του 17ου και 18ου αιώνα στην Ευρώπη και στην Αμερική θεμελίωσαν τη σύγχρονη ιστορία του καπιταλισμού (του οικονομικού συστήματος του «κερδώου Ερμή») και τον επέβαλαν ως τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής. Στο πλαίσιο δε της φιλελεύθερης ιδεολογίας της αστικής τάξης, εμφανίστηκαν οι σημερινές δημοκρατίες δυτικού τύπου ενώ, σταδιακώς, εξοστρακίστηκε από τις ευρωπαϊκές χώρες ο θεοκρατικός φεουδαρχισμός.
Οι υποστηρικτές του καπιταλισμού ισχυρίζονται ότι αυτός, μέσω του ανταγωνισμού, παρέχει καλύτερα προϊόντα, προωθεί τον πλουραλισμό και διαμοιράζει τον πλούτο σε όλους τους παραγωγικούς ανθρώπους οι οποίοι στη συνέχεια επενδύουν σε χρήσιμες υπηρεσίες και επιχειρήσεις με βάση τις απαιτήσεις της αγοράς. Οι επικριτές του, με προεξάρχοντα τον Κάρολο Μαρξ (1818-1883), έναν από τους κορυφαίους πολιτικούς και κοινωνικούς φιλοσόφους των μοντέρνων καιρών, υποστηρίζουν ότι το κεφαλαιοκρατικό σύστημα συγκεντρώνει υπερβολική δύναμη στα χέρια μιας μικρής οικονομικής ελίτ η οποία εκμεταλλεύεται την εργασία της κοινωνικής πλειοψηφίας (ή της εργατικής τάξης) και η οποία δίνει προτεραιότητα στο κέρδος έναντι των κοινωνικών αγαθών, των φυσικών πόρων και του περιβάλλοντος κι ότι ο καπιταλισμός παράγει διαρκώς ανισότητες.
Όλως παραδόξως, ο «Economist», το περιοδικό-προπύργιο του παγκόσμιου φιλελευθερισμού, σε άρθρο του, τον Μάιο του 2017, συμβούλευε τους Άγγλους συντηρητικούς πολιτικούς, όχι να αλλάξουν ιδεολογία αλλά να μελετήσουν τον Μαρξ προκειμένου να αντιληφθούν καλύτερα τον σημερινό κόσμο. Διότι, όσο περνάει ο καιρός, έλεγε ο «Economist», τόσο περισσότερο δικαιώνεται ο Κάρολος σε πολλές από τις προβλέψεις του για τη μετεξέλιξη του καπιταλιστικού συστήματος.
Υπάρχουν, για παράδειγμα τέσσερις παραδοχές της μαρξιστικής οικονομικής ανάλυσης που βλέπουμε να επιβεβαιώνονται αυτούσιες σήμερα: α). Η τάξη των καπιταλιστών συγκροτείται ολοένα και περισσότερο από τους προσοδοθήρες (ραντιέρηδες) και λιγότερο από τους δημιουργούς πλούτου. β). Ο καπιταλισμός γίνεται ολοένα και πιο συγκεντρωτικός καθώς δημιουργούνται εταιρίες-κολοσσοί (π.χ. Google) που εκμεταλλεύονται τη «δεσπόζουσα θέση» τους για τη δημιουργία μονοπωλιακών καταστάσεων. γ). Ο καπιταλισμός, βαθμιαίως, κυριαρχείται από την οικονομία του χρήματος που χαρακτηρίζεται από ανευθυνότητα η οποία οδηγεί σε επαναλαμβανόμενες κρίσεις (π.χ. 2008) και δ). Ο καπιταλισμός οδηγεί αναπόφευκτα στην εξαθλίωση μεγάλα τμήματα του παγκόσμιου πληθυσμού.
Με άλλα λόγια, ο πλούτος συγκεντρώνεται σήμερα στα χέρια μιας ευάριθμης παγκόσμιας ελίτ όπως π.χ. συνέβαινε μέχρι τον 18ο αιώνα στη Γαλλία και αλλού. Εκεί οι ευγενείς και ο κλήρος, δηλαδή το 1% περίπου του πληθυσμού, κατείχαν την εξουσία και το 100% σχεδόν των περιουσιακών στοιχείων, ενώ οι υπόλοιποι θερίζονταν από λιμούς και λοιμούς. Το φαινόμενο επαναλαμβάνεται τώρα και-πέρα από τις προβλέψεις του Μαρξ-επικυρώνεται και από τα ευρήματα του Τομά Πικετί που τεκμηριώνουν απολύτως τη μακροχρόνια τάση προς υπερ-συγκέντρωση κεφαλαίου και προς μεγαλύτερη ανισότητα. Ισχυρίζεται δε πως μόνο δραστικοί εξωγενείς παράγοντες, όπως ήταν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ή η ενσυνείδητη πολιτική παρέμβαση μπορούν να διορθώσουν αυτή την τάση.
