Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, που χαρακτηρίζεται από αστάθεια και ανασφάλεια, η οποία μετακυλύεται άμεσα και έμμεσα στους πολίτες, αφού πλήττει τις εργασιακές σχέσεις, το εισόδημά τους, τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα, προκύπτει η επιτακτική ανάγκη να εξασφαλιστούν για τους πολίτες συνθήκες σταθερότητας και ασφάλειας.
Και τούτο αποτελεί ύψιστης και πρωταρχικής σημασίας υποχρέωση του Κράτους, από το οποίο οι πολίτες αξιώνουν να γίνει ο εγγυητής της σφαίρας των δικαιωμάτων τους, της εργασίας τους, του εισοδήματός τους, της παραγωγής τους. Αποτελεί ολέθριο λάθος να αφεθούν οι πολίτες έρμαια της ανέλεγκτης ιδιωτικής πρωτοβουλίας, της απολύτως ελεύθερης αγοράς και ανταγωνισμού, χωρίς υγιείς περιορισμούς, που ειδικά σε συνθήκες απρόβλεπτων γεγονότων και απορρύθμισης της αγοράς, αναφύονται έντονα.
Η πανδημία συνάντησε τους αγρότες κυριολεκτικά στο χωράφι. Η Κυβέρνηση όμως, δεν «συνάντησε» καν τους αγρότες, αλλά από πολιτική βούληση, ενώ λάμβανε μέτρα για το σύνολο των επαγγελματικών κλάδων, εντούτοις, ο αγροτικός κόσμος ήταν ο μεγάλος απών από τα σχέδιά της. Εγκατέλειψε τους αγρότες και το εισόδημά τους έρμαια στην πορεία της ενιαίας αγοράς και της διαμόρφωσης της προσφοράς και ζήτησης των παραγόμενων προϊόντων τους, «ελπίζοντας», ότι η πανδημία θα διαμορφώσει κανόνες αγοράς, που δεν θα χρειαστεί η λήψη μέτρων από μέρους της.
Η λογική της Κυβέρνησης εξακολουθεί να βρίσκει τους παραγωγούς να διαπραγματεύονται μόνοι την τιμή πώλησης και διάθεσης των σιτηρών και να φοβούνται, για το εάν η προσφερόμενη τιμή διάθεσης της παραγωγής τους είναι δίκαιη, εάν ανταποκρίνεται στα θεμελιώδη στοιχεία της φετινής αγοράς σιτηρών, όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα. Ή εάν η προσφερόμενη τιμή πώλησης σήμερα είναι δυσανάλογη των συνθηκών της αγοράς και της πραγματικής ζήτησης, με συνέπεια την εξασφάλιση ποσοστού κέρδους των ισχυρών κρίκων της αλυσίδας, που ξεπερνά τα όρια της ελεύθερης διαμόρφωσης των τιμών και αγγίζει τα όρια των αθέμιτων πρακτικών και της κερδοσκοπίας σε βάρος των παραγωγών.
Οι αγρότες αγωνιούν, διότι η αποθήκευση της παραγωγής τους και το σύστημα των ανοιχτής τιμής, που επιβάλλει το ιδιωτικό εμπόριο, ενδέχεται να αποδειχθεί στο μέλλον καταστροφική και να οδηγήσει σε πτώση της τιμής πώλησης, ενόψει της μεταβλητότητας και της ευθραυστότητας στο μέτωπο της ζήτησης, εξαιτίας της περιορισμένης κινητικότητας στον χώρο της εστίασης, αλλά και των περιορισμένων τουριστικών ροών.
Αλλά και οι αγρότες, που επιλέγουν να αποθηκεύσουν την παραγωγή τους, με το σύστημα της ανοιχτής τιμής, προσδοκώντας σε αύξηση αυτής, υπό τις απρόβλεπτες συνθήκες του κορονοϊού, που μπορεί να μεταβάλουν την προσφορά και ζήτηση, δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ότι η τελική διάθεση του προϊόντος θα γίνει χωρίς πτωτική πορεία της τιμής.
Αυτές οι συνθήκες εγκατάλειψης των παραγωγών στην ελεύθερη αγορά και στους σκληρούς και πολλές φορές άδικους για τον αγρότη – παραγωγό, που μοχθεί για να διατηρήσει ένα σεβαστό εισόδημα, χωρίς να συσσωρεύει οφειλές εξαιτίας του αυξημένου κόστους παραγωγής, πρέπει να αντισταθμιστούν από την αναγκαία κρατική παρέμβαση.
