όταν επρόκειτο να προβούν στην ανακαίνιση της μονής. Το καλοκαίρι, μετά τον αλωνισμό των σιτηρών, ένας μοναχός, για κάθε επαρχία, έχοντας λάβει νωρίτερα την άδεια του επισκόπου της, την οποία είχε σκοπό να επισκεφθεί, ξεκινούσε το δύσκολο ταξίδι του. Έχοντας μαζί του ένα μεταφορικό ζώο και την εικόνα του μοναστηριού του, άρχιζε την επίσκεψη στους οικισμούς, οι οποίοι ήταν αμιγώς ελληνικοί ή είχαν ελάχιστους μουσουλμάνους.
Οι μοναχοί της ζητείας απέφευγαν την επίσκεψη περιοχών με πολλούς μουσουλμάνους για λόγους ασφάλειάς του. Για να γίνει κατανοητό αυτό αναφέρω ένα συγκεκριμένο παράδειγμα. Ο αγιοταφίτης μοναχός Μακάριος, το 1658, έφτασε από την Πελοπόννησο, ακτοπλοϊκώς, στις Βόρειες Σποράδες και από εκεί πήγε στη Ζαγορά. Πέρασε από τους οικισμούς του Πηλίου και βουνό-βουνό, βρέθηκε στην Αγιά και στους οικισμούς της Όσσας. Στη συνέχεια βρέθηκε στον Τύρναβο, στους οικισμούς της Ελασσόνας και από εκεί στους οικισμούς της Πίνδου.
Οι μοναχοί των θεσσαλικών μοναστηριών, φτάνοντας σε έναν οικισμό, τοποθετούσαν την εικόνα του αγίου τους σε ένα τραπέζι. Οι χωρικοί προσκυνούσαν την εικόνα και προσέφεραν μία ποσότητα σιτηρών υπέρ της μονής. Ο μοναχός σε ένα χαρτί κατέγραφε πρώτα την Επισκοπή ή τη Μητρόπολη στην περιοχή της οποίας βρισκόταν, μετά τον οικισμό και τα ονόματα της οικογένειας του δωρητή, όλα σε πτώση γενική (Βασιλείου, Μαργαρώνας, Ελένης, Δημητρίου κ.λπ.). Τον χειμώνα, στις Λειτουργίες του μοναστηριού, ένας μοναχός διάβαζε αυτά τα ονόματα υπέρ υγείας των αφιερωτών.
Μετά την επιστροφή του στο μοναστήρι, ο μοναχός κατέτασσε τα σημειώματά του κατά Επισκοπή ή Μητρόπολη. Στη συνέχεια τα καταχώριζε, σε ένα μεγάλο δευτέρι (κώδικα) με λευκά φύλλα, τους οικισμούς της κάθε εκκλησιαστικής επαρχίας, με βάση την πορεία της ζητείας του, και τα ονόματα των αφιερωτών. Π.χ. Επισκοπή Σταγών [Καλαμπάκας], χωρίον Καστράκι, Γεργάκη, Βαγγελής, Πανωραίας, Μάνου κ.λπ.
Ο κώδικας αυτός, επειδή τον τοποθετούσαν στη βόρεια κόγχη του ιερού που ονομάζεται πρόθεση, ονομάζεται επίσης πρόθεση. Υπήρχε και παρόμοιος για τους νεκρούς, γνωστός ως παρρησία, αλλά με το πέρασμα του χρόνου τα δύο ονόματα κατέληξαν να έχουν την ίδια σημασία.
Καθώς ο μοναχός σημείωνε το έτος της ζητείας του, είναι εύκολο να αντιληφθούμε ότι οι οικισμοί υπήρχαν πριν από τη δική του επίσκεψη. Έτσι, λοιπόν, η ζητεία, η τόσο ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των μοναστηριών, έγινε μία αξιόλογη πηγή πληροφοριών, χάρη στην οποία μπορούμε να πλησιάσουμε στον χρόνο ίδρυσης των οικισμών μας, να παρακολουθήσουμε τον χρόνο εγκατάλειψης πολλών από αυτούς και να μελετήσουμε την εξέλιξη των οικωνυμίων (ονομάτων των οικισμών) και τα ονοματοδοτικά έθιμα των Θεσσαλών στους μεταβυζαντινούς χρόνους.
Η αρχαιότερη πρόθεση είναι η υπ’ αρ. 401 του Μεγ. Μετεώρου. Συντάχθηκε την εικοσαετία 1520-1540. Στα 141 φύλλα της αναφέρονται 220 θεσσαλικοί οικισμοί, από τους οποίους 46 εγκαταλείφθηκαν τους επόμενους αιώνες.
Σε όλες, σχεδόν, τις προθέσεις αναφέρονται, όπως προανέφερα, τα ονόματα των αφιερωτών στη γενική, χωρίς να μπορούμε να διακρίνουμε τα μέλη μιας οικογένειας. Από τις πολλές που έχω μελετήσει και εκδώσει στο «Θεσσαλικό Ημερολόγιο» και σε άλλα περιοδικά και πρακτικά συνεδρίων, μόνο 2 μας δίνουν τα μέλη της οικογένειας του κάθε αφιερωτή: η πρόθεση της Μονής της Ρεντίνας (μετά το 1640) και ο ιεροσολυμιτικός κώδικας 509 του μοναχού Μακαρίου, τον οποίο προανέφερα. Δίνω 2-3 παραδείγματα:
Πολιτεία της Λάρισας [Σεπτέμβριος 1658]
+ Γεργούσης πρωτομάστορας των μπακάληδων, γονοί Αργύρης και Ρίζω, υιοί Παναγιώτης, Αναστάσης, Χρίστος.
+ Στάθης πρωτομάστορης των ψωμάδων, υιοί Δούλος [Χριστόδουλος], Μανουήλ, η γυνή Ζαφείρα, υιοί Χρίστος, Αποστόλης.
+ Ζαφείρης ψωμάς, η γυνή Καλή, υιοί Θανάσης, Κυρίτζης.
Ακολούθησαν και άλλες πολλές ζητείες και άλλες προθέσεις (1592/1593, 1613/1614 κ.ά) χάρη στις οποίες ο αριθμός των θεσσαλικών οικισμών της του 16ου αιώνα είναι πολύ μεγάλος.
Από τον Κώστα Σπανό
www.thessaliko.gr