Από τον Κων. Αθ. Οικονόμου*
Α’ ΠΕΡΙΟΧΗ ΑΓΙΑΣ – ΟΡΟΣ ΚΕΛΛΙΩΝ – ΑΣΚΗΤΑΡΙΑ: Δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ύπαρξη βυζαντινού οικισμού στην περιοχή. Πάντως η θέση της Αγιάς ήταν επίκαιρη καθόσον βρισκόταν επί του δρόμου που παρέκαμπτε τα Τέμπη και οδηγούσε στη Λάρισα (Άννας Κομνηνή). Στην περιοχή βρέθηκε μιλιοδείκτης του 4ου μ.Χ. αιώνα καθώς και τμήματα κιόνων του 6ου αιώνα μ.Χ. Ο ενσωματωμένος ναΐσκος στον Ι. Ν. του Αγίου Γεωργίου στην Αγιά ανάγεται στο 14ο αιώνα(1). Η γειτονική ορεινή περιοχή της Όσσας και του Μαυροβουνίου ονομαζόταν κατά τη Μεσοβυζαντινή και Υστεροβυζαντινή Εποχή «Όρος των Κελλίων», λόγω του μεγάλου αριθμού των Ασκηταριών σε σπήλαια της περιοχής. Πρώτη αναφορά στο Όρος των Κελλίων έχουμε στα 1083 από την Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής. Πολλά τοπωνύμια της περιοχής δικαιώνουν το μοναστικό παρελθόν της: Αγιά, Σκήτη, Αγιόκαμπος, κ.ά. Το 1091 στην «Υποτύπωση» του Οσίου Χριστοδούλου αναφέρονται επίσης τα «Κελλία». Τα σημαντικότερα Ασκηταριά είναι αυτά των Αγίων Αναργύρων. Το μεγαλύτερο Ασκηταριό είναι ένας τρίκλιτος σπηλαιώδης ναός, το Κυριακόν μιας Σκήτης όπου συγκεντρώνονταν για τις ιερές ακολουθίες των Κυριακών και των άλλων εορτών οι ασκητές από τα γειτονικά σπήλαια. Το «Ασκηταριό» αποτελείται από τρία συνεχόμενα ναΐδρια. Τα τοιχώματα είναι η ίδια η επιφάνεια των βράχων της σπηλιάς, όπως και η οροφή ενώ μόνο ο εξωτερικός τοίχος είναι τεχνητός. Αυτός είναι κτισμένος με πλίθους και έχει τρεις εισόδους. Με πλιθιά είναι κτισμένες και οι μεσοτοιχίες που διαιρούν τη σπηλιά σε τρία κλίτη-ναούς. Οι διαστάσεις των ναΐσκων είναι 2-3,5 μ. μήκος και 4-6,2 πλάτος. Οι τοιχογραφίες (δες εικόνες) των ναών, πολύ φθαρμένες σήμερα, χρονολογούνται από τον 12ο ως τον 16ο αιώνα. Ψηλότερα από αυτό το Ασκηταριό υπάρχει και ένας μικρότερος δίχωρος ναός. Το δεύτερο τμήμα αυτού του ναού ήταν πιθανώς ο τάφος κάποιου ασκητή. Τέλος βρέθηκαν στις γύρω βραχώδεις περιοχές και άλλα μικρά σπήλαια-ησυχαστήρια. Μπορούμε λοιπόν να συμπεράνουμε ότι στην περιοχή ζούσαν πολλοί αναχωρητές οι οποίοι συγκεντρώνονταν για να λειτουργηθούν στον τρίχωρο ναό-Κυριακό που περιγράψαμε. Από την αντίθετη πλευρά της Όσσας (βόρεια) σώζεται το ασκηταριό της Αγίας Παρασκευής Ομολίου, πάνω από μια χαράδρα, το οποίο ανάγεται στην εποχή των Παλαιολόγων, και ήταν, προφανώς, το Κυριακόν των γύρω αναχωρητών.
