Τίποτα, όμως, δεν με αηδιάζει περισσότερο από τον βολεμένο στην αφάνεια κριτή γείτονα του τετραγώνου ή του διαδικτύου. Αυτόν που επειδή τα φώτα δείχνουν τη σκηνή την ίδια στιγμή που εκείνος βρίσκεται στο σκοτάδι, δεν έχει πρόβλημα να χώνει βαθιά το δάχτυλο στη μύτη και μετά, στο φως, να στο κουνάει στη μούρη επειδή δεν έχεις, τάχα, τρόπους. Το ίδιο δάχτυλο!
Τίποτα δεν με φρικάρει πιο πολύ από τον μούφα οικογενειάρχη, πατέρα δύο παιδιών, που τρώει μαζί τους μια φορά τον μήνα, γυρίζει λάσπη από τα τσίπουρα το μεσημέρι και από τα ξύδια τα ξημερώματα, όταν τα παιδιά έχουν φύγει για τα αγγλικά κι όταν βρίσκονται στον τρίτο ύπνο. Παρόλα αυτά εκείνος γεμάτος θράσος αγορεύει μεταξύ τυρού και αχλαδίου περί της σημασίας της οικογένειας στην κοινωνία και τον ρόλο του πατέρα στη φαμίλια. Ο ίδιος άνθρωπος!
Τίποτα δεν μου προκαλεί περισσότερη αποστροφή από τον κριτή του μέσου όρου. Αυτόν που, επειδή δεν ξεχωρίζει από τους άλλους, κρυμμένος στην ομοιομορφία του πλήθους ντύνεται την τήβεννο του δικαστή και καταδικάζει ή αθωώνει αβέρτα λες και αυτός κρατά στα χέρια του τον ζυγό της δικαιοσύνης. Αγνοώντας τα πάντα, μα τα πάντα, για τους άλλους βασιζόμενος αποκλειστικά σε ένα προφίλ, φυσικό ή ηλεκτρονικό, εκδίδει ετυμηγορίες, παίρνει δημόσια θέση εκθέτοντας τον εαυτό του κι όσους τον ρωτάνε.
Η πρόσφατη υπόθεση των Γλυκών Νερών με το αποτρόπαιο έγκλημα του συζυγοκτόνου μας το επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά. Ούτε αν είσαι ψυχίατρος, ψυχολόγος ή οποιοσδήποτε άλλος ειδικός γλιτώνεις τον ρόλο του ...γείτονα, του οικογενειάρχη, του κριτή μέσου όρου. Βρισκόμενος σε απόσταση και σε μια φούσκα άγνοιας ο καθένας γνωμοδοτεί με ύφος εκατό καρδιναλίων αγνοώντας δύο βασικά, απλά πράγματα: Πρώτον, η ζωή σε ακουμπά και σένα, όπως όλους. Αυτό που αλλάζει είναι το είδος της επαφής, η διάρκεια και η συχνότητά της. Μ’ άλλα λόγια όλα τα αρνητικά συναισθήματα και οι αποκλίνουσες συμπεριφορές σε λούζουν και σένα καθημερινά, αυτό που αλλάζει είναι οι παραπάνω παράμετροι (το πώς, το πόσο, το πόσο συχνά) και οι συνθήκες που όρισαν η μοίρα των γονιδίων και η τύχη της κοινωνικής συνύπαρξης. Άρα κάνε λίγο κράτει, ίσως απλά να ήσουν πιο τυχερός, μη χτυπάς το χέρι στο τραπέζι. Δεύτερον, δεν γνωρίζεις τον άλλο. Γιατί εκδίδεις ετυμηγορία γι’ αυτόν; Εδώ χωρίζεις μετά από είκοσι, τριάντα χρόνια ισχυριζόμενος πως είχες παντρευτεί κάποιον άλλον, κάποιον άγνωστο. Δεν μπόρεσες να γνωρίσεις τον άνθρωπο με τον οποίο έκανες δύο παιδιά, μοιράστηκες για χιλιάδες μέρες και νύχτες τραπέζια και κρεβάτια αποφαίνεσαι για τον θύτη ή το θύμα επειδή διάβασες 2 άρθρα στο γκόσιπ;
Τι αμετροέπεια, τι ακατάσχετη, αστοιχείωτη λογοδιάρροια, τι υπερβολή και γελοιοποίηση από ειδικούς και μη, τι υποκρισία και φαρισαϊσμός από τους έντιμους συμπολίτες του μέσου όρου, που κρίνουν από τα μπαλκόνια δίπλα στις βουκαμβίλιες, μα πίσω απ’ τα κλειστά παράθυρα γίνονται οι ίδιοι κάκτοι απότιστοι.
Αυτό που βλέπουμε καθημερινά είναι ο ψευδοσόκ του χριστιανού, που πατά 2 φορές τον χρόνο στην εκκλησία κι αυτές για δέκα λεπτά, τη σηκωμένη από την έπαρση μύτη του δήθεν επαναστάτη δικαιωματιστή, που κρατά πλακάτ με τίτλο: «Αναγνωρίστε τη γυναικοκτονία τώρα», τη συντριβή του άμωμου οικογενειάρχη, που ορίζοντάς του είναι ο φράχτης της αυλής του.
Αυτό που υπάρχει όμως είναι το γεγονός ότι ο ξυλοδαρμός και η βία του συντρόφου είναι πρώτη αιτία θανάτου στις γυναίκες μέχρι τα 50 τους χρόνια και η έλλειψη παιδείας από τα γεννοφάσκια μας, παρόλο που η αγωγή είναι το μόνο ανάχωμα έναντι κάθε μορφής βίας. Αυτό που λείπει είναι η διαρκής ενημέρωση, που δεν γίνεται με ημερίδες, διαδηλώσεις και παρουσιάσεις για φωτογραφίες και βιογραφικά, αλλά με δουλειά στο πεδίο, στο πεζοδρόμιο, στο σπίτι. Η εκπαίδευση στο σχολείο, αλλά όχι με προγράμματα κι άλλα αδειανά κουφάρια, παρά με την έμπρακτη απαρέγκλιτη προσήλωση, καθημερινά, μαθητών και δασκάλων στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην αποτροπή της βίας και στην ισότητα των φύλων.
Γιατί τα Γλυκά νερά, ευτυχώς όχι με τον τόσο τερατώδη τρόπο, δεν βρίσκονται μόνο στην Αττική.
Από τον Δημήτρη Παπαχατζόπουλο