πλοίο να έρχεται, αρχίζει όλο και περισσότερο, καθώς οι μέρες περνούσαν μέσα στην αγωνία της αναμονής, να αντιλαμβάνεται ότι η Οδύσσεια της επιστροφής του έχει ακόμα να του αποκαλύψει πάμπολλα δεινά. Δεινά που θα ορθώσει εμπρός του το μίσος των Άγγλων, οι οποίοι, όπως αποδεικνύεται, επιδιώκουν εξ αρχής να τον εξουθενώσουν.
Στις 20 Δεκεμβρίου επιτέλους λοιπόν ο Κυβερνήτης με την οκταμελή συνοδεία του επιβιβάζεται στο «Γουλφ» με την αίσθηση ότι η Οδύσσειά του παίρνει τέλος και ότι ίσως τις γιορτές των Χριστουγέννων τις περάσει στην Κέρκυρα με τους δικούς του, κι από εκεί να φτάσει στην Ελλάδα πριν το ξεκίνημα του νέου χρόνου. Φρούδες ελπίδες.
Ύστερα από πέντε μέρες συνάντησαν το «Γουωρσπάιτ» που τους περίμενε στ’ ανοιχτά για να τους παραλάβει. Επιβιβάστηκαν σ’ αυτό με την πίστη ότι θα τους μεταφέρει για λίγο στην Κέρκυρα κι από εκεί στην Ελλάδα. Είχε μάλιστα υψωμένη και την ελληνική σημαία. Και στις 26 Δεκεμβρίου, Δεύτερη των Χριστουγέννων, απ’ τα χαράματα το πλοίο ξεκίνησε. Ο Κυβερνήτης έβλεπε με νοσταλγία το νησί του και αδημονούσε να φτάσει το πλοίο στο λιμάνι…
Ξαφνικά όμως το πλοίο άλλαξε κατεύθυνση κι αντί να μπει στο λιμάνι της Κέρκυρας, όπως ήταν και η συμφωνία, προχωρούσε για την καρδιά της Μεσογείου, προς το νησί της Μάλτας. Ο Καποδίστριας διαμαρτυρήθηκε εντονότατα για όλα αυτά, για να πάρει από τον πλοίαρχο Πάρκερ την απάντηση ότι αυτήν την εντολή έχει από τον Κόδρινγκτον, επειδή, αυτός θέλει να γνωρίσει από κοντά τον Κυβερνήτη! Όμως ο πραγματικός λόγος, όπως θα δούμε, ήταν άλλος!
Στο λιμάνι της Βαλέτας έφτασαν στις 28 Δεκέμβρη 1827. Επρόκειτο να μείνουν εκεί περίπου πέντε μέρες. Ο Κόδρινγκτον τον υποδέχτηκε με χαρά και του ετοίμασε και το ανάλογο κατάλυμα. Ακούστηκαν κανονιοβολισμοί προς τιμήν του από τα φρούρια και απελευθερώθηκαν 100 περίπου Έλληνες υπόδικοι, οι οποίοι είχαν συλληφθεί λόγω πειρατείας και κρατούνταν, για να δικαστούν. Βεβαίως ο Καποδίστριας ευχαρίστησε τον Κόδρινγκτον για όλα, αλλά με αρκετή διακριτικότητα και ευγένεια δεν δέχτηκε το κατάλυμα που του προσέφερε ο Άγγλος ναύαρχος, επειδή είχε φροντίσει ήδη να καταλύσει στον Έλληνα έμπορο Αλ. Κοντόσταυλο. Βεβαίως όλα μαρτυρούν ότι κατά το πενθήμερο που διέμεινε στη Βαλέτα έγινε αντικείμενο περιποιήσεων και τιμών από Έλληνες και Άγγλους. Και οπωσδήποτε έγινε.
