Κοινότητα Άνθρακος και Χάλυβος) με τη συμμετοχή της Γαλλίας, Γερμανίας, Ιταλίας, Ολλανδίας, του Βελγίου και Λουξεμβούργου. Οι ίδιες έξι χώρες ίδρυσαν την ΕΟΚ την 1η.1.1958. Η Αγγλία, για αντιπερισπασμό, ίδρυσε την ΕΖΕΣ (Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελευθέρων Συναλλαγών) που είχε μόνο εμπορικό και όχι πολιτικό χαρακτήρα, τον οποίο ανέκαθεν εκείνη απεχθάνετο. Στην ΕΖΕΣ συμμετείχαν άλλες έξι ευρωπαϊκές χώρες.
Υπήρξε τότε στις χώρες που δε μετείχαν στις δύο αυτές ενώσεις δίλημμα επιλογής: ΕΟΚ ή ΕΖΕΣ. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επέδειξε αξιοσημείωτη διορατικότητα αφού, χωρίς δισταγμό και έγκαιρα (το 1958 δηλαδή την ίδια χρονιά που ιδρύθηκε) επέλεξε την ΕΟΚ η οποία απέβλεπε στην πολιτική ένωση της Ευρώπης. Ήταν μία αποφασιστική ψήφος εμπιστοσύνης προς την ένωση που ξεκινούσε. Δικαιώθηκε γρήγορα εφόσον οι χώρες που είχαν επιλέξει την ΕΖΕΣ την εγκατέλειψαν η μία μετά την άλλη για να ζητήσουν καταφύγιο στην ΕΟΚ. Η Ελλάδα επέλεξε τη συμφωνία σύνδεσης που είναι η ισχυρότερη συμφωνία ΕΟΚ – τρίτες χώρες και αποβλέπει στην πλήρη ένταξη σε τελικό στάδιο. Ήταν πολύ νωρίς τότε για να ζητήσει την απευθείας ένταξη.
Η Τουρκία, διακατεχόμενη από τον φόβο μήπως η Ελλάδα αποκτήσει ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντί της, έσπευσε να υποβάλει και εκείνη αίτηση σύνδεσης, δύο μήνες μετά την Ελλάδα. Οι ελληνικές διαπραγματεύσεις για την εφαρμογή της Συμφωνίας Σύνδεσης διακόπηκαν το 1967 λόγω της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών. Μετά την πτώση της δικτατορίας, η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή, αντί να συνεχίσει τις διακοπείσες διαπραγματεύσεις σύνδεσης, προτίμησε να υποβάλει απευθείας αίτηση ένταξης το 1975. Σύμφωνα με τη Συνθήκη της Ρώμης, η COMMISSION όφειλε να παρουσιάσει στο Συμβούλιο Υπουργών έκθεση επί των επιπτώσεων της ελληνικής ένταξης στην ΕΟΚ. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην έκθεση αυτήν της COMMISSION έγινε αναφορά στον κίνδυνο, η ένταξη της Ελλάδας να διαταράξει τις σχέσεις ισορροπίας μεταξύ ΕΟΚ αφενός και Ελλάδας – Τουρκίας αφετέρου. Η ισορροπία αυτή είχε εξασφαλιστεί με συμφωνία σύνδεσης και με τις δύο χώρες. Πρότεινε δε, τη λήψη μέτρων ώστε να μη διαταραχθούν τα δικαιώματα της Τουρκίας ως συνδεδεμένης χώρας. Η εν λόγω αναφορά μάς είχε εξοργίσει, τοσούτον μάλλον καθόσον μόλις τρία χρόνια πριν η Τουρκία είχε εισβάλει παράνομα στην Κύπρο και κατείχε το βόρειο τμήμα της, οι δε σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας ήταν ιδιαίτερα τεταμένες. Από τότε μου δημιουργήθηκε η υποψία ότι στη Γενική Διεύθυνση Εξωτερικών Υποθέσεων, η οποία ήταν υπεύθυνη για τη σύνταξη της έκθεσης, υπήρχε φιλοτουρκικό λόμπυ.
