Προκειμένου να κατανοήσει κανένας την πολιτική του ελληνικού κράτους απέναντι στο περιβάλλον και τη γεωργία, αρκεί να κάνει μια σύντομη αναδρομή με συγκεκριμένα παραδείγματα στο πολύ πρόσφατο παρελθόν. Με έκπληξη για τους ανυποψίαστους και με πικρή ικανοποίηση για τους υποψιασμένους, θα δει ανάγλυφα ότι οι προθέσεις των εχόντων κάθε φορά την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας δεν διαφέρουν ως προς τη βασική φιλοσοφία για τη σημασία και τον ρόλο του περιβάλλοντος και της γεωργίας. Και αυτό δυστυχώς αφορά το σύνολο του φάσματος όλων των πολιτικών αποχρώσεων με εξαίρεση τη διαφορετική επιχειρηματολογία που εμφανίζουν κάθε φορά στους πολίτες. Τα αποτελέσματα όμως είναι τα ίδια, αν και η ταχύτητα επίτευξής τους παρουσιάζει κάποιες διακυμάνσεις. Διευκρινίζεται για να μην υπάρξει καμία παρεξήγηση ότι αυτό δεν σημαίνει ότι όλοι οι πολιτικοί εκπρόσωποί μας είχαν ενιαία και ομόφωνη άποψη, αλλά ότι, παρά τις κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις, το τελικό αποτέλεσμα παρέμενε το ίδιο: συστηματική υποβάθμιση του περιβάλλοντος και συνεχής περιφρόνηση και απαξίωση της γεωργίας. Ας δούμε λοιπόν μέσα από το παράδειγμα της λεκάνης του ποταμού Ασωπού, ο οποίος πηγάζοντας από τον Κιθαιρώνα και διασχίζοντας τη Βοιωτία και την Αττική, εκβάλλει στον Ευβοϊκό κόλπο, τη φιλοσοφία του ελληνικού κράτους. Και μη βιαστείτε να σκεφθείτε ότι ο Ασωπός είναι πολύ μακριά από την περιοχή μας, γιατί μέσα από τις νομικές μεθοδεύσεις του πολιτικού συστήματος, σύντομα θα φθάσει και στη γειτονιά μας, αν και το περιβάλλον πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία γειτονιά, γιατί δεν μπορεί να χωρισθεί εύκολα με σαφή και απαραβίαστα γεωγραφικά όρια.
Το 1969, όταν η τότε «κυβέρνηση» με Προεδρικό Διάταγμα χαρακτήρισε τον ποταμό Ασωπό ως «αγωγό παροχέτευσης επεξεργασμένων λυμάτων» νομοθέτησε την απόρριψη όλων των «επεξεργασμένων λυμάτων» εκατοντάδων βιομηχανικών μονάδων, που αντί να βρίσκονται σε κατάλληλες περιοχές της χώρας και όχι να συνωστίζονται δίπλα στην Αθήνα, η οποία συγκέντρωνε τον μισό πληθυσμό και τεράστιο μέρος της βιομηχανικής δραστηριότητας, έκανε το εναρκτήριο λάκτισμα προς την «ανάπτυξη», η οποία οδήγησε στην οικολογική καταστροφή ενός από τα καθαρότερα ποτάμια της χώρας και της λεκάνης απορροής του, στην οποία παράγονται μεγάλες ποσότητες ποιοτικών γεωργικών προϊόντων που εφοδίαζαν τον πληθυσμό της Αττικής. Σήμερα είναι γνωστό από δεκάδες σοβαρές έρευνες (πρόσφατα και από μελέτη μας στο Ινστιτούτο Βιομηχανικών Φυτών του ΕΛΓΟ) ότι η ρύπανση με παντός είδους ρύπους και ιδιαίτερα με καρκινογόνα βαρέα μέταλλα, όπως το εξασθενές χρώμιο, έχει ξεπεράσει κάθε αποδεκτό όριο, ενώ επανειλημμένα έχουμε καταβάλει πρόστιμα στην Ε.Ε. για μη τήρηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας. Και αυτό γιατί οι κυβερνήσεις μετά το έτος 1974 που απαλλάχτηκε η χώρα από την «κυβέρνηση» των δικτατόρων, αντί σταδιακά να άρουν το έγκλημα που συντελέσθηκε στη λεκάνη του Ασωπού με αποκέντρωση της βιομηχανικής δραστηριότητας, στο όνομα της «ανάπτυξης» συνέχισε με διαφορετική μορφή να την ενθαρρύνει στην περιοχή, αλλά και σε όλη την Ελλάδα και να την προωθεί σε βάρος της γεωργίας και των φυσικών πόρων (έδαφος, νερό). Έτσι για διευκόλυνση της εξωγεωργικής δραστηριότητας πάνω στη γεωργική γη, με σειρά νομοθετημάτων και κυρίως με τον εγκληματικό νόμο για τη γεωργική γη (4178/2013) επέτρεψαν την αλλαγή χρήσης γης, η οποία αντί για γεωργικά προϊόντα, ενθαρρύνεται να παράγει …βιοτεχνίες και βιομηχανίες, οι οποίες είναι βέβαια απαραίτητες, αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να εγκατασταθούν σε άλλες εκτάσεις με μη παραγωγική γη. Για να γινόταν όμως αυτό, έπρεπε αυτές οι εκτάσεις να οριοθετηθούν, όπως ορίζει ελληνικός νόμος που ψηφίσθηκε προ εικοσαετίας (2945/2001), να αξιολογηθούν με βάση επιστημονικά αποδεκτά κριτήρια, κάτι που εκκρεμεί, αφού η σχετική ΚΥΑ (168040/3-9-2010) δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί λόγω ατελειών της και συνεχίζει να μη αναθεωρείται με βάση τις προτάσεις ομάδας εργασίας που συγκροτήθηκε από το ΥΠΑΑΤ για τον σκοπό αυτόν από το 2017, βασίζοντας τον χαρακτηρισμό της παραγωγικότητας της γης σε αδύναμα και ασαφή κριτήρια, που επιτρέπουν την ελαστική χρησιμοποίησή τους.
