Θεριστής και Αλωνάρης

Δημοσίευση: 15 Ιουλ 2014 2:24 | Τελευταία ενημέρωση: 04 Σεπ 2015 15:44
Από τον Δημήτρη Τσικούρα
Στα ορεινά θεσσαλοχώρια παλιότερα, θεριστής και αλωνάρης μήνας του χρόνου ήταν ο Ιούλης. Τότε που οι καλλιέργειες γίνονταν χειρονακτικά και με τα ζώα, και δεν έμεινε σπιθαμή γης, που μπορούσε να σπαρθεί, άσπαρτη, στα παραολύμπια και στα παρακισάβια ορεινά χωριά, άλλα και γενικότερα στα χωριά της περιοχής των Αγράφων, κ.λ.π. Δώσανε λοιπόν, οι ορεσίβιοι κάτοικοι της χώρας μας, τα ονόματα αυτά, σ’ αυτό το μήνα, διότι αυτό το μήνα γινότανε ο θερισμός και ο αλωνισμός των σπαρτών, των σιτηρών, των κριθαριών και πολλών άλλων δημητριακών προϊόντων. Όπως και σήμερα φυσικά δεν άλλαξε ο χάρτης, η ίδια η παράδοση υπάρχει, εκεί όπου τα μηχανοκίνητα δεν μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Σπάνια όμως συναντούμε πλέον στη χώρα μας, το φαινόμενο του παραδοσιακού θερισμού και αλωνισμού, αφού η αστυφιλία απορρόφησε την ύπαιθρο, αδειάσανε τα χωριά και εγκαταλείφθηκε η ορεινή αγροτική Ελλάδα. Άρα και η ασύμφορη πλέον καλλιέργεια της γης με τον παραδοσιακό τρόπο.
Οι εμπειρίες της εποχής εκείνης, για μας τα παιδιά, ήταν φανταστικές. Κάτω από δύσκολες βέβαια, τις περισσότερες φορές συνθήκες, άλλα πρωτόγνωρες και ανεπανάληπτες, για τις δραστηριότητες του θερισμού και του αλωνισμού στον τόπο μας, στα σιαπανίσια χωράφια (τα χωράφια που ήταν πάνω από τον κάμπο και το χωριό) με τα γεννήματα των σιτηρών μας. Όλη η οικογένεια, από τον μικρότερο, το γεννητσιάρικο, μέχρι και τον πιο γέροντα και γερόντισσα του σπιτιού, όλοι ρίχνονταν στη «μάχη» για τη σοδιά της χρονιάς και την εξασφάλιση του ψωμιού του σπιτιού. Δύο μήνες του χρόνου είχανε την μεγαλύτερη κινητικότητα και τις περισσότερες αγροτικές δραστηριότητες στο σπίτι μας, ο θεριστής και αλωνάρης, ο Ιούλης μήνας δηλαδή, και ο τρυγητής, όπως λέμε τον Αύγουστο και σήμερα.
Αυτός ο μήνας λοιπόν του θερισμού και του αλωνισμού έμεινε ανεξίτηλα χαραγμένος στη μνήμη μου και τον κουβαλάω δεκαετίες τώρα, και θα τον κουβαλάω σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου, όπως και τη στρατιωτική μου θητεία, που είναι για κάθε άντρα, άσβεστες μνήμες και εμπειρίες μοναδικές της ζωής του.
Στο έμπα του λοιπόν, αυτός ο μήνας, έβαζε σε μεγάλο οργασμό, όλα τα νοικοκυριά της γενέτειράς μου. Κάθε σπίτι έκανε το κουμάντο του και τον προγραμματισμό του για τις μεγάλες θεριστικές και αλωνιστικές «μάχες». Έλεγε ο πατέρας μου: «ο θέρος είναι πόλεμος κι ο αλωνισμός μπερκέτια», πραγματικά έτσι ήτανε τα πράγματα. Τα λελέκια (ειδικά δρεπανοειδή κοφτερά εργαλεία, χωρίς δόντια, που τα βλέπουμε σήμερα σε κάποια συλλεκτικά παραδοσιακά μουσεία να θυμίζουν της εποχή εκείνη), στρέμματα γης «κουρεύανε», με τις παλαμαριές και τα ακόνια για τρόχισμα των λελεκιών, στην ημερήσια διάταξη, σαν όπλα των μαχών του θερισμού. Θυμάμαι, το χάραμα της κάθε μέρας, μας έβρισκε στον «Ίσβορο», σε μια περιοχή με πολλές αναβλύζουσες πηγές, όπου ήταν και τα σταροχώραφα μας. Με το «σκάσιμο» της κροκάτης γάζας της αυγής, ο καθένας όπου ετάχθει, στο πόστο του, για την εργασία της ημέρας. Ο εξάχρονος, τότε, και τρίτος κατά σειρά αδερφός μου, μαζί με την τετράχρονη αδερφή μου, κάτω από τον αιωνόβιο έλατο, όπου στήνονταν και ο πρόχειρος προσωρινός καταυλισμός της οικογένειας. