Είναι αναγκαίο διότι, από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, όλοι οι πολίτες του κόσμου, καθώς και οι πολιτικοί και οι θεολογικοί ταγοί, δεν μπορούν να ισορροπήσουν σ’ αυτόν τον συνεχώς μεταβαλλόμενο κόσμο.
Οι φιλοσοφικές και θεολογικές θεωρήσεις μεταβάλλονται, οι επιστήμες και οι νέες τεχνολογίες επεκτείνονται σε βάθος και έκταση με ταχύτατους ρυθμούς και οι επαγόμενες ανάγκες της καθημερινότητάς μας αιωρούνται στη σφαίρα της απογοήτευσης, του πόνου, της ουτοπίας και της δυστυχίας.
Το μόνο όμως, που δεν μπορεί να ξεριζωθεί από μέσα μας είναι η ελπίδα και η προσμονή κάποιου καλύτερου κόσμου. Αυτό όμως προϋποθέτει την από πλευράς των πολιτικών και θεολογικών ταγών, την αποδοχή όλων των βιολογικών, συναισθηματικών και νοητικών αναγκών όλων των ανθρώπων ξεχωριστά, αλλά και όσων είναι σε ομάδες θεσμικά συντεχνιακές και σε κινήματα λαϊκά που στοχεύουν σε μια καλύτερη ζωή και που εκφράζονται πολλές φορές μέσα από τις εικαστικές, ποιητικές και μουσικές τέχνες.
Οι κατακερματισμένες για αναστοχασμό σκέψεις μπορεί να αντληθούν, μεταξύ των άλλων και από το έργο του Εντγκάρ Μορέν, μεγάλου φιλοσόφου και κοινωνιολόγου. Η Αριστερά, λέει, πάντα με απωθούσε, γιατί είναι μια έννοια πολύπλοκη, καθώς ο όρος αυτός εμπεριέχει ενότητα, αντιπαραθέσεις και ανταγωνισμούς, που βρέθηκαν σε άμιλλα, αλλά ορισμένοι από τους ανταγωνισμούς υπήρξαν θανατηφόροι.
Η ενότητα βρίσκεται στην επιδίωξη ενός καλύτερου κόσμου, στη χειραφέτηση εκείνων που καταπιέζονται και γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης, ταπεινώσεων και προσβολής των δικαιωμάτων των ανδρών και γυναικών.
Οι ουμανιστικές αυτές θέσεις εξεπήγαζαν από τις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης και από τη ρεπουμπλικανική παράδοση και είχαν διαποτίσει στον 19 αιώνα τη σοσιαλιστική, την κομμουνιστική και την ελευθεριακή σκέψη.
Ο ελευθεριακός λόγος εστιάζει στην αυτονομία των ατόμων και των ομάδων, ο σοσιαλιστικός λόγος εστιάζει στη βελτίωση της κοινωνίας και ο κομμουνιστικός στην αναγκαιότητα της αδελφικής κοινότητας των ανθρώπινων υπάρξεων.
Στα καθ’ ημάς τώρα: Είναι ανάγκη να σκεφτούμε την πλανητική εποχή μας, που πήρε τη μορφή της παγκοσμιοποίησης, με την τεχνο-οικονομική ενοποίηση, η οποία αναπτύχθηκε με την αφετηρία του 1990.
Το ζητούμενο δεν είναι να φανταστούμε ένα μοντέλο κοινωνίας, ν’ αναζητήσουμε δηλαδή κάποιο οξυγόνο στην ιδέα της ουτοπίας.
Χρειάζεται να επεξεργαστούμε έναν Δρόμο, όπου θα είναι δυνατόν να συνεννωθεί η προοδευτικότητα του ρεφορμισμού και ο ριζοσπαστισμός της επανάστασης.
Ας περιδινηθούμε τώρα στις εσχατιές της Θεολογίας για αναστοχασμό, λαμβάνοντας υπόψη το έργο του Eρνστ Μπλοχ: «Ο αθεϊσμός στον χριστιανισμό».
Είναι ένας ύμνος στη Βίβλο, ένα πυρετικό εγκώμιο στον βιβλικό ανθρωπισμό που προηγείται κάποιες χιλιάδες χρόνια σε σχέση με τον αναγεννησιακό.
Ο πολιτικός φιλόσοφος Μπλοχ θεωρεί ότι «η ουτοπία του ανθρώπου», που διατρέχει τη δυτική ιστορία, δεν συλλαμβάνεται από τα προεκλογικά προγράμματα και τους επικοινωνιολόγους, γιατί προϋποθέτει τις μεγάλες ενοράσεις των ποιητών, των φιλοσόφων και των προφητών.
Αντίθετα, η Βίβλος είναι καθολική και παγκόσμια, δεν εξυμνεί κάποιον εβραϊκό εθνικισμό, αλλά μιλάει στην καρδιά του φτωχού και βασανισμένου πλάσματος, στους βασανισμένους και κατατρεγμένους.
Η Βίβλος αποτελεί πηγή έμπνευσης και για τους σύγχρονους δημοκρατικούς αγώνες και η αποσύνθεση της Αριστεράς από τη βιβλική παράδοση την αποξενώνει από την ιστορικά δικής της ηθική της θυσίας και την οδηγεί στον πιο αδιέξοδο δικαιωματισμό.
Ο Μπλοχ σκέφτεται την ηθική και την πολιτική μαζί. Ας ρητορεύουν και ξιφουλκούν οι ορθόδοξοι θεολόγοι εναντίον της ηθικής. Δεν υπάρχει αληθινή θεολογία αν δεν συνδέεται με τη ζωή του φτωχού. Ο Χριστός είναι η ελπίδα των φτωχών, των αρρώστων, των ξένων και των αναγκεμένων.
Ο Χριστός «ηχμαλώτευσεν την αιχμαλωσίαν» του θανάτου. Η απελευθέρωση των ανθρώπων από τον θάνατο είναι η πηγή κάθε αληθινής απελευθέρωσης και επανάστασης.
Ο Χριστός είναι λυτρωτής επειδή κατεβαίνει ως τα απώτατα βάθη της ανθρώπινης οδύνης και αδυναμίας, για να μη χαθεί ο άνθρωπος. Είναι όμως και απελευθερωτής, είναι ο αιώνιος μέγας επαναστάτης του κόσμου που δεν θα καταλυθεί ποτέ.
Από τον Λευτέρη Καραμουχτάρη