Το αποτέλεσμα ήταν οι συμπολίτες μας να πουν “Αρκετά” στην καθοδική πορεία της Ελλάδας και να δώσουν με την ψήφο τους τη σκυτάλη της διακυβέρνησης στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και στον αρχηγό της Κυριάκο Μητσοτάκη, με την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή και αυτοδυναμία με ποσοστό 39,85 και 158 έδρες.
Από τις πρώτες μέρες ανάληψης της εξουσίας ο πρωθυπουργός έδωσε το στίγμα για το πώς θα ήθελε να εργαστεί η κυβέρνηση για να επιστρέψει η χώρα στην κανονικότητα.
Προχώρησε σε επιλογές στελέχωσης του κυβερνητικού σχήματος με άξιους εκλεγμένους βουλευτές καθώς και εξωκοινοβουλευτικούς, δημιούργησε ένα μείγμα εμπειρίας άλλα και γνώσης, σε συνδυασμό με φρέσκες ιδέες, ώστε να μπορέσει το κράτος μας να βρει τον ρυθμό λειτουργίας του και να εξέλθουμε από το αδιέξοδο στο οποίο είχαμε βρεθεί τα χρόνια των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Το σχέδιο του πρωθυπουργού για επανάκαμψη δεν μπορούσε να περιμένει ούτε μια ήμερα. Γι’ αυτό και όλα τα υπουργεία, έχοντας ήδη στα χέρια τους το πρόγραμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη, ξεκίνησαν να εργάζονται πυρετωδώς για να επιφέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα και κάτω από τη συνεχή αξιολόγηση.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές σε δικαιοσύνη, οικονομία, παιδεία, δημόσια τάξη και υγεία έδειχναν από την αρχή τη φιλοσοφία της νέας κυβέρνησης. Η απλούστευση των διαδικασιών για ένα δημόσιο σύστημα προσιτό στον πολίτη, που θα καθιστούσε τη ζωή του ευκολότερη στις συναλλαγές, ήταν ένα από τα στοιχήματα του πρωθυπουργού.
Στο εξωτερικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδόθηκε και συνεχίζει να το πράττει σε έναν αγώνα δρόμου για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας τόσο στην Ευρώπη όσο και σε όλο τον πλανήτη.
Η σοβαρή διπλωματία με στοχευμένες θέσεις και χωρίς υπερβολές κατάφερε στο θέμα της προκλητικότητας της Τουρκίας, όπως και στο μεταναστευτικό, να έχει την υποστήριξη τόσο των Ευρωπαίων εταίρων όσο και των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η σημερινή κυβέρνηση τους τελευταίους τέσσερις μήνες κλήθηκε να αντιμετωπίσει δύο ιστορικές προκλήσεις. Η μία ήταν η κρίση του Έβρου, καθώς η Τουρκία ως μοχλό πίεσης για δικά της συμφέροντα θέλησε να διοχετεύσει όλο τον όγκο των μεταναστών στην ακριτική περιοχή για να εισέλθουν στη χώρα μας και η δεύτερη ήταν η πανδημία του Covid-19 που έπληξε όλον τον πλανήτη.
Η αντίδραση και στις δύο περιπτώσεις απ’ ό,τι αποδείχθηκε ήταν η πλέον σοβαρή και ενδεδειγμένη, όπως αρμόζει σε ένα κράτος που λειτουργεί καλοκουρδισμένα.
Από τον Έβρο, θωρακίζοντας τα σύνορά μας με επιπλέον προσωπικό και στήνοντας φράχτη κατά μήκος των συνόρων μας, δεν εισήλθε ούτε ένας μετανάστης στη χώρα με αποτέλεσμα ο Ερντογάν να τους αποτραβήξει στην ενδοχώρα του.
Όσον αφορά στο μέτωπο του κορονοϊού παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα από την αρχή της εξάπλωσης του ιού τον Δεκέμβριο του 2019, το Υπουργείο Υγείας συγκροτώντας επιτροπή λοιμοξιολόγων αντιμετώπισε την πανδημία κάνοντας τις κινήσεις που έπρεπε (καραντίνα, κλείσιμο σχολείων, προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού) ώστε να μην εξαπλωθεί ο ιός, να αποφευχθεί η υπερφόρτιση του συστήματος υγείας για να μπορέσει αυτό να αντεπεξέλθει.
Και όμως σε όλα αυτά που προανέφερα επιχειρώντας έναν σύντομο απολογισμό και περιγραφή του έργου της κυβέρνησης, το πιο σημαντικό κατά τη γνώμη μου είναι κάτι άλλο... και τι είναι αυτό;
Είναι ότι επέστρεψε η εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος, στους θεσμούς, ότι πλέον δεν είμαστε μια χώρα που περιγελούν οι εταίροι της και αντιμετωπιζόμαστε σαν παρίες της Ευρώπης, καθώς η Κυβέρνηση δεν τάζει παροχές απλόχερα χωρίς να είναι εφικτό να δοθούν και χωρίς να είναι κοστολογημένες... το φάντασμα του λαϊκισμού έχει εκδιωχθεί από τη χώρα μας τη στιγμή που την παρέδωσε ο κ. Τσίπρας.
Αναμφίβολα, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και ο πρωθυπουργός της Κυριάκος Μητσοτάκης θα εξακολουθήσουν να εργάζονται ακούραστα για να συνεχίσει η χώρα μας την ανοδική πορεία της και το κράτος να λειτουργεί για τους πολίτες με γνώμονα την προσωπική τους ευμάρεια.
Έτσι όλος ο πλανήτης θα μιλάει επαινετικά για την Ελλάδα, όπως έγινε και στο μέτωπο του Covid-19, καθώς ήμασταν ένα από τα κράτη που αντιμετώπισε την πανδημία με τον καλύτερο τρόπο.
Από το μέλος της Π.Ε. ΝΔ
Χάρη Τσιλιάκο