συμμετάσχει στις πανελλαδικές εξετάσεις των ημερήσιων ΓΕ.Λ. ή ημερήσιων ΕΠΑ.Λ., να μετέχουν για την εισαγωγή τους στα (Α.Ε.Ι) σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), χωρίς νέα εξέταση με βάση την τελευταία συνολική βαθμολογία τους για πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Το δικαίωμα αυτό ισχύει για τα επόμενα δύο χρόνια, μετά την τελευταία τους εξέταση, και κατά συνέπεια για τους σπουδαστές των Ανώτερων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (Α.Σ.Σ.Υ) αυτό σημαίνει δύο χρόνια μετά την εισαγωγή τους στη σχολή.
Καθώς έως και το 2015 οι σχολές υπαξιωματικών ήταν διετούς φοίτησης οι απόφοιτοι είχαν το δικαίωμα, αμέσως μετά την αποφοίτησή τους, καθώς απαγορεύεται η ταυτόχρονη εγγραφή σε περισσότερες από μία σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, να διεκδικήσουν την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ κάνοντας χρήση του 10%. Σχεδόν για το σύνολο των επιθυμούντων η διεκδίκηση ήταν επιτυχής καθώς η βαθμολογία τους ήταν ιδιαίτερα υψηλή, ικανή για την εισαγωγή στις περισσότερες πανεπιστημιακές σχολές αυξημένης ζήτησης.
Από το ακαδημαϊκό έτος 2015-2016 οι σχολές υπαξιωματικών από διετούς έγιναν τριετούς φοίτησης με συνέπεια την απώλεια του δικαιώματος χρήσης του 10% αφού, όπως προαναφέρθηκε, η δυνατότητα αυτή ισχύει για δύο χρόνια.
Η εισαγωγή στις σχολές, από το 1992, γίνεται μέσω των πανελλήνιων εξετάσεων του «Υ.ΠΑΙ.Θ.», ενώ οι σχολές εντάχθηκαν, ως ανώτερες, στην τριτοβάθμια βαθμίδα εκπαίδευσης. Η εξέλιξη αυτή δεν συνοδεύτηκε με τις απαραίτητες αλλαγές καθώς το τυπικό πλαίσιο της λειτουργίας των Α.Σ.Σ.Υ., όπως ο Οργανισμός των Σχολών, παραμένει σχεδόν το ίδιο, όπως ίσχυε τρεις δεκαετίες πριν. Η προσαρμογή στα νέα δεδομένα ήταν επιδερμική και στερούμενη της απαραίτητης βούλησης για την πραγματική και περιεκτική τους αναβάθμιση.
Ενδεικτική της απαξίωσης είναι η μη αναγνώριση της ισοτιμίας των πτυχίων με αντίστοιχες σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μόνο ως παραλογισμός μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι τα πτυχία των αποφοίτων είναι ισότιμα με τα πτυχία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Όπως είναι αυτονόητο οι περαιτέρω σπουδές, πανεπιστημιακού επιπέδου, δίνουν τεράστια προστιθέμενη αξία στην εκτέλεση της αποστολής των Ενόπλων Δυνάμεων και αποτελούν δικαίωμα και θεμιτή φιλοδοξία κάθε ανθρώπου να αναπτύσσει περαιτέρω την πνευματική του καλλιέργεια και να βελτιώνει την επαγγελματική και κοινωνική του θέση.
Σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία οι μόνιμοι υπαξιωματικοί και ανθυπασπιστές που προέρχονται από Α.Σ.Σ.Υ, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον πέντε (5) έτη πραγματικής υπηρεσίας και είναι πτυχιούχοι ΑΕΙ μπορούν να μετατάσσονται στο Σώμα των Αξιωματικών προς κάλυψη κενών οργανικών θέσεων Ανθυπολοχαγού και αντιστοίχων.
Αποτελεί πάγια πρακτική τα αρμόδια Γενικά Επιτελεία, για την κάλυψη επειγουσών αναγκών, να προκηρύσσουν κατ’ έτος τη μετάταξη δεκάδων υπαξιωματικών Α.Σ.Σ.Υ, κατόχους πτυχίου ΑΕΙ, στο σώμα των αξιωματικών. Οι απαιτήσεις καλύπτονται πλήρως καθώς εκατοντάδες απόφοιτοι Α.Σ.Σ.Υ., έως και το 2015, με μέσο όρο εισαγωγής τα 16.000 μόρια, έκαναν χρήση του 10% και απέκτησαν πτυχίο ΑΕΙ. Αυτή η προοπτική για τους αποφοίτους της τριετούς φοίτησης έχει πλέον εκλείψει, ενώ οι Ε.Δ. θα στερηθούν τη δυνατότητα να εντάσσουν άμεσα στο σώμα των αξιωματικών στελέχη υψηλού επιπέδου στρατιωτικής εκπαίδευσης και επιστημονικής κατάρτισης.
Στο υπό κατάθεση στη Βουλή νομοσχέδιο του «Υ.ΠΑΙ.Θ.»."Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση (...)," το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, με το άρθρο 6 προτείνεται η τροποποίηση της παρ. 1α του άρθρου 13Γ του ν. 4186/2013, το οποίο αναφέρεται στο ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) των θέσεων εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χωρίς νέα εξέταση.
Με δεδομένο ότι η πολιτεία επανειλημμένα διακηρύσσει ότι αναγνωρίζει όχι μόνο τις ιδιάζουσες συνθήκες εργασίας αλλά και τις ιδιαιτερότητες των σπουδών για τα σπουδαστές των ΕΔ, θα πρέπει, όπως συνέβαινε και στο πρόσφατο παρελθόν, στο άρθρο 6, να συμπεριληφθεί η δυνατότητα στους αποφοίτους των σχολών υπαξιωματικών να μπορούν, αμέσως μετά την αποφοίτησή τους και μόνο για το συγκεκριμένο έτος, να διεκδικήσουν την εισαγωγή τους στα (Α.Ε.Ι.), με το 10%, κάνοντας χρήση της τελευταίας συνολικής βαθμολογίας.
Από τον κ. Κων/νο Λιούτα, σμηναγό ε.α., πρόεδρο ΣΑ/ΣΤΥΑ