Το πρώτο με αναφορά σε πρόσωπα των συντροφιών των Αμπελακίων υπήρξε αυτό του Νίκου Βέη, σε συνέχειες στην εφημερίδα Πρωία, το 1943. Λίγο αργότερα, το 1948, εκδόθηκε το έργο του Κων. Κουκίδη, Το πνεύμα του συνεργατισμού των νεότερων Ελλήνων και τ’ Αμπελάκια. Ο πρώτος συνεταιρισμός του κόσμου. Ακολούθησε η έκδοση επιστολών της συντροφίας από τον Ηλία Γεωργίου, το 1950, στις οποίες αναφέρονται αρκετοί Αμπελακιώτες, και στα πρόσφατα χρόνια, το 2002 η διδ. διατριβή της Βασιλικής Σειρηνίδου, Έλληνες στη Βιέννη, 1780-1850, το 2003 το βιβλίο της Όλγας Κατσιαρδή-Hering, Τεχνίτες και τεχνικές βαφής νημάτων από τη Θεσσαλία στην Κεντρική Ευρώπη (18ος-αρχές 19ου αι.). Επίμετρο: Η Αμπελακιώτικη Συντροφία (1805), και το 2015 η έκδοση από εμένα 12 άγνωστων επιστολών της συντροφίας, της περιόδου 1787-1799, στον 67ο τόμο του Θεσσαλικού Ημερολογίου.
Στα προαναφερόμενα έργα και δημοσιεύματα αλίευσα αρκετά ονόματα Αμπελακιωτών και ετοίμασα την Αμπελακιώτικη Προσωπογραφία, από την οποία θα παρουσιάσω μερικά άτομα. Δεν πρόκειται για βιογραφίες, αλλά για αναφορές τους κυρίως στις δημοσιευμένες επιστολές.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗ ΓΚΑΡΑΒΕΛΑΣ
Ήταν γαμπρός του Γεωργίου Σβαρτς, σύζυγος μιας από τις θυγατέρες του. Από το Όλλμετζ της Μοραβίας, όπου βρισκόταν, έστειλε τις εξής επιστολές: 1) στον Σβαρτς, στα Αμπελάκια: α) Στις 22.3.1794. β) Στις 22.7.1794, στην οποία αναφέρει την αντιπαλότητά του με τον Δημήτριο Νικ. Πέσιο. Αυτός θέλει να τον αντικαταστήσει στη συντροφία με τον αδελφό του ή με τον γαμπρό του Στέργιο Βαρδακά από την Καλλιπεύκη, ή με τον γυναικαδελφό του. Αυτοί τον κατηγορούν παντού και τον διαβάλλουν για να τον αναγκάσουν να παραδώσει το ταμείο, ώστε να έχουν μεγαλύτερο μερίδιο στα κέρδη.
Ο Γκαραβέλας παρακαλεί τον πεθερό του να μην ακούσει τους Πεσιάδες. Η αντικατάστασή του από τον Στέργιο Βαρδακά θα τον ισοπεδώσει και θα εξευτελιστεί. Μήπως είναι «πεγνιδιάρης, έκαμε κάνα κοπέλι καθώς αυτός»; Αν ο Σβαρτς αποφασίσει να τον αντικαταστήσει θα φύγει για να βρει την τύχη του αλλού. γ) Στις 11.11.1794, στην οποία κατηγορεί τον Στέριο Παπαδιαμαντή για διασπάθιση των χρημάτων της συντροφίας τους (θαυμαζόμεθα πού ευρίσκει τα τόσα άσπρα. Θε να έχη άσπρα οπίσω κρατημένα). δ) Στις 23.12.1796. και ε) Στις 7.2.1797, σ’ αυτήν κατηγορεί τον φοιτητή Ιωάννη Χατζηζαφείρη επειδή δεν φροντίζει τις υποθέσεις της συντροφίας, ενώ όταν αυτός ήταν για 4-5 χρόνια αρχάριος στη Νεμτζιάν [Γερμανία] ήταν πολύ τυπικός: «κρασία και καφέδαις δεν ήβλεπαν τα ομμάτιά μας».
Στις 15.6.1792 έστειλε μία επιστολή από το Όλλμετζ στον Αθανάσιο Οικονόμου που βρισκόταν στη Βιέννη, αναφέροντάς τον «ότι εις το Πρήνι (Pirna Σαξωνίας) ηγαπήθηκες με εκείνους τους σκύλλους και ας σκάζουν οι φίλοι μου (...)».
Στις 18.7.1795 έστειλε μία επιστολή στον Ιωάννη Χρόνια Δροσινό, απαντώντας σε δική του (14.7.1795), με την οποία του ζητούσε τον λογαριασμό των ατομικών εξόδων του. Απαντώντας στις υπόνοιες του Δροσινού για σπατάλη αναφέρει τα εξής: Για την εγκατάστασή του στο Όλλμετζ ξόδεψε αρκετά για την κατοικία και το κατάστημα διότι δεν είχαν τίποτα. Τον τζουμπέ (κοντό γούνινο πανωφόρι) και τον ντουλαμά (μανδύα), τα οποία έφερε από τα Αμπελάκια, δεν ήξερε να τα κάνει κάπες. Παρά τα όσα τον κατηγορεί ο Πέσιος, η αμφίεσή του είναι φθηνή (σα γύφτος φέρνομε). Ο Πέσιος τον κατηγορεί άδικα και λέει σε όλους, Έλληνες και Γερμανούς, ότι πούλησε νήματα και δεν καταχώρισε την αξία τους στο κατάστιχο, διότι τα χάρισε σε γυναίκες. Στο Όλλμετζ, για τις δουλειές της συντροφίας είχαν 4 άλογα και 2 υπηρέτες. Για άλογα ξόδευαν 540 φιορίνια, για τα ενοίκια 657, για το ταχυδρομείο (πόστες) 40. Το σύνολο των εξόδων, για την περίοδο 14.4.1794-31.4.1795, ανήλθε στα 4.000 φιορίνια. Ο Πέσιος του δημιουργεί προβλήματα και γι’ αυτό δεν μπορεί να στείλει για 5 μήνες τον λογαριασμό των εσόδων-εξόδων, σκοπεύοντας να τον εκθέσει και να τον απομακρύνει από το κατάστημα. Ο Γκαραβέλας δεν θέλει να τον πιστέψει ο Δροσινός και ούτε θέλει και τη δική του «διαφέντευση».ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Γεωργίου 1950, 24, 27-29, 39-41, 45. Σπανός 2015, 31-33. 44-46.