Ιστορικά

Τα κυριότερα αστικά κέντρα στη βυζαντινή Θεσσαλία Β’

Δημοσίευση: 19 Ιουλ 2014 20:22 | Τελευταία ενημέρωση: 04 Σεπ 2015 15:54

Από τον Κωνσταντίνο Αθ. Οικονόμου

ΦΘΙΩΤΙΔΕΣ ΘΗΒΕΣ: Οι παλαιοχριστιανικές Θήβες εντοπίζονται στη θέση της αρχαίας Πυράσου, που αποτελούσε το μοναδικό λιμένα της Πελασγιώτιδας(1), στη θέση της σημερινής Νέας Αγχιάλου. Αυτή η πόλη ονομαζόταν Πύρασος μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ. και στη συνέχεια πήρε το όνομα των μεσογειακών Θηβών (σημερινές Μικροθήβες) καθόσον και οι κάτοικοι της τελευταίας μετακινήθηκαν στην παράκτια πόλη. Ο Ιεροκλής την αναφέρει τρίτη ιεραρχικά πόλη της Θεσσαλίας στο Συνέκδημό του, ενώ ο πρώτος της επίσκοπος υπέγραψε τα πρακτικά της Α’ Οικουμενικής Συνόδου της Νικαίας. Ονόματα επισκόπων που έχουν καταγραφεί είναι τα εξής, κατά χρονολογία: Κλεόνικος ή Κλαυδιανός (325), Μόσχος (343), Δίων (431), Ελπίδιος (531), Αδριανός (592), Επιφάνιος και Πέτρος (χωρίς χρονολογική ταύτιση). Η αρχαιολογική σκαπάνη ανέδειξε το μεγαλείο της πρωτοβυζαντινής πόλης και τον πλούτο της. Η πόλη περιβαλλόταν από τείχος που διακόπτονταν από ψηλούς πύργους, ενώ στο ΒΑ άκρο της Ν. Αγχιάλου, βρισκόταν η ακρόπολη. Φυσικό ήταν ο Ιουστινιανός να ενισχύσει με οχυρωματικά έργα αυτή τη σπουδαία θεσσαλική πόλη. Αποκαλύφθηκαν πολλές θεμελιώσεις κατοικιών, εντός και εκτός της πόλης. Υπήρχε φροντισμένη ρωμαϊκή οδός που συνέδεε τις παράκτιες Θήβες με τη μεσόγεια πόλη, η οποία δεν έπαψε να κατοικείται μέχρι και τον 7ο αιώνα. Ένας άλλος αποκαλυφθείς δρόμος, επικαλυμμένος με κοκκινωπές πλάκες, οδηγούσε στο λιμάνι. Αριστερά και δεξιά αυτού του δρόμου βρέθηκαν θεμέλια εμπορικών καταστημάτων. Σώθηκαν ακόμα λείψανα της αρχαίας προκυμαίας καθώς και επιγραφή που δήλωνε τους τόπους των αγκυροβολίων. Μεγάλο κοιμητήριο της Παλαιοχριστιανικής Εποχής βρέθηκε στα βορειοδυτικά της σημερινής Αγχιάλου, ενώ άλλοι κοιμητηριακοί τόποι βρέθηκαν κοντά στο οινοποιείο και κοντά στη λεγόμενη βασιλική Α’. Βρέθηκαν και ορισμένες επιτύμβιες εβραϊκές επιγραφές που αποδεικνύουν την εγκατάσταση Ιουδαίων της διασποράς στην πόλη. Μεταξύ των σπουδαιότερων ευρημάτων της εποχής είναι και τα ερείπια πέντε συνολικά βασιλικών. Η Α’ βασιλική(2), του Αγίου Δημητρίου, κτίστηκε μεταξύ του 5ου και του 6ου αιώνα, στη συνέχεια καταστράφηκε από πυρκαγιά και ανακαινίσθηκε μάλλον στις αρχές του 8ου αιώνα. Η Β’ βασιλική, του Ελπίδιου, κτίστηκε ίσως στις αρχές του 6ου αιώνα, ενώ η Γ’ βασιλική, που είναι η μεγαλύτερη, κτίστηκε στα τέλη του 4ου αιώνα, ανακαινίσθηκε από έναν αρχιερέα ονόματι Πέτρο και καταστράφηκε από πυρκαγιά στα τέλη του 7ου αιώνα. Η Δ’ βασιλική, η λεγόμενη κοιμητηριακή, κτίστηκε στις αρχές του 7ου αιώνα και κάηκε, όπως και οι προηγούμενες, στο τέλος του ίδιου αιώνα. Τέλος ερείπια μιας πέμπτης βασιλικής βρέθηκαν κοντά στο οινοποιείο. Και αυτή καταστράφηκε από φωτιά στα τέλη του 7ου αιώνα. Ο συγχρονισμός των καταστροφών ανάγεται ακριβώς στην εποχή των σλαβικών επιδρομών από τους Βελεγηζίτες Σλάβους που εγκαταστάθηκαν στην παράκτια περιοχή της Επαρχίας Αλμυρού. Στο δεύτερο βιβλίο των «θαυμάτων του Αγίου Δημητρίου» αναφέρεται ότι οι Σλάβοι, ειδωλολάτρες τότε, έκαναν επιδρομή στη Θεσσαλία (710- 725; μ.Χ.). Στην ίδια πηγή αναφέρεται ότι το 675 οι Βελεγηζίτες Σλάβοι ήταν εγκατεστημένοι στην «παρά τον Παγασητικόν χώραν» ασχολούμενοι με αγροτικές εργασίες. Βασιζόμενος σ’ αυτές τις πληροφορίες ο Γ. Σωτηρίου υποστήριξε ότι «η πόλη των Φθιώτιδων Θηβών καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Σλάβους επιδρομείς». Τα στοιχεία που οδήγησαν τον Σωτηρίου, αλλά και πλειάδα άλλων καταξιωμένων Ελλήνων και ξένων αρχαιολόγων και ιστορικών, να καταλήξουν σ’ αυτό το συμπέρασμα ήταν: 1ον. Η εμφάνιση τέφρας και αποδεικτικών καύσεως, 2ον. Η έλλειψη βυζαντινών ιχνών μετά το 675, 3ον. Η απουσία νομισμάτων μετέπειτα από την εποχή του Ηρακλείου και 4ον. Τα ευρήματα σλαβικών τάφων μέσα στο βαπτιστήριο της βασιλικής Α’, όπως και αντικειμένων σλαβικής προέλευσης (χάλκινη περόνη)(3). Αντίθετος είναι ο Πάλλας που ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχουν ασφαλή αρχαιολογικά τεκμήρια πυρπόλησης ναών(!) ή καθόδου Αβάρων και Σλάβων στην Ελλάδα(4). Από τα τέλη του 7ου αιώνα οι Φθιώτιδες Θήβες δεν αναφέρονται στις ιστορικές πηγές.

