Υπήρξε ο οργανωτής και ανανεωτής της ταυτότητας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία στοιχειοθετήθηκε με την αρμονική και ισόρροπη σύνθεση της νομοθεσίας του κράτους και της διοίκησης, της ελληνικής φιλοσοφίας και της χριστιανικής πίστης.
Ο μετασχηματισμός της αυτοκρατορίας με το ευρύτερο μεταρρυθμιστικό έργο του Μ. Κωνσταντίνου, παρά τις ποικίλες αξιολογήσεις, ήταν άμεσος, γιατί διαπότισε βαθιά όλο το θεσμικό πλαίσιο, χωρίς αλλοιώσεις και τα εξωτερικά του στοιχεία. Εντάχθηκε στις τάξεις του στρατού και πήρε μέρος σε εκστρατείες.
Διακρινόταν για το εντυπωσιακό παράστημα, τις φυσικές, στρατιωτικές και διοικητικές ικανότητες. Τα στοιχεία αυτά βοήθησαν, ώστε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του πατέρα του και του στρατού. Έτσι, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο στρατός με εκδηλώσεις αγάπης και λατρείας τον ανακήρυξε διάδοχό του. Στον στρατό διαμορφώθηκαν συμμαχίες, του Μαξιμίνιου με τον Μαξέντιο και του Κωνσταντίνου με τον Λικίνιο.
Ο Μαξέντιος και Κωνσταντίνος ήρθαν σε σύγκρουση με τόπο αναμέτρησης τη Ρώμη. Ο Κωνσταντίνος είδε το περίφημο όραμα, όπου στον ουρανό σχηματίσθηκε με φωτοειδείς ακτίνες το χριστιανικό σύμπλεγμα ΧΡ, σε ανάπτυξη σταυρού, με τη φράση, εν «ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ». Σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο, το όραμα ήταν πραγματικό και έγινε κατά τη διάρκεια της ημέρας και το αποδίδει σε θαυμαστή φανέρωση της θείας βουλής. Βέβαια, ο Κωνσταντίνος δεν ήταν χριστιανός, αλλά μέσα στον στρατό η δυναμική παρουσία του χριστιανικού στοιχείου, επιβεβαίωνε τις προδιαθέσεις του Κωνσταντίνου, έναντι της νέας θρησκείας, όπως στη συνέχεια φάνηκε από τις αποφάσεις των Μεδιολάνων, το 313, υπέρ των χριστιανών. Όλα αυτά δείχνουν ότι το όραμα του Κωνσταντίνου ήταν και η καλύτερη συμβολή για την αλλαγή προς τον χριστιανισμό, ενώ το μονόγραμμα τοποθετήθηκε στην περικεφαλαία του Κωνσταντίνου. Επίσης στο όραμα αυτό αποδόθηκε και η νίκη του Κωνσταντίνου στη Μουλβία γέφυρα. Ο Κωνσταντίνος ως αυτοκράτορας διείδε ότι ο χριστιανισμός είναι η θρησκεία του μέλλοντος και σταμάτησε τους διωγμούς, ενώ προστάτευσε και ενίσχυσε τη νέα θρησκεία και την εκκλησία, με παροχή σημαντικών δικαιωμάτων. Παράλληλα μετέφερε την πρωτεύουσα του κράτους στην Ανατολή, γεγονός που βοήθησε με τον τρόπο αυτό πολιτικά, αλλά και θρησκευτικά το κράτος. Ο αυτοκράτορας προέβη παράλληλα σε μια διοικητική, οικονομική και κοινωνική μεταρρύθμιση, η οποία διαμορφώθηκε μέσα στα πλαίσια ενός ευρύτερου προγράμματος για την ανανέωση της αυτοκρατορίας και εκφράστηκε με τη θρησκευτική πολιτική. Εξάλλου, τα προνόμια προς τον κλήρο και οι παροχές για την ανέγερση ναών στην Κωνσταντινούπολη, της Αγίας Σοφίας, των Αγίων Αποστόλων, ανταποκρίνονται στις επιλογές του για την ανανέωση της αυτοκρατορίας. Επίσης το βάπτισμά του στον χριστιανισμό επισφράγισε το πνεύμα των επιλογών του, αφού με βάση το βάπτισμα, διαμορφώθηκε η πολιτική θεολογία του χριστιανισμού, που ιεροποίησε το πρόσωπο του φορέα της βασιλικής εξουσίας και ανέπτυξε τις οικουμενικές προοπτικές της για την πραγμάτωση της χριστιανικής οικουμένης. Στην ελληνική διανόηση και στη χριστιανική πίστη, θεμελιώθηκε η ιδέα της χριστιανικής Ευρώπης και του ενιαίου ευρωπαϊκού πνεύματος με τις οικουμενικές προοπτικές.
Υπήρξε ο μεγαλόπνοος μεταρρυθμιστής και προφητικός οραματιστής, για το μέλλον της αυτοκρατορίας και του χριστιανισμού. Ο Κωνσταντίνος ονομάστηκε από την ιστορία «Μέγας», γιατί το πολυσύνθετο έργο του ήταν μεγάλο και επηρέασε την παγκόσμια ιστορία. Η εκκλησία τον χαρακτήρισε άγιο και ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟ, μαζί με την μητέρα του Αγία Ελένη. Την ημέρα της γιορτής των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, υπάρχει ένα ιδιότυπο λατρευτικό έθιμο, τα ΑΝΑΣΤΕΝΑΡΙΑ.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι ο εκστατικός χορός και η πυροβασία των τελεστών ανδρών και γυναικών, οι οποίοι ονομάζονται αναστενάρηδες..
Τα αναστενάρια αποτελούν μια από τις χαρακτηριστικές εκδηλώσεις της ελληνικής λαϊκής λατρείας και επιχωρίαζαν παλιά στο Κωστί, της ΒΑ Θράκης. Το έθιμο αυτό μεταφέρθηκε σε πόλεις της Μακεδονίας, όπως, σε Λαγκαδά, Μελίκη, Αγ. Ελένη, Σερρών, κ.λπ.. Το 1981, υπηρετούσα σε σχολείο της περιοχής Λαγκαδά (Ν. Απολλωνία) και μου δόθηκε η ευκαιρία να παρακολουθήσω από κοντά το εκστατικό αυτό λατρευτικό έθιμο και να συλλέξω ορισμένα χρήσιμα λαογραφικά στοιχεία.
Το έθιμο αυτό ήταν γνωστό και στους βυζαντινούς χρόνους στην περιοχή της Θράκης όπως, μας πληροφορεί ο ελληνικός κώδικας της Μαρκιανής βιβλιοθήκης. Τα αναστενάρια είναι προχριστιανικό έθιμο, με ρίζες στη λατρεία του Διονύσου. Την ίδια άποψη έχει και η εκκλησία. Οι αναστενάρηδες πατούν πάνω στη φωτιά και το φαινόμενο αυτό προκαλεί δέος και θαυμασμό για την ακαΐα των τελεστών. Στο αδιόρατο αυτό σύνορο υψώνεται απόρθητη από την κοινή ανθρώπινη περιέργεια, το άνοιγμα του αγνώστου και ανεξήγητου. Το κάλεσμα της φωτιάς μένει μια μυστική πρόκληση σε κάθε επισκέπτη και ένα ανερμήνευτο φαινόμενο.
Από τον Απόστολο Ποντίκα, δάσκαλο, θεολόγο, φιλόλογο