Η αντίδραση του Κωνσταντίνου Καραμανλή υπήρξε αστραπιαία και έπεισε αμέσως τις χώρες μέλη να μη λάβουν καθόλου υπόψη την αναφορά αυτή της έκθεσης της COMMISSION. Έτσι άρχισαν οι διαπραγματεύσεις για να καταλήξουν στην υπογραφή της πράξης προσχώρησης τον Μάιο του 1979. Διήρκησαν δηλαδή λιγότερο από τρία χρόνια, χρόνος ρεκόρ αν ληφθεί υπόψη ότι οι αντίστοιχες διαπραγματεύσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας διήρκησαν έξι χρόνια. Η επιτάχυνση την οποία επιδιώξαμε και πετύχαμε έγινε για να αποφύγουμε την ομαδοποίηση των δικών μας διαπραγματεύσεων με εκείνες των δύο Ιβηρικών χωρών. Το αποτέλεσμα ήταν ότι, εκτός από τη συντόμευση, πετύχαμε όρους πολύ ευνοϊκότερους από τις δύο χώρες. Η σημαντικότερη διαπραγματευτική μας επιτυχία ήταν ότι στην Ελλάδα δεν επιβλήθηκε πενταετής προενταξιακή περίοδος για την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής που επιβλήθηκε στις δύο Ιβηρικές χώρες με σημαντικότατες οικονομικές συνέπειες εις βάρος τους. Εμείς, με επιδέξιους χειρισμούς την αποφύγαμε. Επιπλέον, η Ελλάδα, χάρη στην έγκαιρη έναρξη συμμετείχε στα οφέλη από την εφαρμογή των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων (ΜΟΠ). Συμμετείχε επίσης επ’ ωφελεία της στη διαπραγμάτευση για τη βελτίωση της στήριξης των μεσογειακών γεωργικών προϊόντων. Η Ισπανία και η Πορτογαλία δεν είχαν καμία συμμετοχή.
Από 1.1.1981 η Ελλάδα έγινε το δέκατο μέλος της ΕΟΚ. Τον ίδιο χρόνο, στις βουλευτικές εκλογές, κέρδισε το ΠΑΣΟΚ και είχαμε την επέλαση των αλήστου μνήμης κλαδικών του οργανώσεων. Την Πρωτοχρονιά του 1982, ο Υπουργός Αγαμέμνων Κουτσόγιωργας ανήγγειλε ότι, με νόμο, καταργούνται οι θέσεις των Γενικών Διευθυντών. Με στόμφο, ανάμεικτο με φανερή κακία, ανήγγειλε: Η ΝΔ συνταξιοδοτήθηκε, ας συνταξιοδοτηθούν τώρα και οι εκλεκτοί της. Εξοργίστηκα περισσότερο επειδή δεν είχα νιώσει ποτέ εκλεκτός της ΝΔ, ούτε κανενός άλλου κόμματος. Βρέθηκα λοιπόν συνταξιούχος στα πενήντα μου, αλλά όχι για πολύ. Τον ίδιο χρόνο προκηρύχθηκαν διαγωνισμοί της ΕΟΚ για πρόσληψη υψηλόβαθμων στελεχών. Δήλωσα συμμετοχή σε τρεις και πέτυχα πρώτη θέση και στους τρεις, δύο στον τομέα της Γεωργίας και ένα στον τομέα της Ανάπτυξης. Δεν είχα λοιπόν παρά να επιλέξω μία από τις τρεις θέσεις. Άλλη γνώμη όμως είχε ο Γρηγόρης Βάρφης, υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για τις σχέσεις με την ΕΟΚ, για την ακρίβεια οι κλαδικές του ΠΑΣΟΚ που ήταν πίσω του. Επί δύο μήνες, ο Γρηγόρης Βάρφης κατέβαλε φιλότιμες προσπάθειες να πείσει την COMMISSION να μη με προσλάβει και να προσλάβει στη θέση μου κάποιον εκλεκτό