(Πράπας, Ν. (1971, Φεβρουάριος). Κοινοποίηση εγκυκλίου για τον Εορτασμό 150ετηρίδος 1821. Αρχείο Δημοτικού Σχολείου Ραψάνης (ΕΚΠ. 135). Γενικά Αρχεία του Κράτους-Τμήμα ΓΑΚ Λάρισας).
Δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί πως η εγκύκλιος που έφερε ως αποστολέα το «Γραφείον εορτασμού 150ετηρίδος» του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων της Χούντας των Συνταγματαρχών και το οποίο υπέγραψε, εντολή Υπουργού, ο Γενικός Διευθυντής Γενικής Εκπαιδεύσεως Κωνσταντίνος Κούρνιας, αποτελεί έναν πρώτης τάξεως «οδοδείκτη» για το πώς δεν θα πρέπει να προσεγγίσει η Επιτροπή «Ελλάδα 2021» το ορόσημο της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης στις σχολικές μονάδες.
Όπως θα διαφανεί από τα διαλαμβανόμενα στο έγγραφο, το τότε Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων έμενε προσκολλημένο στην «επιφάνεια» των πραγμάτων και στη δημιουργία εντυπώσεων, καθώς αντιμετώπιζε τον εορτασμό ως μοναδική ευκαιρία δικής του προβολής και φανφαρονισμού.
Ιδού... για του λόγου το αληθές: η διακόσμηση των γραφείων, των αιθουσών αλλά και του προαυλείου χώρου κάθε σχολικής μονάδας έπρεπε, σύμφωνα με τη διαταγή του Υπουργείου, να είναι «πλουσία και επιμελημένη». Για τον σκοπό αυτόν, το Υπουργείο επέβαλε να επιλεγούν σπουδαστές και μαθητές με καλλιτεχνικές ικανότητες «ώστε η διακόσμησις να είναι καλαίσθητος και επιτυχής».
Ρήσεις αγωνιστών του 1821 και διδασκάλων του γένους τις περισσότερες από αυτές απέστειλε το Υπουργείο, αλλά άφηνε και περιθώριο επιλογής στα σχολεία, έπρεπε να αναγραφούν σε καλλιτεχνικές ταινίες και να επικολληθούν στις σχολικές αίθουσες και σε άλλα περίοπτα μέρη των σχολείων. Ομοίως και προσωπογραφίες ηρώων της Επανάστασης...
Ιδιαίτερη έμφαση έδινε το καθεστώς στην προβολή μετ’ επιτάσεως του «Έπους του Σουλίου», η οποία θα γινόταν με τον συνήθη, «παραδοσιακό» για τους δικτάτορες, τρόπο: ομιλίες παρουσία γονέων και κηδεμόνων, θεατρικές παραστάσεις έργων εμπνευσμένων από τους αγώνες Σουλιωτών και Σουλιωτισσών, αξιοποίηση συναφών προς το γεγονός κειμένων της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, οργάνωση χειροτεχνικών καλλιτεχνικών εκθέσεων, δημοσίευση στον τοπικό Τύπο μαθητικών εργασιών, διοργάνωση εκπαιδευτικών εκδρομών για τους μεγαλύτερους μαθητές.
Στις τελευταίες γραμμές της διαταγής του Υπουργείου της Χούντας διατυπώνεται με σαφήνεια η σκοπιμότητα των προγραμματισμένων επετειακών εκδηλώσεων: δηλαδή, «ο φρονηματισμός της μαθητιώσης (sic) και σπουδαζούσης νεολαίας διά της βιώσεως του θρυλικού Έπους και η δημιουργία ατμοσφαίρας εθνικής ανατάσεως μεταξύ του λαού της χώρας».
Με άλλα λόγια, οι Συνταγματάρχες επιδίωκαν μέσω του εορτασμού της επετείου, να διαμορφώσουν μία «ωραία ατμόσφαιρα», να «λειάνουν» δηλαδή, όσο τους το επέτρεπε η περίσταση, την ωμή βία, τις διώξεις, την προπαγάνδα και τα άλλα δεινά που επιφύλαξαν στην πλειονότητα του ελληνικού λαού. Τι θα αποκόμιζαν όμως οι μαθητές από τις προγραμματιζόμενες «επετειακές εκδηλώσεις»; Προφανώς, τη σχεδόν καταναγκαστική συμμετοχή πολλών από αυτούς σε μια «δημώδη πανήγυρη»-επιτελεστική πράξη, χωρίς να αντιληφθούν και κατανοήσουν πολλά τόσο για τη σημασία του ίδιου του γεγονότος της Επανάστασης για τη συγκρότηση ελληνικού κράτους όσο και τις διεθνείς προεκτάσεις του.
Στην πραγματικότητα, η επέτειος της συμπλήρωσης διακοσίων χρόνων από την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης είναι μία μοναδική ευκαιρία για τα παιδιά μας να γίνουν μέτοχοι της «εθνικής αλήθειας». Να γνωρίσουν σε βάθος τα γεγονότα, να βιώσουν έντονα και αληθινά συναισθήματα, από την εθνική υπερηφάνεια για την αποτίναξη του πολύχρονου ζυγού έως την ντροπή για την ταπεινωτική διχόνοια και τους εμφυλίους, να συνειδητοποιήσουν το ιστορικό παρελθόν και να οραματιστούν το μέλλον.
Η επέτειος αυτή είναι ανάγκη να αποτελέσει μάθημα εθνικής αυτογνωσίας για τους μαθητές και να τιμηθεί από τους ιθύνοντες με τη σεμνότητα που της αρμόζει.
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.