Με αφόρμηση την παραπάνω διαπίστωση, επ’ ευκαιρία της αλωνιστικής περιόδου της χρονιάς 1939, η Αγροτική Τράπεζα απέστειλε οδηγίες προς τους καλλιεργητές για την αποφυγή πυρκαγιάς ή την αναπλήρωση τυχόν απωλειών από πρόκλησή της κατά τη διάρκεια του θερισμού.
Βέβαια, προφανή σκοπιμότητα του συντάκτη του εγγράφου που θα αναλυθεί παρακάτω αποτελούσε η σύναψη ασφαλιστηρίων μεταξύ των παραγωγών και της ίδιας της Τράπεζας. Όπως όμως θα διαφανεί από το περιεχόμενο του εγγράφου, δεν θα πρέπει και να υποεκτιμηθεί το πραγματικό ενδιαφέρον που επιδείκνυε η Αγροτική Τράπεζα για την προστασία του μόχθου των καλλιεργητών του κάμπου (η παράθεση βασίζεται σε έγγραφο του Υποκαταστήματος Λάρισας της Αγροτικής Τράπεζας με αποδέκτη την κοινότητα Κυψελοχωρίου του Δήμου Τεμπών και ημερομηνία 9 Ιουνίου 1939 απόκειται δε στο Αρχείο της Κοινότητας Κυψελοχωρίου, φάκελο 24, των Γενικών Αρχείων του Κράτους-Τμήματος Λάρισας).
Συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος της Αγροτικής Τράπεζας, προκειμένου να δελεάσει τους παραγωγούς, υποσχόταν χαμηλά ασφάλιστρα τόσο για εκείνους που αλώνιζαν με μηχανές, οι οποίοι, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, θα απολάμβαναν μείωση δέκα επί τοις χιλίοις, όσο και για αυτούς που αλώνιζαν με ζώα, στους οποίους το ευεργέτημα θα έφθανε στο τέσσερα επί τοις χιλίοις. Σε αμφότερους επέσειε τον κίνδυνο απώλειας της σοδειάς μιας ολόκληρης χρονιάς από τυχόν «αβελτηρία» τους να μη δαπανήσουν ένα μικρό ποσό για να εξασφαλιστούν.
Ειδικότερα, για την πρόληψη πυρκαγιών, η Τράπεζα συνιστούσε σε κάθε κοινότητα τη συγκέντρωση της ποσότητας του αλωνισμού σε δύο σημεία του χωριού απέχοντα μεταξύ τους τουλάχιστον πενήντα μέτρα, ενώ ο όγκος των δύο χωριστών ποσοτήτων έπρεπε να υπερβαίνει τις 60.000 οκάδες. Επιπλέον, επιβαλλόταν σε κάθε αλωνιστικό συγκρότημα να είναι εφοδιασμένο με εργαλεία πυρόσβεσης (πτύα, σκαπάνες κ.ά.), καθώς και δοχεία πλήρη ύδατος σε περίπτωση που συνέβαινε το αναπόδραστο.
Εννοείται ότι το κάπνισμα απαγορευόταν αυστηρώς και μόνο σε απόσταση είκοσι πέντε τουλάχιστον μέτρων από τις θημωνιές. Αξιοσημείωτο δε είναι ότι εκτός από τα μέτρα πρόληψης της πυρκαγιάς που αφορούσαν στη χρήση του ηλεκτρικού ρεύματος και διάφορων τύπων ηλεκτρικών λαμπών (ισχυρή καλωδίωση με καουτσούκ, στεγάνωση, τήρηση αποστάσεων κινητήρα αλωνιστικής μηχανής και ηλεκτρικών λαμπών από τις θημωνιές κ.ά.), στο έγγραφο της Αγροτικής Τράπεζας προβλεπόταν η εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου σε περίπτωση που θα προκαλούνταν πυρκαγιά. Με βάση το σχέδιο αυτό, ο μηχανοδηγός, ο οποίος όφειλε να βρίσκεται διαρκώς στον χώρο, θα είχε το γενικό πρόσταγμα κατευθύνοντας τις κινήσεις των υπόλοιπων εμπλεκόμενων για την έγκαιρη κατάσβεση του πυρός και την απομάκρυνση της μηχανής.
Είναι γεγονός, σε σχέση με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, ότι οι συνθήκες του αλωνισμού έχουν αλλάξει σήμερα δραματικά σε σύγκριση με την προπολεμική περίοδο στην οποία αναφέρεται το έγγραφο, με αποτέλεσμα ο κίνδυνος πυρκαγιάς κατά τη διάρκεια του θερισμού να έχει αμβλυνθεί αισθητά. Μολαταύτα και παρά τα προληπτικά μέσα που λαμβάνει κατά καιρούς η πολιτεία, μεγάλες πυρκαγιές έχουν στοιχίσει πολλές ανθρώπινες ζωές κατά τους θερινούς μήνες, ιδιαιτέρως τα τελευταία χρόνια, «θαμπώνοντας» τη λάμψη και τη γλυκύτητα του ελληνικού καλοκαιριού.
Ακόμα περισσότερο φέτος που η ύφεση της πανδημίας, αμφιβάλλουμε εάν «τελειώσαμε» μαζί της..., έχει προκαλέσει πολλές κοινωνικές, οικονομικές και ψυχολογικές πληγές στους πολίτες και όλοι, όπως είναι εύλογο, προσβλέπουν στην «ιαματική» και ανανεωτική δύναμη του ελληνικού τοπίου για να ξεδώσουν και να ανανήψουν. Το ελληνικό καλοκαίρι, λοιπόν, είναι μπροστά μας... Ας είμαστε όμως προσεκτικοί, καθώς κίνδυνοι δεν ελλοχεύουν μόνο από τις πυρκαγιές του καλοκαιριού ούτε μόνο σε αγρούς με θημωνιές.
Από τον Βασίλη Πλατή,
φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.