των κλαδικών. Δεν τα κατάφερε και τελικά βρέθηκα στην COMMISSION στις Βρυξέλλες αρχές Δεκεμβρίου του 1982. Πριν αναλάβω τα νέα μου καθήκοντα, επισκέφτηκα τον Βάρφη στο γραφείο του στην Αθήνα. Του δήλωσα ότι είμαι πρόθυμος να βοηθήσω την Ελλάδα από τη νέα μου θέση. Μα, μου λέει, εγώ σας πολέμησα. Δεν έχει σημασία του απάντησα, την Ελλάδα θέλω να βοηθήσω. Και χωρίσαμε φίλοι. Λίγα χρόνια αργότερα συνάντησα τυχαία τον Αγαμέμνωνα Κουτσόγιωργα και έσπευσα να του εκφράσω τις ευχαριστίες μου. Γιατί, με ρώτησε απορημένος. Επειδή με απολύσατε και χάρη σ’ αυτή την πράξη σας δημιούργησα μία νέα πολύ ενδιαφέρουσα καριέρα. Γέμισε ένα ποτήρι ο Αγαμέμνων, μου το προσέφερε και τσουγκρίσαμε σαν παλιοί φίλοι.
Η συμφωνία σύνδεσης ΕΟΚ – Τουρκίας σταμάτησε να λειτουργεί για πολλά χρόνια λόγω της δικτατορίας ΕΒΡΕΝ. Στη δεκαετία του 1980, έπεσε η δικτατορία και η συμφωνία ξανάρχισε να λειτουργεί κυρίως με την προώθηση της τελωνειακής ένωσης και με την εφαρμογή των διακοπέντων χρηματοδοτικών πρωτοκόλλων. Η Ελλάδα τότε κάθε άλλο παρά φιλική ήταν προς την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Ο Θόδωρος Πάγκαλος ως υπουργός της Κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου μπλοκάριζε συχνά την τελωνειακή ένωση και τα χρηματοδοτικά πρωτόκολλα υπέρ της Τουρκίας, απαιτώντας ανταλλάγματα υπέρ της Ελλάδας. Χαρακτηριστικό το ακόλουθο επεισόδιο το οποίο παρακολούθησα ως αυτόπτης και αυτήκοους μάρτυρας. Συνεζητήτο ένα πολύ σημαντικό χρηματοδοτικό πρωτόκολλο υπέρ της Τουρκίας και ο Θεόδωρος το είχε μπλοκάρει απαιτώντας συγκεκριμένο αντάλλαγμα υπέρ της Ελλάδας. Πρόεδρος του Συμβουλίου ο υπουργός Εξωτερικών της Αγγλίας σερ Ντέιβιντ Όουεν, ένας ικανότατος πολιτικός. Κάποια στιγμή, ο Όουεν είχε αναπτύξει μία έξυπνη επιχειρηματολογία υπέρ της Τουρκίας, ενώ ο Θεόδωρος είχε ανοίξει μία εφημερίδα και φαινόταν απορροφημένος στην ανάγνωσή της. Εξοργίστηκα, αλλά γρήγορα ηρέμησα παρατηρώντας τον αείμνηστο Κρανιδιώτη που ήταν δίπλα του αμέριμνο και υπομειδιώντα. Κατάλαβα ότι κάτι προετοίμαζε ο Θεόδωρος πίσω από την εφημερίδα. Πράγματι, μόλις τελείωσε ο Άγγλος, ο Θεόδωρος κατέβασε την εφημερίδα και τον κατακεραύνωσε καταρρίπτοντας όλα τα επιχειρήματά του. Ένιωσα εθνική υπερηφάνεια και ταυτόχρονα ήρθε στο μυαλό μου κάποια αρχαία έκφραση: «Εσθλός ών άλλου κρείττονος αντέτυχεν». Αναφέρεται στον Σκιπίωνα τον Αφρικανό ο οποίος κατανίκησε τον ικανότατο Στρατηγό Αννίβα. Ικανός ο σερ Ντέιβιντ Όουεν, βρήκε μπροστά τον ικανότερο Θεόδωρο Πάγκαλο. Η Τουρκία, ακολουθώντας κατά πόδας την Ελλάδα, δεν άργησε να υποβάλει αίτηση άμεσης ένταξης