Πανεπιστημίων, την καθιέρωση πανεπιστημιακής αστυνομίας και την αντιμετώπιση του προβλήματος των αιωνίων φοιτητών.
Το σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια είναι αδιάβλητο, ορίζει ένα κατώτατο όριο βαθμολογίας, θεωρώ ότι θα υπάρξουν κάποια προβλήματα στην εφαρμογή του, αλλά συμφωνώ να εφαρμοστεί για να δούμε τα αποτελέσματά του. Εκείνο όμως που θέλω να τονίσω, είναι ότι εμμέσως η κυβέρνηση διά του συστήματος αυτού, μειώνει τον αριθμό των φοιτητών κατά πολύ. Η κυβέρνηση κατά την άποψή μου θα έπρεπε ευθέως και ξεκάθαρα να πει ότι πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των εισαγομένων, έτσι ώστε να γίνεται ένας σωστός διάλογος. Πιστεύω ότι πρέπει να μειωθούν οι εισαγόμενοι στα Πανεπιστήμια. Δεν είναι δυνατόν το ποσοστό των τελειοφοίτων, Λυκείων που εισάγονται στα Πανεπιστήμια στην Ελλάδα, να φθάνει το 75% και το αντίστοιχο στις χώρες της Ευρώπης να είναι στο 33%.
Η μείωση πρέπει να γίνει σταδιακά μέσα σε 2 με 3 χρόνια ώστε να προετοιμάζεται η κοινωνία και τα Πανεπιστήμια. Είναι γνωστό το κοινωνικό πρόβλημα να γίνουν όλοι επιστήμονες. Η θέση μου όμως είναι ότι το ζητούμενο από τα Πανεπιστήμια δεν είναι να σπουδάζουν όλοι, αλλά οι πτυχιούχοι να είναι καλοί επιστήμονες. Το πρώτο κριτήριο για τον αριθμό των εισακτέων είναι η επάρκεια σε αριθμό και ποιότητα διδακτικού προσωπικού και οι κατάλληλες κτιριακές και εργαστηριακές υποδομές. Το άλλο κριτήριο πρέπει να είναι οι ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας ώστε οι πτυχιούχοι Πανεπιστημίου να βρίσκουν θέσεις εργασίας. Σήμερα υπάρχουν αρκετοί άνεργοι πτυχιούχοι. Για παράδειγμα, 2.500 περίπου απόφοιτοι των Πανεπιστημίων σπουδάζουν στα ΙΕΚ προκειμένου να εργαστούν. Εάν υπάρξει πραγματική αναβάθμιση της επαγγελματικής κατάρτισης, τότε θεωρώ ότι θα μειωθεί κατά πολύ αυτή η συμφόρηση εισαγωγής στα Πανεπιστήμια. Με τον Ν. 2009/92 είχα δημιουργήσει το πλαίσιο της επαγγελματικής κατάρτισης και τα ΙΕΚ. Δυστυχώς οι επόμενοι δεν «αγκάλιασαν» αυτόν τον θεσμό, με αποτέλεσμα σήμερα τα ΙΕΚ να αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα.
Για τη φύλαξη και την προστασία των Πανεπιστημίων αυτό το νομοσχέδιο προβλέπει τη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας, η οποία θα έχει συνεχή παρουσία στον αύλειο και ελεύθερο χώρο των κτιρίων. Εκεί όπου οι φοιτητές θεωρούν ότι είναι χώρος τους και ελεύθερα συζητούν, καταθέτουν απόψεις, αντιπαρατίθενται και υπάρχει μια ζύμωση των ιδεών τους. Η αλήθεια είναι ότι γίνονται σε ορισμένα Πανεπιστήμια κατά καιρούς βανδαλισμοί, καταστροφές και απαράδεκτες συμπεριφορές προς τους καθηγητές και τους πρυτάνεις. Εδώ θέλω να δηλώσω ότι το μέγιστο ποσοστό των φοιτητών δε συμμετέχει σε αυτές τις ενέργειες.
Αλήθεια επίσης είναι ότι οι πρυτανικές αρχές από φόβο προς τους ταραχοποιούς δεν καλούν την αστυνομία να επέμβει προκειμένου να εμποδίσει ή να καταστείλει αυτά τα επεισόδια και αν χρειαστεί να κάνει συλλήψεις. Η δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας μού θυμίζει μία παροιμία η οποία λέει «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι». «Κεφάλι» είναι η συνταγματική επιταγή για πλήρη αυτοδιοίκηση των Πανεπιστημίων με την οποία όλα τα θέματα και όλα τα προβλήματα που υπάρχουν στο Πανεπιστήμιο, τα επιλύουν τα αρμόδια όργανα αυτού χωρίς τη συμμετοχή κανενός άλλου. Φυσικά η αστυνομία θα επέμβει μέσα στο Πανεπιστήμιο όταν κληθεί από τις πρυτανικές αρχές.
Θεωρώ ότι πρέπει να εξετάσουμε ποια είναι η ρίζα των φαινομένων αυτών και ποιες είναι οι αιτίες. Καταρχάς, θέλω να επισημάνω ότι η ατμόσφαιρα που επικρατεί σήμερα στα Πανεπιστήμια, είναι αυτή της ανευθυνότητας και της χαλαρότητας, αλλά και της κάποιας συναλλαγής. Εννοώντας δηλαδή ότι ο καθένας λέει στον άλλο «μη με πειράζεις, για να μη σε πειράξω». Όταν παρέλαβα τον Ιανουάριο του 1991 το Υπουργείο Παιδείας, τα Πανεπιστήμια είχαν πολλά προβλήματα και το βασικότερο όλων είναι ότι δεν είχαν κανονισμούς λειτουργίας. Ήταν τα μόνα στον κόσμο που δεν είχαν. Τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας των Πανεπιστημίων επέβαλλα με το άρθρο 5 του Ν. 2083/92. Προέβλεπε η διάταξη ότι ο εσωτερικός αυτός κανονισμός περιλαμβάνει πέραν των άλλων, τα καθήκοντα, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, αλλά και των φοιτητών. Προέβλεπε επίσης και τις αρμοδιότητες των οργάνων ελέγχου για την τήρηση των κανόνων, την περιγραφή των αδικημάτων, τη θέσπιση κυρώσεων, κ.λπ. Το άρθρο για τον κανονισμό δεν καταργήθηκε, όμως δεν εφαρμόστηκε επί χρόνια.
Αν υπήρχε ένας τέτοιος κανονισμός και αν εφαρμοζόταν σωστά και αντικειμενικά θα υπήρχε ένα διαφορετικό κλίμα μέσα στα Πανεπιστήμια. Το κλίμα της ευθύνης. Επομένως αν εφαρμόζεται αυστηρά και αντικειμενικά ο εσωτερικός κανονισμός που μπορεί να εμπλουτιστεί από τα άρθρα 8 έως 22 του νόμου που προτείνει η κυβέρνηση και που πρέπει να ψηφιστούν, τότε δε χρειάζεται η πανεπιστημιακή αστυνομία. Το θέμα είναι να εφαρμόζονται και αυτό είναι θέμα αρμοδιότητας του Υπουργείου και των Πανεπιστημίων. Νομίζω ότι αυτό είναι το «γαλλικό κλειδί - η Εποπτεία».
Πιστεύω ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να προχωρήσει στην ψήφιση των διατάξεων 13 και 23 που αναφέρονται στη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας. Να διατηρήσει όμως τα άρθρα από 8 έως 13 που αναφέρονται στο τι πρέπει να γίνεται στα Πανεπιστήμια για τη φύλαξη και την προστασία τους.
Σε ό,τι αφορά το θέμα των αιώνιων φοιτητών για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά προτείνω να γίνει επαναφορά του άρθρου 9 του Ν. 2083/92 που είχα εισηγηθεί και ψηφίστηκε στη Βουλή. Στο άρθρο 9 προβλέπεται ότι οι σπουδές στο Πανεπιστήμιο διαρθρώνονται σε δύο κύκλους. Ο πρώτος κύκλος είναι τα 2 πρώτα χρόνια στα οποία διδάσκονται οι βάσεις της επιστήμης και εάν δεν επιτύχεις τις εξετάσεις των μαθημάτων του πρώτου κύκλου δεν μπορείς να παρακολουθήσεις και να δώσεις εξετάσεις στα μαθήματα του δευτέρου κύκλου. Η διάρθρωση αυτή των σπουδών επιτυγχάνει καταρχάς τη συνοχή, αλλά και την αλληλουχία των σπουδών. Επιπλέον, διατηρεί τη δυναμική μάθησης των υποψηφίων φοιτητών και τέλος καταργεί τη μεταφορά μαθήματος. Με τη μεταφορά μαθήματος π.χ. από το 1ο έτος στο τελευταίο έτος που εφαρμόζεται σήμερα, ο φοιτητής δεν έχει μάθει τις βάσεις για να μπορεί να παρακολουθήσει τα μαθήματα των ενδιάμεσων αυτών ετών. Έτσι, δημιουργείται ένα τεράστιο πρόβλημα στον φοιτητή και αυτό τον οδηγεί σε μια χαλάρωση όπου νομίζει ότι έχει ατελείωτο χρόνο για να πάρει πτυχίο. Ο δεύτερος κύκλος σπουδών είναι τα υπόλοιπα προβλεπόμενα χρόνια αυξημένα κατά δύο (2), το γνωστό (ν+2). Μετά την παρέλευση αυτών των ετών, οι φοιτητές δε δικαιούνται της πάσης φύσεως παροχές (σίτιση, στέγαση, δωρεάν συγγράμματα, υποτροφίες, κ.λπ.). Επιπλέον, ο Ν. 2083/92 δεν προέβλεπε τη διαγραφή των φοιτητών διότι υπήρχε αυτό το φίλτρο των 2 ετών. Δυστυχώς το άρθρο αυτό, όπως και πολλά άλλα άρθρα του νόμου αυτού, καταργήθηκαν αμέσως με την αλλαγή της κυβέρνησης του 1993.
Από τον Γιώργο Σουφλιά, πρώην υπουργό