Tatlin, είναι ευκαιρία να ανοίξει ο δημόσιος διάλογος για το τι πρέπει να εκτίθεται σε δημόσιο χώρο.
Ο Βλαντιμίρ Τάτλιν (Δεκέμβριος 1885 - Μάιος 1953) ήταν Ρώσος ζωγράφος και αρχιτέκτων. Μαζί με τον Καζιμίρ Μάλεβιτς ήταν από τους προβεβλημένους εκπροσώπους της avant-garde κινήματος τέχνης τα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης στη δεκαετία του 1920, ενώ ο ίδιος θεωρείται και μείζων καλλιτέχνης στο κίνημα του Κονστρουκτιβισμού.
Το «Μνημείο της Τρίτης Διεθνούς», ή αλλιώς «Πύργος του Τάτλιν», ένα οικοδόμημα με τη μορφή της σπείρας που στρέφεται προς τα πάνω φτιαγμένο από μέταλλο και γυαλί, υποτίθεται ότι αναπαριστά τη σπειροειδή εξέλιξη της Ιστορίας.
Ο πύργος του Τάτλιν είχε σχεδιαστεί ως η «σοσιαλιστική» απάντηση στον Πύργο του Άιφελ. Αντίθετα όμως με τον Πύργο του Άιφελ, ο Πύργος του Τάτλιν, θα ήταν ασύμμετρος και άτακτος. Σκοπός του ήταν να συμβολίσει την επανάσταση και τη μηχανική, αντιπαραθέτοντας τη δημιουργικότητά του με τη «συντηρητικότητα» του Πύργου του Άιφελ. Παρά τα φιλόδοξα σχέδια του «καλλιτέχνη» δεν κατασκευάσθηκε ποτέ και παρέμεινε μόνο στα πλαίσια της μακέτας, μία αντιαισθητική και άσχημη πλαγιαστή «σκαλωσιά».
Ένας συνεργάτης του Τάτλιν αφηγείται: «Ο Βλαντιμίρ Ιλιτς (Λένιν) μας έκανε δύο ερωτήσεις: πόσα χρήματα θα στοίχιζε η κατασκευή του και αν ήταν από μηχανική άποψη πραγματοποιήσιμη. Αλίμονο, δεν ήμασταν ικανοί να απαντήσουμε σε καμιά απ’ αυτές τις ερωτήσεις».
Σήμερα τα βασικά ερωτήματα είναι: «Τι μπορεί και πρέπει να εκτίθεται στον δημόσιο χώρο; Τι πρέπει να συμβολίζει; Τι εκφράζει τη Λαϊκή Κοινότητα;
Αυτό που πρέπει -κατ’αρχάς- να ορισθεί είναι πώς αντιλαμβανόμαστε την Παράδοση.
Η Παράδοση έχει τη δικιά της δυναμική, μια διαρκή κινητικότητα και επανακύκλιση, ως κάτι που παραλαμβάνουμε για να το οδηγήσουμε πιο μακριά με τις δικές μας ταυτοτικές αλήθειες, ως μία διαχρονική ουσία Ζωής που κάθε φορά βρίσκει νέα ενδύματα, νέους τρόπους αυτοπραγμάτωσης ως το υλικό αποτύπωμα μίας ζώσας συλλογικότητας η οποία καταθέτει τη μαρτυρία της στον τόπο και στον χρόνο.
Από την άλλη πλευρά δεν αποτελεί αισθητική και καλλιτεχνική δημιουργία η οποιαδήποτε προσπάθεια που βαφτίζεται «νεωτερισμός», είτε στη συγγραφή βιβλίων είτε σε θεατρικές παραστάσεις είτε σε σκηνοθετικές απόπειρες.
Παράδειγμα τοπικό: Στην είσοδο της Λάρισας από Κοζάνη, υπάρχει σε ένα -εκ των υστέρων τοποθετημένο- βάθρο το σύμβολο της πόλης: το άλογο.
Ένα ανοσιούργημα που παριστάνει το βασανισμένο από τη δουλειά του κάμπου άλογο το οποίο επιστρέφει από την κοπιαστική εργασία.
Ένα άλογο-είλωτας σε μία πόλη ειλώτων;
Δεν θεωρήθηκε πρέπον και “πολιτικά ορθό” να στηθεί ένα ρωμαλέο άτι που να κοιτά περήφανα τους επισκέπτες και να τους μεταδίδει το μήνυμα ότι εισέρχονται σε μία πόλη με Ταυτότητα, όπου η κοινότητά της είναι ενωμένη για να την υπερασπιστεί με σφρίγος και δυναμισμό αλλά και έτοιμη να αναμετρηθεί με τις προκλήσεις των καιρών.
Στο παρελθόν και σε αντίστοιχους χαλεπούς καιρούς, οι Κοινότητες των Ελλήνων ανέδειξαν πρωτοπόρους δημιουργούς, οι οποίοι ακουμπώντας με σεβασμό στους θησαυρούς που παρέλαβαν, συνεισέφεραν με πραγματικό ταλέντο στη διαμόρφωση του νεο-ελληνικού πολιτισμού, εμπνέοντας και επηρεάζοντας τόσο το καλλιτεχνικό όσο και το πολιτικό -με την ευρεία έννοια- γίγνεσθαι.
Αυτοί οι αληθινοί δημιουργοί συνδιαλέχθηκαν με την Παράδοση και δημιούργησαν ατομικά θαύματα όπως ο Ν. Εγγονόπουλος.
Ο υπερ-ρεαλισμός όμως του Εγγονόπουλου υπήρξε βαθιά Ελληνικός, όχι μόνον ως θεματολογία αλλά και ως μήνυμα- εμποτισμένος με την Ιθαγένεια προσδίδοντας στην ελληνικότητα μία άλλη καλοδεχούμενη αισθητική διάσταση προσφέροντας έτσι το ποθούμενον: τον εκσυγχρονισμό της Παράδοσης με διάφορες τεχνοτροπίες. Έτσι ορίζεται η Παράδοση: ο τρόπος που μια κοινότητα Θεσσαλική, Μακεδονική, Ηπειρώτικη, Νησιώτικη θεάται τον εαυτό της και αυτό-νοηματοδοτείται μέσα από την ενεργό συμμετοχή των μελών της σε μία ζώσα συλλογική πραγματικότητα που οδηγεί στην οικοδόμηση αλλά και την ανανέωση της Ταυτότητάς της, φροντίζοντας ώστε το υλικό αποτύπωμά της να αποτελεί δημιουργική και αισθητική μαρτυρία στον Χρόνο και όχι φολκλορική αναπαράσταση ή ατομική ονείρωξη.
Η Παράδοσή μας λέει ότι υπάρχουν Αλήθειες αρχαίες όσο ο Χρόνος και φρέσκιες όπως το καινούριο ξημέρωμα. Αλήθειες που αποτυπώνονται με νέες μορφές σε καινούρια σχήματα. Αυτό το μήνυμα πρέπει δημόσια να εκφράζεται αυτές τις ημέρες.
Μια ματιά στην ελληνική φύση με τα χρώματα και το μοναδικό της φως και μια ματιά στην ελληνική γραμμή αρκούν για να δώσουν την πολυπόθητη λύση.
Από τον Κων/νο Βαϊούλη*
*Ο Κώστας Βαϊούλης είναι καθηγητής, επικεφαλής της Δημοτικής Παράταξης «Λαρισαίων Κοινόν»