ΔΟΜΕΝΙΚΟΝ: Είναι η διάδοχος πόλη των αρχαίων Χυρετιών. Ήταν κτισμένη πάνω στα ερείπια της αρχαίας ακρόπολης, βορειοανατολικότερα του σημερινού ομώνυμου χωριού. Βρέθηκαν, πλην των αρχαίων ευρημάτων, ερείπια ασβεστόκτιστου τοίχου της ιουστινιάνειας περιόδου. Η ακρόπολη χωριζόταν από την κάτω πόλη με τείχος(2). Η πόλη δέσποζε στη γύρω κοιλάδα (Ποταμιά) που διαρρέεται από τον Τιταρήσιο. Συνοπτική περιγραφή της πόλης κάνει η Άννα Κομνηνή(3). Το Δομένικο ήταν έδρα Επισκοπής υπαγόμενης στη Μητρόπολη Λαρίσης (11ος αιώνας). Στα 1250 αναφέρεται κάποιος επίσκοπος Δομένικου Δημήτριος. Το 1371 έχουμε ακόμα μια αναφορά σε επισκοπή Δομένικου. Ο Ληκ αναφέρει κάποιον βυζαντινό ναό από τον οποίο δεν σώζεται σήμερα τίποτε. Κάτω από αυτόν το ναό πιστεύεται ότι υπήρχαν κατακόμβες της πρώιμης Χριστιανικής Εποχής(4).
ΒΟΥΝΑΙΝΑ: Η πόλη αναφέρεται ως έδρα Επισκοπής για πρώτη φορά στις αρχές του 11ου αιώνα. Κατείχε την 25η θέση μεταξύ των Επισκοπών υπό την εποπτεία του Μητροπολίτη της Λάρισας. Στην περιοχή βρήκε μαρτυρικό θάνατο ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος. Στα μέσα του 10ου αιώνα ο δούκας της Θεσσαλονίκης Ευφημιανός, που έπασχε από ανίατη ασθένεια, επισκέφτηκε κατά σειρά τα Ιερά Σκηνώματα του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Αχιλλίου στη Λάρισα και του Α. Νικολάου στη Βούναινα. Μάλιστα στη Βούναινα έκτισε ναό προς τιμήν του νεοφανούς Οσιομάρτυρα(5). Σε χρυσόβουλο του 1289 αναφέρεται η ύπαρξη ενός Μετοχίου του Αγίου Δημητρίου στην περιοχή της Βούναινας(6). Ο πιο πιθανός τόπος του μαρτυρίου του Αγίου Νικολάου βρίσκεται σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από την Άνω Βούναινα (Τσιαμπασλάρ), στο ψηλότερο σημείο μιας, κάποτε, δασώδους χαράδρας. Ο παλαιότερος ναός καταστράφηκε από πυρκαγιά. Στην περιοχή υπάρχει μια πηγή και μια αιωνόβια δρυς, όπου κατά την παράδοση θανατώθηκε ο Άγιος. Σύμφωνα με το Ν. Γιαννόπουλο(7) “η λατρεία”, τιμή θα λέγαμε εμείς καλύτερα, “του Αγίου Νικολάου αντικατέστησε την αρχαία λατρεία του Ασκληπιού στη γειτονική Κραννώνα”. Το μετόχι του Αγίου Δημητρίου βρισκόταν, ίσως, στο ύψωμα Παλαιόκαστρο, δυτικά της Βούναινας(8).
