου, Αθήνα 2011.
Τσέστων, Κ., Η ΕΛΛΑΣ του 1887, Αθήνησι 1887.