αντί της διαδικασίας μέσω της συμφωνίας σύνδεσης. Ο γράφων ορίστηκε μέλος της επιτροπής η οποία όφειλε να γνωμοδοτήσει επί των επιπτώσεων της ένταξης της Τουρκίας στην τότε ΕΟΚ. Ευθύνη μου ήταν η σύνταξη του σημαντικού κεφαλαίου «Γεωργία». Είχε εκφραστεί από μερικούς η επιφύλαξη κατά πόσο θα ήμουν αμερόληπτος, δεδομένης της έντασης που υπήρχε, τότε, μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας (βέτο της Ελλάδας για χρηματοδότηση της Τουρκίας κ.λπ.). Προς αποφυγή μίας τέτοιας κριτικής, στήριξα την έκθεσή μου, σχεδόν αποκλειστικά, σε μελέτες που είχαν εκπονήσει σε ανύποπτο χρόνο Τούρκοι καθηγητές και εμπειρογνώμονες σε διεθνείς οργανισμούς. Τα δεδομένα των μελετών αυτών συμπληρώθηκαν με τα ευρήματα από μία επιτόπου επίσκεψή μου ως επικεφαλής ομάδας επιστημόνων διαφόρων ειδικοτήτων, στελεχών της COMMISSION. Από τις ανωτέρω μελέτες και από την επιτόπου επίσκεψη προέκυψαν σοβαρές επιπτώσεις που θα είχε η ένταξη της Τουρκίας τόσο στην επιβάρυνση του κοινοτικού προϋπολογισμού όσο και στον ανταγωνισμό της τουρκικής γεωργικής παραγωγής στα μεσογειακά γεωργικά προϊόντα της Γαλλίας, Ιταλίας, Ισπανίας και Ελλάδας. Οι επιπτώσεις αυτές αποτέλεσαν τότε αποφασιστικά κριτήρια για την αρνητική «Γνώμη» της COMMISSION. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μου είχαν γίνει διακριτικές υποδείξεις για αλλαγές στην έκθεσή μου ώστε να μη φανούν τόσο βαριές οι επιπτώσεις από την ένταξη της Τουρκίας. Αρνήθηκα οποιαδήποτε αλλαγή. Αυτό μου θύμισε τις υποψίες περί φιλοτουρκικού λόμπυ που μου είχαν δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια των δικών μας ενταξιακών διαπραγματεύσεων, όπως έχω ήδη αναφέρει. Τελικά, η αίτηση της Τουρκίας απορρίφθηκε τότε από το Συμβούλιο Υπουργών.
Όμως, το 1999 η Ελλάδα άλλαξε ριζικά πολιτική και άρχισε να στηρίζει ένθερμα την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Η σημαντική αυτή αλλαγή έγινε επί πρωθυπουργίας Κώστα Σημίτη. Συνεχίστηκε κατόπιν από τις επόμενες κυβερνήσεις Κώστα Καραμανλή για να καταλήξει στον καθορισμό ημερομηνίας έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας την 3η.10.2005 με τη συναίνεση της Ελλάδας χωρίς το ουσιαστικό αντάλλαγμα της άρσης του casus belli εκ μέρους της Τουρκίας. Οι πρόσφατες, οι αναμενόμενες εξελίξεις και η ιστορία θα κρίνουν αν η αλλαγή πολιτικής το 1999, καθώς και η συναίνεση της Ελλάδας για την έναρξη διαπραγματεύσεων ένταξης της Τουρκίας χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα έγιναν προς τη σωστή κατεύθυνση.
Από τον Άγγελο Ζαχαρόπουλο, επίτιμο διευθυντή Ευρωπαϊκής Επιτροπής