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου, ο δεύτερος κατά σειρά αδερφός, κι εγώ, σε θέσεις θεριστικής μάχης. Ξεκινώντας από την πατωσιά του χωραφιού, με την ανατολή του ήλιου, οι παλαμαριές και τα λελέκια βγάζανε «φωτιές» από τους τρεις, τους γονείς κι εμένα, που δεν ξεπερνούσα τα δώδεκα χρόνια της ζωής μου τότε, ενώ ο κατά τρία χρόνια μικρότερος αδερφός μου, μάζευε ξοπίσω μας τα χερόβολα και τα έβαζε πάνω στα δέματα από βούρλα, για το δέσιμο των δεματιών. Ο εξάχρονος αδερφός μου, εκτός από την υπηρεσία της φύλαξης της αδερφής, είχε και την αποστολή της «υδροδότησης» της ομάδας, της οικογένειας. Έτσι, όταν τέλειωνε ή ζεσταίνονταν το νερό που κουβαλούσαμε μαζί μας για πιόμα στα φτσιέλια ( μικρά ξύλινα υδροδοχεία, από ξύλο πεύκου ή έλατου κατασκευασμένα), πήγαινε και τα γέμιζε στην κοντινότερη πηγή, για να σβήσουμε την κάψα του καλοκαιριού και να ξεδιψάσουμε. Το μεσημέρι για το λιτό και φτωχικό μας γεύμα, που η ώρα καθορίζονταν από τον ίσκιο του έλατου, όλοι μαζί γύρω από το απλωμένο μεσάλι (πετσέτα) για λίγες μπουκιές σταρένιο ψωμί, λίγο γαλοτύρι από το κλειδοπίνακο ή το κατσιούρι (δερμάτινο κατασκεύασμα) με απαραίτητο το σκορδόξιδο για ν’ ανοίξει η κλεψύδρα μας και η όρεξη. Μετά το ολιγόλεπτο γεύμα, μικρή ημίωρη ανάπαυλα και ξανά εξόρμηση στη μάχη του θερισμού ως το σούρουπο. Το βράδυ επιστροφή στο χωριό για τη διανυχτέρευση στο σπίτι μας και την άλλη μέρα πάλι το ίδιο πρόγραμμα. Αυτό γινότανε μέχρι να τελειώσει ο θερισμός στο σταροχώραφο αυτής της ντάμκας (περιοχής) για να πάμε στη συνέχεια σε άλλο χωράφι. Έτσι ολοκληρώνονταν ο θέρος και γινότανε η μεταφορά των δεματιών στο πετράλωνο, να στήσουμε τις θημωνιές ως την ημέρα του αλωνισμού.
Ο αλωνισμός(!) Αχ! η πανηγυριώτικη αυτή εκδήλωση του αλωνισμού, ήταν το κάτι άλλο. Ω! τι μέρες αλησμόνητες, νυχτέρια ονειρεμένα, μ’ αυτές τις αστερώισες βραδιές του αλωνάρη, τις τόσο διαυγέστατες, τις φεγγαρολουσάτες, για όλους μας, μα προπαντός για μας τα λιανοπαίδια, έσφυζε η πλάση γύρω μας από φωνές, σινιάλα, τις συναυλίες των πουλιών, των τζιτζικιών, κι ανθρώπων. Κι απόβραδα, κι ολονύχτια των τριζονιών τα σμάρια, κι αναθαρρούσε όλη η γης, απ’ όλο μας το τσούρμο. Μικροί μεγάλοι χαιρόμασταν , αυτή την παραζάλη, τ’ αλωνισμού τις θαυμαστές, μοναδικές του χάρες.
Από βραδύς λοιπόν η σύναξη στο πέτρινο τ’αλώνι, ν’ ανοίξουμε τις θημωνιές, να στρώσουμε τα δεμάτια, με τέχνη περισπούδαστη και γνώση του πατέρα. Και με το γλυκοχάραμα να ζέψουμε τα ζώα, γερά να τ’ αρματώσουμε, με όλα τα «τσαπράζια», ζυγούς, παλάντζες, λαιμαριές κι αυτές τις αλυσίδες και πίσω ανασυρόμενη η ξύλινη αντοκάνη, με κοφτερές ασπρόπετρες, το σάλωμα να κόβουν και να το κάνουν άχερο, το στάρι να χωρίζουν, από το στάχυ τ’ ώριμο, το χρυσοπλουμισμένο. Στην αντοκάνη ο άρχοντας, ωραίος καβαλάρης, καμάρωνε, ονειρεύονταν της φαμιλιάς τα έργα, Στο να του χέρι η τιμή… και στ’ άλλο η αξία… το καμουτσίκι στο δεξί και στο ζερβή τα ινία.
Όλοι εμείς, με μια καρδιά και με χαρά μεγάλη, σε τούτη την παράσταση, τ’ αλωνισμού την τρέλα, δε νιώθαμε την κούραση, που έφτανε ως τα μπούνια, χαιρόμαστε το «θέατρο», που ζούσαμε, υπηρετούσαμε, με περηφάνια ζηλευτή, με αρχοντιά μεγάλη. Κι είμαστε όλοι διαλεχτοί, πρωτοπανηγυριώτες, μικροί, μεγάλοι είχαμε, καθένας του να πάρει, μερίδιο ανάλογο, γιαυτή την προσφορά του, τα κόπια, τον ιδρώτα του, την αμοιβή του αφέντη…
Και να κλείσω κάπου εδώ, λέγοντας, πως, για να ολοκληρωθεί ένας συγκεκριμένος αλωνισμός, μπορούσε να πάει κι ένα μερόνυχτο. Ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες, που παίζανε σημαντικό ρόλο και πολλούς άλλους παράγοντες, που ο χώρος της εφημερίδας είναι περιορισμένος και δεν μας επιτρέπει να τους αναπτύξουμε, σ’ αυτή μας τη σελίδα.
 
Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Προηγούμενο Επόμενο »

Συνδρομητική Υπηρεσία

διαβάστε την ελευθερία online

Ηλεκτρονικό Αρχείο Εφημερίδας


Σύνδεση Εγγραφή

Πρωτοσέλιδο εφημερίδας

Δείτε όλα τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας

Ψιθυριστά

Ο καιρός στη Λάρισα

Διαφημίσεις

SYNERGEIO
ΛΙΟΠΡΑΣΙΤΗΣ

Η "Ελευθερία", ήταν από τις πρώτες εφημερίδες που σηματοδότησε την παρουσία της στο Internet, μ' ένα ολοκληρωμένο site.

Facebook Twitter Youtube

 

Θεσσαλικές Επιλογές

 sel ejofyllo karfitsa 1

Γενικές Πληροφορίες

Η Εφημερίδα

Ταυτότητα

Όροι Χρήσης

Προσωπικά Δεδομένα

Επικοινωνία

 

Η σελίδα είναι πλήρως συμμορφωμένη με τη σύσταση (ΕΕ) 2018/334 της επιτροπής της 1ης Μαρτίου 2018 , σχετικά με τα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του παράνομου περιεχομένου στο διαδίκτυο (L63).

 

Visa Mastercard  Maestro  MasterPass