* Του Γ. Καραβάνα
Η συζήτηση περί απελευθερώσεων γενικώς, επανέρχεται με διαφορετικό κάθε φορά μανδύα. Τη μία συζητάμε για το πότε μπορεί να ανοίξει κανείς το μαγαζί του. Την άλλη για το αν δικαιούται να ασκήσει κάποιο επάγγελμα, για το οποίο έχουν «τελειώσει» οι σχετικές άδειες. Συζητούμε επίσης αν επιτρέπεται να δουλεύει κανείς λιγότερες μέρες ή λιγότερες ώρες και να πληρώνεται αντιστοίχως λιγότερο.
Στις συζητήσεις αυτές συνήθως επιστρατεύονται επιχειρήματα τεχνικής φύσης, που όμως αποπροσανατολίζουν από το κεντρικό ερώτημα. Συζητούμε για παράδειγμα αν το διευρυμένο ωράριο οδηγεί σε αύξηση του τζίρου, αν το άνοιγμα των επαγγελμάτων οδηγεί σε μείωση των τιμών και αν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας οδηγούν σε μείωση της ανεργίας. Οι απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα είναι βεβαίως γνωστές, διδάσκονται στα οικονομικά πανεπιστήμια όλου του κόσμου! Για να τις βρει κανείς δεν έχει παρά να μελετήσει τα παραδείγματα άλλων χωρών. Το βασικό ερώτημα όμως δεν είναι τεχνικής αλλά φιλοσοφικής φύσης. Αφορά μια έννοια, χάριν της οποίας θυσιάστηκαν εκατομμύρια άνθρωποι σ’ όλον τον κόσμο: την έννοια της Ελευθερίας. Πριν μετρήσουμε τις τυχόν επιπτώσεις σε τζίρο, τιμές και απασχόληση, πρέπει να δούμε κάτι πιο βασικό: έχουμε εμείς ή οποιοσδήποτε άλλος (συμπεριλαμβανομένης της κυβέρνησης) το δικαίωμα να στερήσουμε από κάποιον οποιαδήποτε ελευθερία του, και σε ποια περίπτωση; Δικαιούσαι να πεις στον καταστηματάρχη να μην δουλέψει - έστω με ζημιά! - την Κυριακή, αν αυτός επιθυμεί να δουλέψει; Δικαιούσαι να απαγορεύσεις σε κάποιον να αγοράσει ταξί και να δουλέψει ως ταξιτζής αν έχει τις απαραίτητες γνώσεις, για να τον προστατέψεις από πιθανή χασούρα; Δικαιούσαι να επιβάλλεις σε κάποιον, να μην δεχτεί χαμηλότερο μισθό για λιγότερες ώρες, αν αυτός επιθυμεί να το κάνει;
«Ναι», απαντούν οι θιασώτες του κρατισμού, της θεωρίας δηλαδή που λέει ότι «το κράτος υπάρχει για να μας απαγορεύει να κάνουμε κάτι που βλάπτει τους άλλους, και για να μας επιβάλλει να κάνουμε αυτό που είναι για το καλό μας». Ας εξετάσουμε λοιπόν την παραπάνω ιδέα. Στο αρχαίο ερώτημα: «πού σταματούν οι ελευθερίες και τα δικαιώματα μου;» η Σωκρατική φιλοσοφία έδωσε απάντηση (που εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα σε ολόκληρη τη δύση): «εκεί που αρχίζουν οι ελευθερίες και τα δικαιώματα των άλλων». Παράδειγμα: «Δικαιούμαι να οδηγώ με 200χαω;» Αν οδηγείς εκεί που κινούνται και οι υπόλοιποι, τότε η απάντηση είναι όχι. Η δική σου ελευθερία στην ταχύτητα τελειώνει εκεί που αρχίζει το δικαίωμα των άλλων στην ασφάλεια. Αν όμως ενοικιάσεις ένα αυτοκινητοδρόμιο - μια πίστα αγώνων -, τότε ναι, μπορείς να τρέξεις με 200χαω, μπορείς να τρέξεις όσο θέλεις. Ας σκεφτούμε λοιπόν: το να ανοίξω το κατάστημά μου την Κυριακή, βλάπτει κάποιον άλλον εκτός από εμένα, αν πιστέψουμε ότι με βλάπτει; Το να κυκλοφορήσω ένα ακόμα ταξί στην πόλη ή το να ανοίξω ένα ακόμα φαρμακείο, βλάπτει την κοινωνία; Το να δεχτώ να δουλέψω για λιγότερα, βλάπτει άμεσα κάποιον άλλον; Κάποιοι θα πουν, «προφανώς δεν βλάπτει άμεσα, αλλά βλάπτει έμμεσα! «Αναγκάζει» και τους υπόλοιπους να ανοίξουν Κυριακή, αυξάνει τον ανταγωνισμό, κάνει τα μεροκάματα φθηνότερα» κ.ο.κ..