Η συνέχεια προς αυτήν την πορεία «ανάπτυξης» είναι σταθερή μέχρι σήμερα. Μόλις πριν λίγες μέρες ψηφίσθηκε ο νόμος 4811/2021, ο οποίος και πάλι στο όνομα της «ανάπτυξης», συνεχίζει να ωραιοποιεί το έγκλημα που έγινε από την «κυβέρνηση» του 1969 και μέσω της δημιουργίας των Επιχειρηματικών Πάρκων στην περιοχή της λεκάνης του Ασωπού, επιτρέπει ελεύθερα την αλλαγή χρήσης γης ακόμη και της υψηλής παραγωγικότητας σε όλες τις εκτάσεις που προβλέπονται στην παρέκκλιση του Ν. 4178/203 (150-200 μ. δεξιά όλου του οδικού δικτύου), αφαιρώντας από τη γεωργία και πάλι σημαντικές εκτάσεις σε όφελος της βιομηχανικής ή όποιας άλλης μη γεωργικής δραστηριότητας. Το ότι ο νόμος 4811/2021 αναφέρει ότι η διάταξη αυτή ισχύει μόνο για τη λεκάνη του Ασωπού, ας μας επιτραπεί να μην εφησυχάζουμε, γιατί σύντομα θα δούμε την επέκταση και σε άλλες περιοχές με κάποια βιομηχανική ή βιοτεχνική δραστηριότητα. Βέβαια θα αναρωτηθεί κανένας, εάν δεν πρέπει να είναι επιβεβλημένη η θέσπιση κανόνων στη λειτουργία της βιομηχανικής δραστηριότητας, εκεί όπου υπήρχε πλήρης ανυπαρξία κανόνων, κάτι που επιχειρείται με τη δημιουργία των επιχειρηματικών πάρκων. Η απάντηση είναι ασφαλώς ναι, αλλά όχι με πρόσχημα αυτό, να συνεχίζεται η εγκληματική πολιτική έναντι της γεωργικής γης και ιδιαίτερα της παραγωγικής, η οποία, ως γνωστόν, προστατεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 24, παρ. 1 και απόφαση ΣτΕ 3698/2000).
Για την κατάσταση αυτή θα μπορούσε κανένας να ψέξει όχι μόνο τους θεσμικά υπεύθυνους, αλλά ενδεχομένως και τους επιστήμονες και τους φορείς τους, εάν δεν είχαν αναδείξει το πρόβλημα. Δεν ισχύει όμως αυτό, αφού επανειλημμένα το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας, το παράρτημα του ΓΕΩΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας (ελπίζουμε ότι κάποια στιγμή θα ενεργοποιηθεί στο θέμα αυτό και το Παράρτημα Κεντρικής Ελλάδας), η ΠΕΓΔΥ, η ΠΟΓΕΔΥ και συνδικαλιστικές παρατάξεις, όπως η Γεωτεχνική Ενωτική Κίνηση που οργάνωσε και σχετική πανελλήνια εκδήλωση στη Λάρισα και μεμονωμένοι επιστήμονες, έχουν αναδείξει αναλυτικά το πρόβλημα της μη προστασίας της γεωργικής γης και την άμεση ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιστροφή της καταστρεπτικής αυτής πορείας.
Επειδή τελευταία βλέπουμε να αναζωπυρώνεται το ενδιαφέρον των πολιτικών μας γύρω από το θέμα της προστασίας της γεωργικής γης, τους καλούμε σε κοινές ενέργειες με κριτήρια καθαρά περιβαλλοντικά και …πατριωτικά, να αναδείξουν το πρόβλημα που απειλεί τη γεωργική γη και κατ’ επέκταση τη γεωργία, γιατί η Θεσσαλία, όπως όλοι αναγνωρίζουν, αποτελεί την καρδιά της Ελληνικής Γεωργίας.
* Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι γεωπόνος, δρ Εδαφολογίας, πρ. τακτικός ερευνητής και διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ.