εκφωνητές των τηλεοπτικών μας σταθμών δεν μπορούσαν να προφέρουν δύο καθ’ όλα εύκολα και εύηχα ονόματα: Κάρολος και Καμίλα...
Συνειρμικά και εντελώς ακούσια μπερδεύτηκε στο μυαλό μου μια άλλη Δούκισσα, την οποία παρόλο που απ’ τον θάνατό της πέρασαν 170 περίπου χρόνια, η χώρα μας και ειδικά η Αθήνα την έχει περί πολλού κι απ’ την επίσημη Ιστορία μας τιμάται ως «μεγίστη και γνησία Φιλελληνίς». Στην πραγματικότητα το θολό νέφος που περιβάλλει τ’ όνομά της στη συνείδηση των περισσότερων Ελλήνων ακουμπάει ως ένας θαυμασμός ανεξήγητος, καθώς ακούμε ή διαβάζουμε το «Δουκίσσης Πλακεντίας» σε λεωφόρους, πλατείες, λόφους, πύργους, ιδρύματα ή σταθμούς ή σε όσα άλλα ακίνητα κατάφερε ν’ αγοράσει κατά την παραμονή και τη δράση της στην Ελλάδα.
Και εφόσον η Ελληνική Πολιτεία και η Ελληνική Ιστορία την τιμά με το παραπάνω, εμείς θελήσαμε να δώσουμε ένα συντομότατο σημείωμα γύρω απ’ τη ζωή της εν λόγω Δουκίσσης, που συνέδεσε τ’ όνομά της με τη χώρα μας. Πρόκειται για τη Σοφία Μαρβουά-Λεβρέν (1785-1854), κόρη του Γάλλου διπλωμάτη Φραγκίσκου Μαρβουά. Το 1804 παντρεύτηκε τον στρατηγό και υπασπιστή του Ναπολέοντα, τον Δούκα της Πλακεντίας Κάρολο Λεβρέν, με τον οποίο τον ίδιο χρόνο απέκτησε τη μοναδική κόρη της Ελίζα.
Μετά τον θάνατο του συζύγου της άρχισε τα ταξίδια με την κόρη της και ως ακραιφνής Φιλελληνίδα ήρθε και στην Ελλάδα το 1830. Σταμάτησε στο Ναύπλιο, όπου και άρχισε να διαδίδει προς κάθε κατεύθυνση ότι θαυμάζει τον Καποδίστρια και είναι αποφασισμένη να δώσει τα πάντα για την Ελλάδα! Προσέγγισε μάλιστα τον Κυβερνήτη και τού ζήτησε συν τοις άλλοις να της μάθει αυτός τα ελληνικά. Κι ήταν νέα, όμορφη, πλούσια, προικισμένη με τη «Γαλατική» ευγένεια και εκτός τούτων δεν έπαυε να κάμνει γνωστές και τις προθέσεις της. Έλεγε πως αγαπά την Ελλάδα και ειδικά την Αθήνα, επειδή το κλίμα ήταν κατάλληλο για τη φιλάσθενη κόρη της και σε λίγο επιδόθηκε στην αγορά τεράστιων εκτάσεων στην Αττική. Και πάνω σ’ αυτό μου γεννιέται η εξής απορία: Μήπώς το κλίμα της Αττικής έγινε καταλληλότερο, αφότου άρχισε να κάνει τις αγορές και εξής; Ας μη γελιόμαστε: Η γυναίκα ντύθηκε Φιλελληνίδα επειδή στόχευε και αυτή, όπως και τόσα άλλα κοράκια ντόπια και ξένα να αρπάξουν την Αττική γη. Και το πράγμα έχει ως εξής: Όταν στις 3 Φεβρουαρίου του 1830 υπογράφτηκε στο Λονδίνο το πρωτόκολλο της ανεξαρτησίας της Ελλάδας και η Ελλάδα γινόταν βασίλειο με ηγεμόνα κυριάρχη τον Λεοπόλδο, η συνθήκη προέβλεπε συν τοις άλλοις και τη φυγή των Τούρκων από την Αττική.