Και κάπου εδώ αρχίζει η φιλοσοφική διαμάχη ανάμεσα στου φίλους της ελευθερίας και στους φίλους του κρατισμού. Οι πρώτοι θεωρούν πως πρέπει κανείς να είναι ελεύθερος να κάνει ότι θέλει, να δουλεύει όποτε κι όσο θέλει, και να συνάπτει ελεύθερα συμφωνίες με άλλους, όταν η δραστηριότητα αυτή δεν βλάπτει ΑΜΕΣΑ κανέναν άλλον. Οι δεύτεροι αντίθετα θεωρούν ότι το κράτος πρέπει να παρεμβαίνει προς την κατεύθυνση, που οι εκλεγμένοι κάθε φορά αντιπρόσωποι, θα θεωρούν υποκειμενικά σωστή. Ποιος είπε για παράδειγμα ότι οι άνθρωποι πρέπει να εργάζονται 5 ημέρες την εβδομάδα; Και γιατί όχι 6; Και γιατί όχι 4; Αν είμαι συγγραφέας, προγραμματιστής ή αρχιτέκτονας και δουλεύω στο σπίτι μου, μπορεί να με ελέγξει κανείς πόσο δουλεύω; Και θα ήταν σωστό να με ελέγξει, μήπως και η πολλή εργασία μου αναγκάσει και τους άλλους αρχιτέκτονες να δουλέψουν περισσότερο ή φθηνότερα; Κι αν θέλω να δουλεύω Κυριακή και να μην δουλεύω Δευτέρα; Ποιος δικαιούται να μου το απαγορεύσει και με ποια δικαιολογία; Ο Κρατισμός είναι ένα σύστημα που δούλευε σχετικά καλά σε ομοιόμορφες κοινωνίες. Όταν όλοι κοιμούνται και ξυπνούν την ίδια ώρα, όταν όλοι πηγαίνουν στην εκκλησία την ίδια μέρα κι όταν το σύνολο της κοινωνίας γυρίζει γύρω από μια κοινή, αγροτική συνήθως, οικονομία, τότε είναι ευκολότερο να θεσπίσεις κοινούς κανόνες. Όταν όμως η τεχνολογική πρόοδος έχει επιτρέψει σε ανθρώπους να επιλέγουν βραδινή εργασία, όταν έχεις ανθρώπους που θρησκεύονται (άλλοι Σάββατο κι άλλοι Κυριακή) κι άλλους που δεν θρησκεύονται, επαγγέλματα με δουλειά τις Κυριακές και τις αργίες και επαγγέλματα καλοκαιρινά ή χειμωνιάτικα, διαφορετικά από περιοχή σε περιοχή ή/και επαγγέλματα που επαγρυπνούν κάθε ημέρα και ώρα, τότε είναι προφανές ότι οι περιοριστικές ρυθμίσεις απλώς βάζουν τρικλοποδιές στην οικονομία κι αντιτίθενται στην πραγματικότητα. Ακόμα χειρότερα, αναγορεύουν αυθαίρετα το κράτος σε «πατερούλη», που ξέρει καλύτερα από εσένα ποιο είναι «το καλό σου».
Μέχρι ποιο σημείο όμως θα αφήνατε το κράτος να ρυθμίζει το δικό σας καλό; Όλοι γνωρίζουν π.χ. πως μια διατροφή πλούσια σε λιπαρά, αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακού επεισοδίου. Θα δεχόσασταν να μετρά το κράτος πόσα σουβλάκια καταναλώνετε εβδομαδιαίως (τεχνικά είναι εφικτό, σας βεβαιώ!) και να σας απαγορεύει να φάτε περισσότερα, από έναν αριθμό και πάνω; Κι αν σας πουν ότι «το τυχόν καρδιακό σας επεισόδιο θα βλάψει ΕΜΜΕΣΑ και κάθε άλλον που πληρώνει το ασφαλιστικό σύστημα και συνεπώς η απαγόρευση έχει βάση», θα σας ακουστεί λογικό; Θα επιτρέψετε στο νόμο (ή τον τοπικό περιφερειάρχη!) να αποφασίζει για σας τι και πόσο μπορείτε να τρώτε, με το επιχείρημα ότι η δική σας υγεία επηρεάζει την οικονομία, το ασφαλιστικό ή το δημογραφικό της χώρας; Πώς τότε δεχόμαστε να υπάρχει νόμος για το πότε, πόσο και για πόσα θα δουλέψουμε; Δεν είναι προφανές ότι αυτός ο δρόμος, των δήθεν έμμεσων κοινωνικών συνεπειών, είναι εξόχως ολισθηρός και επικίνδυνος για τις ελευθερίες μας;
* Ο Γιώργος Καραβάνας είναι μέλος της ΔΕ της ΔΡΑΣΗΣ