Την κρατική παρέμβαση, που θα θεσπίζει μέτρα για την προστασία του παραγωγού ως του πιο αδύναμου και ευάλωτου κρίκου της αλυσίδας παραγωγής και διάθεσης γεωργικών προϊόντων, μέτρα για την προστασία της παραγωγής του από τις αθέμιτες πρακτικές της αγοράς και των ισχυρών κρίκων της ίδιας αλυσίδας. Μέτρα που θα λειτουργούν ως ένα δίχτυ προστασίας του παραγωγού. Συγχρόνως όμως και ως μια ασφαλιστική δικλείδα για την αξία του ίδιου του παραγόμενου προϊόντος, η οποία δεν θα πρέπει να κλυδωνίζεται από την έλλειψη σταθερής αξίας και την αυξομείωση των τιμών.
Η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, θέσπισε οδηγία, αντιλαμβανόμενη τις σημαντικές ανισορροπίες στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ παραγωγών και αγοραστών γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, οι οποίες μπορούν να οδηγούν σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπου μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι εμπορικοί εταίροι προσπαθούν να επιβάλλουν ορισμένες πρακτικές ή συμβατικές ρυθμίσεις, οι οποίες είναι προς όφελός τους, σε σχέση με συναλλαγή πώλησης.
Σκοπός της ευρωπαϊκής οδηγίας και υποχρέωση των εθνικών κυβερνήσεων είναι να θεσπίσουν μέτρα αποτροπής των αθέμιτων πρακτικών, όταν εφαρμόζονται κατά την πώληση γεωργικών προϊόντων συμπεριφορές που αντιβαίνουν στην καλή πίστη και επιβάλλουν σημαντική ανισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Θα πρέπει να καθοριστεί ελάχιστο εθνικό δίχτυ προστασίας έναντι των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, προκειμένου να μειωθούν οι πρακτικές αυτές, οι οποίες πιθανόν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στο βιοτικό επίπεδο της γεωργικής κοινότητας.
Ένα από τα προβλεπόμενα μέτρα, που έλαβε η προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης χωρίς καν να έχει υποχρεωθεί από την ευρωπαϊκή οδηγία, αφορούσε στην προστασία και στην εξασφάλιση της σταθερότητας της τιμής του βάμβακος. Θεσπίστηκε ότι από την καλλιεργητική περίοδο 2020, η πώληση του σύσπορου βαμβακιού θα γίνεται με συμβάσεις αγοραπωλησίας, οι οποίες θα υπογράφονται υποχρεωτικά το αργότερο μέχρι την ημερομηνία παράδοσης του προϊόντος και θα περιλαμβάνουν και τη συμφωνούμενη τιμή.
Σε ένα καθεστώς ελεύθερης και ενιαίας αγοράς, που θεωρητικά θα απαγόρευε τη χρήση γραπτών συμβάσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, εντούτοις προκειμένου να προστατευτούν οι παραγωγοί από τις εν λόγω αθέμιτες πρακτικές, θεσπίζεται το δικαίωμά τους να περιβάλλουν την συμφωνηθείσα τιμή με γραπτή σύμβαση, ενώ συγχρόνως η άρνηση του αγοραστή να επιβεβαιώσει γραπτώς τους όρους της συμφωνίας προμήθειας θα πρέπει να θεωρείται αθέμιτη εμπορική πρακτική και να απαγορεύεται.
Το μέτρο αυτό για το βαμβάκι πρέπει να επεκταθεί και όλα τα αγροτικά προϊόντα, θεσπίζοντας την υποχρεωτικότητα των έγγραφων συμφωνιών πώλησης του παραγόμενου προιόντος, που εξασφαλίζει για τους παραγωγούς την απορρόφηση της παραγωγής τους, αλλά και την προσυμφωνημένη τιμή, χωρίς να αυξομειώνεται από τις εκάστοτε συνθήκες της αγοράς και χωρίς ο παραγωγός να γίνεται το μέσο υψηλής και αθέμιτης κερδοφορίας.
Μέτρα αυτής της σημασίας, τα οποία θα στοχεύουν στην ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης των παραγωγών στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, αποτελούν την αναγκαία και την ελάχιστη θεμιτή επέμβαση του κράτους στην προστασία των παραγωγών και της αγροτικής παραγωγής.
Διότι ο αγροτικός τομέας δεν αποτελεί μια επαγγελματική κατηγορία απλώς, αλλά «ανεκτίμητη αξία» της Χώρας που χρήζει της εγγύησης του Κράτους. Κάθε δημόσιο αγαθό, εάν αφεθεί χωρίς όρους, προϋποθέσεις και περιορισμούς στην ελεύθερη αγορά και στους σκληρούς κανόνες της, που συνήθως επιβάλλονται από τους ισχυρούς κρίκους της αλυσίδας της οικονομίας, και εάν δεν χαίρει της προστασίας και της θεμιτής παρέμβασης του Κράτους, τότε κινδυνεύει να απολέσει τον χαρακτήρα του ως κοινωνικού αγαθού.
Από τον Βασίλη Κόκκαλη,
βουλευτή Ν. Λάρισας ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία