προσφέρουν, από τις οποίες εξαρτάται απόλυτα η επιβίωση του ανθρώπου. Μια ιδιαίτερη αναφορά στον ρόλο του στη γεωργική παραγωγή και την κλιματική αλλαγή λόγω της επικαιρότητας των συνεπειών της οποίας βιώνουμε τακτικά, θεωρείται ιδιαίτερα επιβεβλημένη.
Το έδαφος, όντας ο συνδετικός κρίκος μεταξύ λιθόσφαιρας, βιόσφαιρας, υδρόσφαιρας και ατμόσφαιρας ρυθμίζει την πλειοψηφία των διαδικασιών των οικοσυστημάτων και είναι η κατοικία πολύ μεγάλου μέρους της βιοποικιλότητας της γης παρέχοντας ταυτόχρονα την υποδομή πολυάριθμων δραστηριοτήτων του ανθρώπου. Είναι η πηγή των πρώτων υλών, η αποθήκη διοξειδίου άνθρακα, η βάση για το πλείστο των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, η πηγή της βιοποικιλότητας, το μέσο ανάπτυξης των φυτών και της παραγωγής βιομάζας, η αποθήκη των θρεπτικών στοιχείων και του νερού, το φίλτρο καθαρισμού του νερού και το μέσο που διαφύλαξε την αρχαιολογική κληρονομιά του ανθρώπου. Μέσα από αυτές τις λειτουργίες το έδαφος υποστηρίζει καθοριστικά τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων μέσω των οποίων ο άνθρωπος αποκτά τα τρόφιμα, τις ίνες για την ένδυσή του, το ξύλο, τις πρώτες ύλες για την πρωτογενή παραγωγή. Το έδαφος παίζει πρωτεύοντα ρόλο στη ρύθμιση των θρεπτικών στοιχείων, των πλημμυρών, των εντομολογικών και άλλων ασθενειών των φυτών, την ανακύκλωση των αποβλήτων. Ιδιαίτερα για τον ρόλο του εδάφους στη γεωργική παραγωγή και στην κλιματική αλλαγή, που μετά την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού, θα αποτελούν την κύρια απειλή για την ανθρωπότητα, ο ρόλος του κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός, όπως φαίνεται από τα παρακάτω:
Η κλιματική αλλαγή καταγράφεται μέσω της αύξησης των αερίων του θερμοκηπίου, η οποία οδηγεί σε αύξηση της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας και υπερθέρμανση του πλανήτη, με κύρια συνέπεια τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούν τεράστιες καταστροφές και απώλειες ανθρώπινων ζωών. Μία από τις βασικές αιτίες που προκαλούν τις μεταβολές στα κλιματικά αυτά χαρακτηριστικά είναι η κακή διαχείριση και χρήση της γης, το βασικότερο στοιχείο της οποίας είναι το έδαφος. Τα εδάφη περιέχουν τεράστιες ποσότητες άνθρακα (C) (περίπου 1500 Pg C-δισεκατομμύρια τόνους) που είναι διπλάσιες από εκείνη που περιέχεται στην ατμόσφαιρα και τριπλάσιες από την αντίστοιχη περιεχόμενη στη βλάστηση της γης. Λόγω της μη ορθολογικής καλλιέργειας, τα οικοσυστήματα έχουν χάσει ποσότητες C που εκτιμώνται σε 40-90 Pg C, με ένα μεγάλο μέρος αυτού να έχει μεταφερθεί στην ατμόσφαιρα. Η αποθηκευτική ικανότητα των εδαφών σε C εκτιμάται σε 2.3 Pg, όταν η συνολικά εκπεμπόμενη ποσότητα C στην ατμόσφαιρα από κατανάλωση ορυκτών καυσίμων και τις αλλαγές χρήσεις γης ανέρχεται σε 6.3 Pg C. Οι μεγάλες αυτές ποσότητες C που έχουν απελευθερωθεί από τα εδάφη μπορούν να επαναδεσμευθούν και να ενισχυθεί σημαντικά η αποθηκευτική ικανότητα σε C των εδαφών μέσω υιοθέτησης καλών πρακτικών διαχείρισης, όπως καλύτερη διαχείριση θρεπτικών στοιχείων με ορθολογική λίπανση, αμειψισπορές, καλλιέργεια συντήρησης, διαχείριση φυτικών υπολειμμάτων και οργανικών υποπροϊόντων, κατάλληλη αλλαγή χρήσης γης, αγροδασοπονία, ορθή διαχείριση βοσκοτόπων, χρησιμοποίηση ψυχανθών κ.λπ. Τι γίνεται όμως διεθνώς και στη χώρα μας; Ικανός αριθμός μελετών τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας δείχνουν ότι η διαχείριση των εδαφών έχει οδηγήσει στην υποβάθμισή τους σε μη αντιστρέψιμο βαθμό, δηλαδή έχουν σχεδόν ερημοποιηθεί. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι 30% περίπου της έκτασής της που εκτείνεται στη νησιώτικη και ηπειρωτική χώρα (συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλίας με το ίδιο ποσοστό) έχει ήδη ερημοποιηθεί. Συμπερασματικά, ο ρόλος και οι υπηρεσίες που προσφέρουν τα εδάφη στον άνθρωπο και το περιβάλλον μέσω της κλιματικής αλλαγής είναι πολύ σημαντικός και η ορθή διαχείρισή και προστασία τους αποτελεί μία απόλυτη αναγκαιότητα.
*Από τον Χρίστο Τσαντήλα
* Ο Χρίστος Τσαντήλας είναι γεωπόνος, Δρ. Εδαφολογίας, πρ. τακτικός ερευνητής και διευθυντής του Ινστιτούτου Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