Αλλά η πραγματική αιτία που ο Κυβερνήτης υπέστη τις ταλαιπωρίες αυτές και βρέθηκε χωρίς να το θέλει στη Μάλτα, και καθυστέρησε τόσο πολύ την άφιξή του στην Ελλάδα είναι η ακόλουθη: οι Άγγλοι έφεραν τα πράγματα, όπως τα ήθελαν, και ταλαιπωρούσαν με την αναμονή και τις δολιότητες έναν άνθρωπο του πολιτικού διαμετρήματος και του ήθους του Καποδίστρια, έναν αληθινό γίγαντα της διπλωματίας και της ηθικής, που μπροστά του υποκλινόταν οι πάντες. Και δεν περίμεναν να έρθει πρώτα ο Κυβερνήτης στην Ελλάδα και να τον επισκεφθεί εκεί ο Κόδρινγκτον. Προτιμούσε ο ναύαρχος αυτή η συνάντηση να γίνει στη Μάλτα, και πριν ακόμη ο Καποδίστριας αναλάβει ουσιαστικά τα ηνία της Ελλάδας, μέσα σε μια αγγλική λυκοφωλιά, μέσα σ’ ένα περιβάλλον του νησιού, το οποίο οι Άγγλοι χρησιμοποιούσαν τότε ως Κολυμβήθρα του Σιλωάμ στην τόσο ύποπτη διεθνή πολιτική τους.
Στο δείπνο που παρατέθηκε προς τιμήν του Κυβερνήτη ο ναύαρχος χωρίς περιστροφές φανέρωσε απαιτητικά και με ιταμότητα την πολιτική της Αγγλίας. Είχε μάλιστα το θράσος να επιδιώκει να επιβληθεί με το έτσι θέλω στον πλέον αναγνωρισμένο και σεβαστό διπλωμάτη! Του ανακοίνωσε λοιπόν υπό μορφή τελεσιγράφου τη γραμμή που απαιτούσε από αυτόν η Αγγλική πολιτική. Το τι έλαβε χώρα στη συνάντηση αυτή και ποιο ήταν το πνεύμα και το κλίμα που επικράτησε, καθώς και τα λόγια του Κόδρινγκτον, μπορούμε να τα διαβάσουμε στην ιστορία του Γεωργίου Ρούσσου. Απαιτεί λοιπόν ο Κόδρινγκτον:
* Η όλη έκταση της Ελλάδας θα είναι αυτή που ορίζει η Συνθήκη του Λονδίνου (6 Ιουλίου 1827).
* Να μην ανακινηθεί ζήτημα συνόρων.
Κι αμέσως πρόσθεσε με ωμότητα και κυνισμό: «Δεν είμαι φιλάνθρωπος ούτε παντάπασι φιλέλλην. Δεν εκτιμώ ιδιαίτερα ούτε τους Έλληνες ούτε τους Τούρκους. Δεν έχω προσωπική συμπάθεια ούτε προς τους μεν ούτε προς τους δε. Συντάσσομαι και υπερασπίζομαι ολοψύχως τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας μου», για να καταλήξει: «Όσο η εξοχότητά σας θα ενεργεί σύμφωνα με το πρωτόκολλο, θα είμαι θερμός και ειλικρινής φίλος σας. Από τη στιγμή όμως που θα ενεργήσετε αντίθετα προς αυτό, τότε θα γίνω ο σκληρότερος εχθρός σας…». Τάδε έφη Κόδρινγκτον προς Ιωάννη Καποδίστρια. Με περίσσια μάλιστα θράσους…
Κοντεύουμε να κλείσουμε από τότε δύο αιώνες. Άραγε έχουμε μετρήσει πόσες φορές ως τώρα έχουν ταπεινώσει πρωθυπουργούς, βασιλείς ή και προέδρους της Ελλάδας ξένοι πρεσβευτές, ναύαρχοι ή στρατηγοί; Κι αυτούς τους μισέλληνες η γαλανή μας πατρίς τους τιμά εσαεί δίνοντας το όνομά τους σε δρόμους, σε πλατείες και σε ιδρύματα.
Αιωνία Ελλάς το Μεγαλείο σου!
Για την Ομάδα Ιστορικής Έρευνας «Δημήτρης Αγραφιώτης»
Οδυσσέας Β. Τσιντζιράκος