Ωστόσο, στην ιστορία του ανθρώπου συμβαίνουν, κάποιες φορές, απροσδόκητες ανατροπές. Αναφερόμαστε, κυρίως, στην, αιφνιδίως, ενσκήψασα και ακόμη παρούσα πανδημία του κορονοϊού που, όπως η οικονομική κρίση του 2008 «κατέκαψε» την περιβόητη «αυτορρύθμιση των αγορών», έτσι και ο Covid-19 αποκάλυψε ότι οι εκπρόσωποι της νεοφιλελεύθερης σχολής δεν έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα οικονομικά και κοινωνικά ζητήματα σε περιόδους κρίσης. Ήτοι, η νεοφιλελεύθερη εκδοχή-η πιο πρόσφατη από τις πολλές-του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, απέτυχε να διασφαλίσει την ισορροπία και την ευημερία την οποία διεκήρυττε. Στην πατρίδα μας, μάλιστα, ακόμη και οι δεδηλωμένοι οπαδοί της «αυτορρύθμισης» αναζήτησαν καταφύγιο στα ευρωπαϊκά προγράμματα και στις κρατικές επιχορηγήσεις. Παρόλα αυτά, όμως, οι αμετανόητοι νεοφιλελεύθεροι, όπου κυβερνούν, με πρόσχημα την πανδημία, θα επιχειρήσουν και πάλι να επιβάλουν την ατζέντα του κοινωνικού κανιβαλισμού.
Οι νέοι, που και εφέτος μπήκαν, σωρηδόν, στα ελληνικά Πανεπιστήμια αλλά και οι αντίστοιχοι νέοι όλου του κόσμου πρόκειται, μάλλον, να ζήσουν σε ένα περιβάλλον με χαρακτηριστικά κοινωνίας Όργουελ όπου –κατά τον Πικετί-θα συσσωρεύεται ο πλούτος στους λίγους και η ...φτώχεια στους πολλούς . Καθώς δε η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας κομίζει δραματικές αλλαγές και οι επεκτεινόμενοι αυτοματισμοί απειλούν τις θέσεις εργασίας για τις οποίες υποτίθεται ότι προετοιμάζονται οφείλουν να αναλάβουν δράση και να μετατραπούν στο ενεργό υποκείμενο της Ιστορίας. Μέσω δε ενός νέου κινήματος διαφωτισμού οφείλουν να βάλουν φρένο στον ακραίο ανταγωνισμό, στην εμπορευματοποίηση των πάντων και στην πλήρη αποξένωση που δημιουργεί η επεκτεινόμενη τηλε-εργασία. Κι όλα αυτά σε έναν πλανήτη που θα είναι «κατοικήσιμος» μόνο για τους έχοντες και κατέχοντες.
Μπορούν, δηλαδή, οι νέοι να αναζητήσουν λύσεις οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης, διαφορετικές από τις συνήθεις, στηριζόμενοι στην ιστορική εμπειρία και στη δημιουργική τους φαντασία. Λύσεις που θα υπερβαίνουν τα θανάσιμα αμαρτήματα του ανθρώπου (απληστία, τάση για κυριαρχία) αλλά και την υπεροψία έναντι των άλλων ειδών. Λύσεις που θα νοηματοδοτούν με διαφορετικό τρόπο την ύπαρξή τους ώστε να μην εδράζεται στις υπερβολές της κατανάλωσης (με συνέπεια την αλλοτρίωσή τους στην οποία εκτενώς, επίσης, αναφέρθηκε ο Κ. Μαρξ) αλλά θα υποστηρίζει ένα μοντέλο λελογισμένης ανάπτυξης που να μην πληγώνει το φυσικό περιβάλλον, να μην «εξοστρακίζει» τα άλλα είδη και να διατηρεί θωρακισμένη τη Δημοκρατία.
Διότι, όπως ξαναγράψαμε, μόνο η θετική-παρά τις αδυναμίες και τα ελλείμματά της-εμπειρία μας από την Δημοκρατία στον 20ό αιώνα θα μπορούσε, με τη συνδρομή της Επιστήμης και της Τεχνολογίας, να αναζωπυρώσει το βαθύ αίτημα για αναζωογόνηση της Πολιτικής. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, με τις μηχανές στην υπηρεσία του ανθρώπου, σε έναν κόσμο Ελευθερίας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης, με πολύ ελεύθερο χρόνο για μόρφωση και ψυχαγωγία, οι νέοι θα μπορούν να προγραμματίζουν τη ζωή τους δίχως το άγχος της καθημερινής επιβίωσης να συνθλίβει τα όνειρά τους.