ΔΑΜΑΣΙΣ: ήταν βυζαντινό οχυρό και πόλη ΒΔ του σημερινού Δαμασίου. Το κάστρο είχε μεγάλη στρατηγική σημασία γιατί ήλεγχε τη στενή στο σημείο αυτό κοιλάδα του Τιταρήσιου και τη γνωστή από τον πόλεμο του 1897 κλεισούρα Ρεβένι. Στις αρχές του 13ου αιώνα κυρίαρχος του κάστρου ήταν ο Στέφανος Γαβριηλόπουλος τοπάρχης Τρικάλων. Το 1333 η πόλη κατελήφθη από τον Ιωάννη Ορσίνι της Ηπείρου, ενώ το 1354 η πόλη έπεσε στα χέρια του διεκδικητή του σερβικού θρόνου Ραντισλάβ Χλάπεν(ος). Σήμερα διατηρείται σχεδόν ολόκληρος ο περίβολος της οχύρωσης, τμήμα ενός πύργου κι ενός ορθογώνιου κτιρίου (μάλλον φυλακίου). Το κάστρο χρησιμοποιήθηκε, αφού προφανώς επισκευάστηκε, από τους Οθωμανούς, μετά την κατάληψη της Θεσσαλίας. Οι εισβολείς μετονόμασαν την πόλη σε Τσαΐ Χισάρ (= κάστρο του ποταμού)(9), μια ονομασία, όμως, που δεν άντεξε στον χρόνο.
ΔΙΑΒΑΤΟ: Υστεροβυζαντινός οικισμός, λίγο ψηλότερα από τη πιθανολογούμενη θέση της μακεδονικής πόλης Φίλα, 3 χλμ. ΒΑ του σημερινού Πυργετού της Λάρισας. Επί Τουρκοκρατίας η περιοχή ονομάστηκε Μπουρουβάρια (τουρκ. =χαμένοι άνθρωποι). Οι κάτοικοι της κατά το 17ο αιώνα, μετά από επιδημία πανώλης, ίδρυσαν τον Πυργετό που κατοικήθηκε κι από κατοίκους της γειτονικής Αβαρνίτσας (περιοχή Παλαιάς Σκοτίνας Πιερίας). Ο Στέφανος Βυζάντιος τον 6ο αιώνα μ.Χ. αναφέρεται στη Φίλα, χωρίς όμως να διευκρινίζει αν αυτή κατοικούνταν την εποχή του. Η παρουσία πέντε ναών στην περιοχή φανερώνει κοντινή κατοίκηση. Ο περιηγητής Heusey αναφέρει στις αρχές του 19 ου αιώνα ότι στο εξωκλήσι του Αγίου Νικολάου της περιοχής βρήκε κτίσμα βαπτιστηρίου πρώιμης Χριστιανικής Εποχής. Σε μερικούς ιστορικούς φαίνεται πιθανό ότι εκεί βρισκόταν το βυζαντινό Λυκοστόμιον(10).
(1) Δ. Αγραφιώτης.
(2) Αρβανιτόπουλος, «Ανασκαφαί και έρευναι», Π. Α. Ε., 1914, 171.
(3) Αλεξιάς, ε’ 7,1.
(4) Δ. Αγραφιώτης, Κ. Σπανός, F. Hild, J. Koder, Βυζαντινή Θεσσαλία, ό.π., 42.
(5) Δημ. Σοφιανός, Άγιος Νικόλαος, ο εν Βουναίνη, 146.
(6) Σπ. Λάμπρος, «Ανέκδοτον χρυσόβουλον του αυτοκράτορος Ανδρονίκου Β’ Παλαιολόγου», ΔΙΕΕ, 1 (1883-4), 118, 119.
(7) Γιαννόπουλος, Νεολόγου Εβδομαδιαία Επιθεώρησις, 3, αριθ. 37, 739.
(8) Κατά τον Κ. Σπανό ταυτίζεται με τον κοιμητηριακό Ναό της Βούναινας.
(9) Fr. Hild, ό.π., σελ. 42, Καντακουζηνός, 1, 474, Θ. Μπεκιάρης, «Τοπωνύμια του Δαμασίου», Θ. Η. 7 (1986), 165- 171.
(10) Κ. Οικονόμου, Η Λάρισα και η Θεσσαλική Ιστορία, τόμος Β’ 2007, 64.
* Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο 32ο Δημοτικό Σχολείο Λάρισας - συγγραφέας