Μάλιστα ο Καποδίστριας ήρθε σε συνεννόηση με τον Ομέρ Πασά ο οποίος πρότεινε στον Καποδίστρια ν’ αγοράσει όλα τα κτήματα της Αττικής με 200-300.000 ισπανικά τάληρα, προκειμένου ν’ αποζημιωθούν οι Τούρκοι που επρόκειτο να εκκενώσουν την περιοχή. Ο Καποδίστριας υποσχέθηκε ότι θ’ αναζητήσει το ποσό αυτό και θα προβεί στη συνέχεια στην αγορά λέγοντας στον Ομέρ ότι οι Τούρκοι μπορούν σιγά-σιγά να φεύγουν. Και μάλιστα ο Κυβερνήτης φοβόταν μήπως τα κτήματα των υπό φυγήν Τούρκων τα αρπάξουν οι αετονύχηδες ιδιώτες, Έλληνες και ξένοι. Ήδη ο Κυβερνήτης είχε βάσιμες πληροφορίες ότι καταφθάνουν αρκετοί Ευρωπαίοι για την αγορά εκτάσεων στην Αττική και ότι αρκετοί Έλληνες και Τούρκοι στην Αθήνα ξεπουλούσαν ήδη τα υπάρχοντά τους.
Την ίδια περίοδο ντυμένη Φιλελληνίς έφτασε στο Ναύπλιο και η Σοφία μετά της θυγατρός της αφήνοντας υποσχέσεις για οικονομική ενίσχυση της Ελλάδας και δείχνοντας προθυμία να βοηθήσει την παιδεία! Η πορεία όμως των πραγμάτων και του χρόνου απέδειξε πως η Δούκισσα περί άλλων ετύρβαζεν. Κι όταν διαπίστωσε ότι ο Καποδίστριας κατάλαβε τις προθέσεις της δεν δίστασε να μεταβληθεί άρδην σε ωμή τοκογλύφο και να μισήσει θανάσιμα τον Κυβερνήτη. Μάλιστα οι κακές γλώσσες της εποχής διέδιδαν ότι σχετίσθηκε με τον Κατσάκο Μαυρομιχάλη, δηλωμένο εχθρό του Κυβερνήτη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου και άρχισε ν’ αγοράζει αφειδώς ακίνητα και εκτάσεις.
Κι ο Καποδίστριας στην προσπάθειά του να περισώσει ό,τι μπορούσε, στις αρχές Ιανουαρίου του 1831 έτρεξε στην Αθήνα προκειμένου να βάλει φρένο στη βουλιμία των αετονύχηδων μεταξύ των οποίων συγκαταλεγόταν και η Δούκισσα της Πλακεντίας. Πίστεψε πως θα μπορέσει να σώσει τα εθνικά κτήματα, αλλά σ’ εκείνες τις στιγμές δεν μπορούσε να φανταστεί ότι κι αυτές του οι ενέργειες γινόταν σοβαρές αιτίες για την ειδεχθή δολοφονία του. Ήδη από το 1823 η Β’ Εθνοσυνέλευση με έναν ληστρικό νόμο στην ουσία χάριζε εύφορα κτήματα στους «ημετέρους», φτάνει να τα βάφτιζαν πρώην ιδιωτικά. Την πληγή αυτήν δεν μπόρεσε ο Καποδίστριας να την επουλώσει. Αλλά και η επιτροπή που έβαλε στην Αθήνα για τη διαχείριση των εθνικών κτημάτων έκανε συνεχείς αδικίες.
Στη συνέχεια η Δούκισσα βρέθηκε σε ταξίδι της στην Ιταλία και εκεί πληροφορήθηκε τη δολοφονία του Κυβερνήτη. Η άμεση αντίδρασή της ήταν να δημοσιεύσει έντυπο υπέρ των Μαυρομιχαλέων, που έσωσαν την Ελλάδα από τον τύραννο...
Επανήλθε ξανά στην Ελλάδα και συνέχισε τα ταξίδια της στην Ανατολή, ώσπου το 1837 πέθανε η κόρη της στη Βυρηττό και την έφερε βαλσαμωμένη στην Αθήνα με την απόφαση να μείνει εκεί σ’ όλη τη ζωή της.
Αγόρασε εκτάσεις στην Πεντέλη, έκτισε λαμπρά οικοδομήματα, στόχευε να οικοδομήσει και έναν μνημειώδη τάφο, προκειμένου εκεί να κατατεθεί η ίδια με την κόρη της. Όμως, όταν το 1847 κάηκε το προσωρινό της οίκημα στην οδό Πειραιώς και αποτεφρώθηκε μαζί και βαλσαμωμένη κόρη της, η Δούκισσα έκτοτε έγινε αφόρητη. Έφτανε φορές και σε στιγμές τελείας παράκρουσης, οπότε η συνεργασία της με οποιονδήποτε ήταν πλέον αδύνατη. Έτσι δεν ολοκλήρωσε ποτέ την ευεργετική της δράση για την εκπαίδευση των κοριτσιών...
Για την Ομάδα Ιστορικής Έρευνας Αγιάς «Δημ. Αγραφιώτης»
Οδυσσέας Βάιου Τσιντζιράκος