ΒΕΣΑΙΝΑ: Οι περισσότεροι αρχαιολόγοι τοποθετούν τη θέση της Βέσαινας στο σημερινό χωριό Αετόλοφο της Αγιάς (π. ονομασία Δέσιανη), ενώ μικρή μερίδα ερευνητών, μεταξύ των οποίων και ο Δ. Αγραφιώτης, στο Βαθύρρεμα Αγιάς. Οι πηγές που αναφέρονται στην πόλη είναι όλες μετά το 10ο αιώνα. Μια απ’ τις πρώτες πηγές είναι μια επιγραφή που αναφέρεται στην κατασκευή της στέγης του Ι. Ν. της Θεοτόκου από τον πρωτοσπαθάριο Ευστάθιο(5). Ο Δ. Ζακυθηνός πιστεύει ότι η επιγραφή ανάγεται στον 11ο αιώνα, ενώ ο Γιαννόπουλος την τοποθετεί χρονικά έναν αιώνα αργότερα(6). Η πόλη και η περιφέρειά της διοικούνταν από βασιλικό άρχοντα. Ο περιηγητής Βενιαμίν από την Τουδέλη συνάντησε εκατό Εβραίους στην πόλη, αριθμός μάλλον υπερβολικός, που όμως μαρτυρά την εμπορική ανάπτυξη της πόλης. Ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου που προαναφέραμε, κτίστηκε πάνω στα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Στις αρχές του 11ου αιώνα η Βέσαινα εμφανίζεται ως Επισκοπή της Μητρόπολης Λαρίσης. Αργότερα σε επιστολή του Μ. Ψελλού προς τον πραίτορα Ελλάδος και Πελοποννήσου γίνεται λόγος για τον επίσκοπο Βεσαίνης και τη φτώχεια που αντιμετώπιζε αυτή η Επισκοπή(7). Λίγο πριν τη Φραγκοκρατία η πόλη παραχωρήθηκε στη σύζυγο του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ’. Μετά το 1204 στη Βέσαινα εγκαταστάθηκε Λατίνος επίσκοπος. Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου φιλοξενήθηκε από τον επίσκοπο Βεσαίνης το 1222 και σε επιστολή του προς μητροπολίτη Λαρίσης Καλοσπίτη χαρακτηρίζει τη Βεσαίνη «εύυδρον χωρίον και πάσι βρύον τοις αγαθοίς»(8). Άλλα ερείπια στο σημερινό Αετόλοφο είναι του Ι. Ν. του Αγίου Αθανασίου και των Αγίων Αποστόλων καθώς και το Ασκηταριό της Ανάληψης στο λόφο Αετός, όπου διασώζονται λείψανα αγιογράφησης σε τοίχο («Δέησις»).

ΒΑΘΥΡΡΕΜΑ: Από ορισμένους υποστηρίζεται ότι αυτή η πόλη ήταν η μεσαιωνική Βέσαινα. Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι το Βαθύρρεμα ήταν η διάδοχη πόλη της Βέσαινας, μετά την ερήμωση της τελευταίας κατά την τελευταία φάση της Τουρκοκρατίας. Δυο ναοί της περιοχής, η Παναγία και ο Αγ. Νικόλαος, ανάγονται στη Βυζαντινή Εποχή. Αρχιτεκτονικά μέλη αυτών των ναών καθώς και άλλα ευρήματα φυλάσσονται στην Αρχαιολογική Συλλογή της Αγιάς.

 

 

(1) Κ. Α. Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία, τόμος Β’, Λάρισα 2007, σελ. 49.

(2) Σωτηρίου, Π.Α.Ε.,1929, 63, 1930, 32-34 και Π.Α.Ε. 1934, 61-64.

(3) Α. Αβραμέα, Βυζαντινή Θεσσαλία. 154-5.

(4) Δ. Πάλλας, «Τα αρχαιολογικά τεκμήρια της καθόδου των βαρβάρων εις την Ελλάδα», Ελληνικά τ. 14, (1955), 102-103.

(5) Ν. Γιαννόπουλος, Η Επισκοπή Βεσαίνης εν Θεσσαλία, Αθήναι 1933, 201.

(6) Α. Αβραμέα, ό.π. 157.

(7) Μ .Ψελλός, Επιστολαί, τόμος Ε’ αρ. 13, στο Κ. Σαθά, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη.

(8) Δ. Αγραφιώτης, «Ο Αετόλοφος και το Βαθύρρεμα της Αγιάς», Θεσσαλικό Ημερολόγιο, Ι’ (1976), 17-43.

 

Ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου είναι δάσκαλος στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέας

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass